Γνωρίζουμε τι είναι αυτό που φεύγει: είναι το τρίτο Μνημόνιο που υπέγραψε η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ έπειτα από ένα εξάμηνο τραγικών διαπραγματεύσεων που οδήγησαν τη χώρα στο χείλος στης καταστροφής και χωρίς το οποίο ο κύκλος των Μνημονίων θα είχε κλείσει από τον Ιανουάριο του 2015 με την πιστοληπτική γραμμή στήριξης.
Ας δούμε λοιπόν τι είναι αυτό που έρχεται: είναι μια συμφωνία που δεσμεύει τη χώρα για τις επόμενες δεκαετίες. Αυτή η συμφωνία συνίσταται στην ουσία σε μια πολύ σκληρή εποπτεία. Η χώρα υπάγεται σε ένα καθεστώς αυστηρότατων ελέγχων, με τη δημόσια περιουσία να δίδεται ως ενέχυρο για την τήρηση των συμφωνηθέντων και τον ζουρλομανδύα των πλεονασμάτων να δεσμεύει τις μελλοντικές κυβερνήσεις ώς το 2060. Η συνισταμένη όλων αυτών δεν είναι άλλη από ένα πρόγραμμα διαρκούς λιτότητας, από ένα Μνημόνιο χωρίς χρήματα που μπορεί να υπονομεύσει την ανάπτυξη και συνακολούθως τη βιωσιμότητα του χρέους.
Η πραγματικότητα είναι αυτή και δεν επιτρέπει θριαμβολογίες. Το Μνημόνιο τελείωσε για τους δανειστές, τουλάχιστον ως προς το σκέλος των δανείων, αλλά όχι για τη χώρα μας που θα συνεχίσει να πορεύεται στον δρόμο των υποχρεώσεων απέναντί τους. Η πραγματικότητα αυτή δεν επιτρέπει τον εφησυχασμό. Αντίθετα, απαιτεί ένα μακρόπνοο σχέδιο με στόχο την αλλαγή του μοντέλου της οικονομίας μας και της παραγωγής. Ενα σχέδιο που θα εκπονηθεί χωρίς παρωπίδες, εμμονές και ιδεοληψίες και θα στηρίξουν όλες οι πολιτικές δυνάμεις.
Η χώρα έχασε χρόνο, έχασε ανθρώπινο δυναμικό, έχασε χρήμα. Οχι μόνο εξαιτίας της κρίσης, αλλά και εξαιτίας των κυβερνητικών χειρισμών εντός αυτής. Μια νέα τέτοια ήττα θα ήταν αδιανόητη.