Αναμφισβήτητα η Ευρώπη αντιμετωπίζει σοβαρές πολιτικές δυσκολίες: Brexit, Μεταναστευτικό, τρομοκρατία, αμφισβητήσεις –αριστερόθεν και δεξιόθεν. Οι πρόσφατες πολιτικές εξελίξεις στην Ιταλία και την Ισπανία επανέφεραν φόβους μέχρι πρότινος απωθημένους χάρη στην επιδέξια παραπλανητική παρουσίαση της ελληνικής κατάστασης από τα ευρωπαϊκά μέσα μαζικής επικοινωνίας.
Δεν είναι η πρώτη φορά που η ευρωπαϊκή οικοδόμηση βρίσκεται ενώπιον αντιστάσεων και αντιφάσεων, κυρίως ως προς τις παραχωρήσεις εθνικής κυριαρχίας. Οχι μόνον τις υπερέβη στο παρελθόν, αλλά και ενδυναμώθηκε. Εξάλλου, η στρατηγική των πατέρων της Ευρώπης αυτό ακριβώς είχε προβλέψει για την πολιτική και οικονομική ενοποίηση: οι κρίσεις να ισοδυναμούν με ευκαιρίες. Ετσι, επί παραδείγματι, η οικονομική κρίση επέτρεψε να δημιουργηθούν θεσμοί και μηχανισμοί οι οποίοι έχουν αυξήσει την ικανότητα της ευρωζώνης να αντιμετωπίζει τις προκλήσεις των αγορών.
Κάθε φορά που εμφανίζεται μια νέα κρίση τίθεται ευλόγως το ίδιο ερώτημα: πρόκειται για μιαν ακόμη διαδικασία προσαρμογής η οποία θα ενισχύσει τελικά την ανοδική πορεία ή συνιστά σημείο καμπής, την αφετηρία της αποδόμησης; Η απάντηση στο ερώτημα αυτό εξαρτάται από τη φύση της πρόκλησης και από την ικανότητα των ιθυνόντων να αρθούν στο ύψος της.
Τι είναι καινούργιο στις σημερινές δυσκολίες της Ευρώπης; Για να απαντήσουμε στο ερώτημα αυτό πρέπει να βγούμε από το στενό ευρωπαϊκό πλαίσιο. Από το τέλος του Ψυχρού Πολέμου έχει ξεκινήσει μια διαδικασία πολλαπλής ενοποίησης του κόσμου, την οποία περιγράφουμε με τον ανεπαρκή όρο «παγκοσμιοποίηση». Πρόκειται, στην πραγματικότητα, για την εκθετική αύξηση της κυκλοφορίας αγαθών, κεφαλαίων, ανθρώπων, πληροφοριών και ιδεών στην επιφάνεια του πλανήτη.
Οι λόγοι του μετασχηματισμού της παγκόσμιας γεωγραφίας είναι πρωτίστως τεχνολογικοί. Το εθνικό έδαφος δεν έχει πλέον τη δυνατότητα να ελέγχει τη ροή των πληροφοριών, εισερχομένων ή εξερχομένων. Το Διαδίκτυο, οι τηλεπικοινωνίες, οι δορυφόροι και τα big data έχουν εξουδετερώσει τα κρατικά αμυντικά συστήματα ως προς τη διακίνηση ιδεών και πληροφοριών. Οι πολιτικές και ιδεολογικές εξελίξεις ενίσχυσαν την επίδραση των επαναστατικών τεχνολογικών αλλαγών. Η εμβληματική πτώση του Σιδηρού Παραπετάσματος εγκαινίασε το γενικότερο ρεύμα για την υποβάθμιση των συνόρων.
Επειτα από τρεις συναπτές δεκαετίες συνεχούς αύξησης της κυκλοφορίας, μαζί με τα αναμφισβήτητα θετικά αποτελέσματα έχουν φανεί οι αρνητικές συνέπειες τουλάχιστον για τις δυτικές κοινωνίες. Οι ανισότητες στο εσωτερικό των κρατών έχουν οξυνθεί· οι παγκόσμιες ισορροπίες έχουν ανατραπεί, κυρίως προς όφελος της Κίνας· οι δημογραφικές διαφορές ανάμεσα στις ηπείρους προκαλούν ισχυρές μεταναστευτικές ροές, τροφοδοτούμενες από την κυκλοφορία των πληροφοριών· η εισβολή των δυτικών αξιών σε παραδοσιακές κοινωνίες προκαλεί βίαιες αντιδράσεις. Η Δύση συνειδητοποιεί ότι οι αλλαγές τις οποίες η ίδια προκάλεσε απειλούν σήμερα τις πολιτικές και οικονομικές ισορροπίες τόσο στο εσωτερικό των κρατών όσο και στις σχέσεις της με άλλα μεγάλα γεωπολιτικά συγκροτήματα και τον υπόλοιπο κόσμο. Ηδη έχουν αναδυθεί ποικίλες μορφές αντίδρασης στην παγκοσμιοποίηση.
