«Ενας άνδρας μόνος του στην έρημο είναι κυρίαρχος. Επίσης πεθαίνει από τη δίψα. Αλλά είναι κυρίαρχος». Το σαρκαστικό τουίτ ανήκει στον αντιπρόεδρο της Κομισιόν Φρανς Τίμερμανς. Και απαντά στους «κυριαρχιστές», σε όσους δηλαδή, στη Δεξιά ή στην Αριστερά, χτίζουν καριέρες καταγγέλλοντας εκείνους που εκχωρούν εθνική κυριαρχία.
Είναι καλή ή κακή η συμφωνία που επιτεύχθηκε τη νύχτα της Πέμπτης προς Παρασκευή στο Eurogroup; Σύμφωνα με τον Πρωθυπουργό, αλλά και το μεγαλύτερο μέρος του ξένου Τύπου, πρόκειται για θρίαμβο. Οι συνταξιούχοι που θα υποστούν νέα αφαίμαξη το 2019 είναι βέβαιο ότι δεν συμφωνούν. Ο παλιός μας γνώριμος Πίτερ Σπίγκελ, πάλι, επισημαίνει ότι με τη συμφωνία αποκλείεται το χρέος να φτάσει μέχρι το 2022 «ουσιωδώς» κάτω από το 110% του ΑΕΠ, όπως είχε δεσμευτεί το Eurogroup το 2012.
Δύο πράγματα είναι βέβαια. Πρώτον, ότι μετά την έξοδο από τα Μνημόνια δεν ανακτάμε την κυριαρχία μας, όπως υποστηρίζει η κυβέρνηση. Οχι μόνο επειδή μια υπερχρεωμένη χώρα δεν μπορεί να είναι κυρίαρχη, αλλά επειδή η ίδια η λέξη δεν έχει νόημα στον σημερινό κόσμο –εκτός αν θέλουμε να πεθάνουμε από δίψα.
Δεύτερον, ότι στη σημερινή συγκυρία πολύ δύσκολα μια κυβέρνηση θα μπορούσε να πετύχει κάτι καλύτερο. Με την Ανγκελα Μέρκελ να δέχεται πρωτοφανείς πιέσεις τόσο από τους βαυαρούς «συμμάχους» της όσο και από τον αμερικανό πρόεδρο, είναι ευτύχημα ότι το Βερολίνο δέχθηκε αυτά που δέχθηκε. Η ελληνική κρίση προφανώς και δεν τελείωσε χθες, όπως ισχυρίστηκε ο Πιερ Μοσκοβισί. Η χώρα παραμένει υπό αυστηρή εποπτεία. Και υπάρχει απλώς η ελπίδα –αλλά πρόκειται για ελπίδα –ότι με τη δεκαετή περίοδο χάριτος οι επενδυτές θα ενθαρρυνθούν να αγοράσουν ελληνικά ομόλογα ώστε η χώρα να μπει επιτέλους σε τροχιά ανάπτυξης. Αυτό προϋποθέτει βέβαια και μια φιλοαναπτυξιακή κυβερνητική πολιτική, κάτι κάθε άλλο παρά δεδομένο.
Τι σημαίνουν όλα αυτά για τον απλό πολίτη που έχει χάσει τη δουλειά του, που αναγκάστηκε να κλείσει το μαγαζί του ή που έχει δει τη σύνταξή του να εξαϋλώνεται; Οχι πολλά. Ο κίνδυνος για τον ΣΥΡΙΖΑ είναι η αναταραχή γύρω από το ταυτοτικό ζήτημα –ο συμβιβασμός για το Μακεδονικό, η θρυλούμενη συμφωνία με την Αλβανία, το ευρωπαϊκό χάος με τους πρόσφυγες –να εκμηδενίσει τα όποια μακροπρόθεσμα οφέλη από το τέλος των Μνημονίων. Δεν μπορεί όμως να κάνει πίσω. Η κυβέρνηση δείχνει να έχει επιδοθεί σε μια φρενήρη κούρσα που βρίσκεται σε απόλυτο συντονισμό με τους εταίρους και σε πλήρη ρήξη με την κοινή γνώμη.
Λογικά, αυτό θα την οδηγήσει σε συντριπτική ήττα στις επόμενες εκλογές. Ομως ο πολιτικός χρόνος μέχρι τότε είναι πολύς και οι εξελίξεις σε όλη την Ευρώπη καταιγιστικές. Ενα όπλο τής έχει μείνει, που θα μπορούσε να ανατρέψει τα δεδομένα: η ειλικρίνεια.