Στα τυφλά χτίζει η ηγεσία του υπουργείου Υγείας το νέο σύστημα Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας, με ελάχιστους οικογενειακούς γιατρούς να αποτελούν τη ραχοκοκαλιά του αβέβαιου –όπως φαίνεται –εγχειρήματος.
Ασθενείς και γιατροί βυθίζονται στα ερωτηματικά και στην αβεβαιότητα, καταλογίζοντας στους ιθύνοντες στην οδό Αριστοτέλους «προχειρότητα». Αρκεί κανείς να αναλογιστεί ότι οι εκπρόσωποι των γενικών γιατρών αποκάλυψαν χθες ότι η απουσία διορθωτικών κινήσεων αναγκάζει αυτούς τους λίγους γιατρούς που ανταποκρίθηκαν στην πρόσκληση του Οργανισμού να υπαναχωρήσουν.
Ναυάγησε. Υπενθυμίζεται ότι ο ΕΟΠΥΥ είχε απευθύνει στις αρχές του χρόνου πρόσκληση σε 2.800 οικογενειακούς γιατρούς (δηλαδή γενικούς γιατρούς, παθολόγους και παιδιάτρους), δρομολογώντας τότε ριζικές αλλαγές στη δεξαμενή των συμβεβλημένων γιατρών. Εντούτοις, η προκήρυξη ναυάγησε καθώς οι σχετικές αιτήσεις δεν ξεπέρασαν τις 625, με το δίχτυ της Πρωτοβάθμιας να παραμένει τρύπιο.
Ανάλογη αποτυχία καταγράφεται και στη στελέχωση των Τοπικών Μονάδων Υγείας –ήδη τρέχει τρίτη κατά σειρά προκήρυξη -, με αποτέλεσμα το υπουργείο Υγείας να… βαφτίζει οικογενειακούς γιατρούς εκείνους που υπηρετούν στα Κέντρα Υγείας και στα αγροτικά ιατρεία. Και ενώ η Ελληνική Εταιρεία Γενικής / Οικογενειακής Ιατρικής (ΕΛΕΓΕΙΑ) γυρίζει την πλάτη στο κάλεσμα του ΕΟΠΥΥ, αρνούμενη να μετέχει στο… μετέωρο εγχείρημα, η κατάσταση για τους ασθενείς γίνεται ακόμη πιο θολή, δεδομένου ότι στις 15 Ιουλίου λύνονται οι ισχύουσες συμβάσεις των περίπου 1.950 γιατρών με τον ΕΟΠΥΥ. Συνεπώς, από τα μέσα του ερχόμενου μήνα οι πολίτες δεν θα μπορούν να καλύψουν τις ανάγκες τους σε πρωτοβάθμιο επίπεδο.
Τα αναπάντητα ερωτήματα, σύμφωνα με τον αντιπρόεδρο της ΕΛΕΓΕΙΑ Ευάγγελο Φραγκούλη, είναι πολλά. Μεταξύ άλλων διερωτάται ποια η νομική ισχύς της διευκρίνισης του ΕΟΠΥΥ πως «οι ιδιώτες συμβεβλημένοι οικογενειακοί γιατροί εξυπηρετούν τον εγγεγραμμένο πληθυσμό τους και δεν εισπράττουν επιπλέον αμοιβή όταν ο δικαιούχος προσέρχεται εντός του δηλωμένου ωραρίου του γιατρού» (υπονοώντας πως επιτρέπεται να λαμβάνουν αμοιβή όταν οι δικαιούχοι προσέρχονται εκτός του ωραρίου).
Στη μακρά λίστα των ασαφειών προστίθενται: «Πώς θα αντιμετωπίζονται τα έκτακτα περιστατικά, όταν τα ραντεβού θα είναι δεσμευμένα από τακτικά;» και «πώς είναι δυνατόν κάποιος να αναμένει από τους γιατρούς που αμείβονται με ψιχία να πραγματοποιούν, με ίδια μέσα, κατ’ οίκον επισκέψεις;».
Τα στατιστικά δεδομένα, άλλωστε, συνθέτουν μια καθημερινότητα ταλαιπωρίας. «Σύμφωνα με τη διεθνή εμπειρία, ο κάθε ασφαλισμένος απασχολεί τον γιατρό τέσσερις φορές τον χρόνο. Συνεπώς, σε κάθε οικογενειακό γιατρό αντιστοιχούν 750 επισκέψεις τον μήνα, στο καθορισμένο ελάχιστο τετράωρο εργασίας ανά ημέρα» σημειώνει η πρόεδρος της Ενωσης Ιατρών ΕΟΠΥΥ Αννα Μαστοράκου.
Στο ΣτΕ. Στο μεταξύ, ο Ιατρικός Σύλλογος Αθηνών προσέφυγε στο ΣτΕ κατά της απόφασης του υπουργού Υγείας που προβλέπει την καθιέρωση του συστήματος παραπομπών για την πρόσβαση των ασθενών στα Κέντρα Υγείας, τα νοσοκομεία και τους ιδιώτες γιατρούς. Σε αυτήν υπογραμμίζεται μεταξύ άλλων ότι «σε περιοχές με πλήρη κάλυψη από οικογενειακούς γιατρούς, οι επισκέψεις σε συμβεβλημένους με τον ΕΟΠΥΥ ειδικούς γιατρούς, εκτός συστήματος παραπομπών, δεν θα αποζημιώνονται».
Και ενώ η πρωτοβάθμια κάλυψη του πληθυσμού βρίσκεται στον αέρα, η Αννα Μαστοράκου εντοπίζει ένα ακόμη εργαλείο περικοπών: «Προβλέπεται ότι οι οικογενειακοί γιατροί θα ελέγχονται και συνεπώς θα λογοδοτούν στον τομεάρχη Πρωτοβάθμιας Υγείας για τα παραπεμπτικά που εκδίδουν στους ασθενείς, γεγονός που καταδεικνύει ότι το σύστημα παραπομπών θα είναι αυστηρό».
Πονοκέφαλο προκαλούν, δε, στους πολίτες και καθημερινά, πρακτικά προβλήματα, όπως το πώς θα κλείσουν ραντεβού. Μέσω του ηλεκτρονικού συστήματος (ΗΔΙΚΑ); Θα λειτουργήσει τηλεφωνικό κέντρο για τους μη εξοικειωμένους με τους υπολογιστές;