Κατά συνέπεια, η ανθρωπότητα αρχίζει μια νέα φάση η οποία χαρακτηρίζεται από την τάση να τεθούν κατά το δυνατόν εμπόδια στην κυκλοφορία. Σε σύγκρουση με την οικονομική ορθοδοξία, ο “τραμπισμός” επιδιώκει να επαναφέρει τον προστατευτισμό σε παγκόσμια κλίμακα. Οι πολιτικές ηγεσίες των χωρών του Βίσεγκραντ επανοικοδομούν πολιτικά και ιδεολογικά σύνορα στο εσωτερικό της Ευρώπης. Οι ποικίλοι αριστεροί και δεξιοί λαϊκιστές συναντώνται στην προσπάθεια να στρέψουν τις λαϊκές μάζες, θύματα του παγκοσμιοποιημένου ανταγωνισμού, εναντίον των μορφωμένων ελίτ οι οποίες επωφελούνται από το άνοιγμα του κόσμου. Ο θρησκευτικός φονταμενταλισμός δημιουργεί πνευματικά σύνορα – εμπόδια στην κυκλοφορία των ιδεών.
Οι αντιδράσεις στην παγκοσμιοποίηση εμφανίζονται ασυντόνιστες και χαοτικές, χωρίς συνεκτική ιδεολογική κάλυψη. Εγείρουν, όμως, στην Ευρώπη προβλήματα για τα οποία δεν την έχει προετοιμάσει ούτε το παλαιότερο, ψυχροπολεμικό παρελθόν της σταθερότητας ούτε η πρόσφατη μεταψυχροπολεμική αφελής ευφορία. Η Ευρώπη αποτελεί ένα sui generis γεωπολιτικό οικοδόμημα. Δεν διαθέτει την πολιτισμική συνοχή των εθνικών κρατών ούτε τη σύνθεση ανάμεσα στην επιβολή και την ευελιξία που χαρακτήριζε τις πολυεθνικές αυτοκρατορίες. Ταλαντεύεται ανάμεσα στα δύο πρότυπα χωρίς να καταλήγει σε μια πειστική σύνθεση. Απειλείται πάντοτε από τις φυγόκεντρες δυνάμεις.
Εως σήμερα η Ευρώπη μπορούσε να στηρίζεται στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής για να ξεπερνά τα εγγενή της προβλήματα. Οι πρώτες φάσεις της ευρωπαϊκής οικοδόμησης πραγματοποιήθηκαν χάρη στον αμερικανικό παρεμβατισμό. Οι Ηνωμένες Πολιτείες παρέμειναν ως εφεδρεία, η οποία σε περίπτωση σοβαρών αποκλίσεων και διαφωνιών στο εσωτερικό της Ευρώπης μπορούσε να κινητοποιηθεί όπως φάνηκε στη γιουγκοσλαβική κρίση.
Το πρώτο νέο στοιχείο είναι η απομάκρυνση και, ενδεχομένως, η εχθρική στάση του αμερικανικού παράγοντα ως προς το ευρωπαϊκό σχέδιο. Οι Ευρωπαίοι στο εξής κινδυνεύουν να βρεθούν μόνοι απέναντι στο πρόβλημα της πολιτικής τους πολυφωνίας, της πολιτισμικής τους πολυμορφίας και των αντιφατικών τους “μυθιστοριών”. Είναι αμφίβολο αν οι Αμερικανοί θα θελήσουν πάλι να τους “σώσουν από τον εαυτό τους”, όπως έπραξαν κατ’ επανάληψη κατά τον εικοστό αιώνα.
Η οικονομική παγκοσμιοποίηση έχει καταλύσει κάθε δυνατότητα κεϊνσιανής πολιτικής καθώς η εισοδηματική αναδιανομή οδηγεί σε επιδείνωση των εμπορικών ισοζυγίων αντί σε εσωτερική οικονομική ανάπτυξη. Προκειμένου να διατηρηθούν οι μακροοικονομικές ισορροπίες, οι πολιτικές λιτότητας καθίστανται αναπόφευκτες, με τις συνεπαγόμενες πολιτικές και κοινωνικές εντάσεις. Οι Ηνωμένες Πολιτείες απαντούν στο πρόβλημα αυτό με το κλείσιμο της οικονομίας, τον προστατευτισμό: America first. Μένει να αποδειχθεί αν η στροφή αυτή είναι ρεαλιστική και να φανούν τα μακροπρόθεσμα αποτελέσματά της για την ανταγωνιστικότητα της αμερικανικής οικονομίας.
Η Ευρώπη δεν έχει δυνατότητα για έναν τέτοιο πειραματισμό καθώς δεν διαθέτει ούτε τα αναγκαία θεσμικά μέσα ούτε την απαιτούμενη αυτάρκεια σε φυσικούς πόρους. Η Γερμανία επέλεξε τη λιτότητα για να ανταποκριθεί στον παγκόσμιο ανταγωνισμό και επιδιώκει να την επιβάλει και στις άλλες χώρες της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Οι μεσογειακοί λαοί δεν πείθονται από τον γερμανικό γεωοικονομικό και γεωπολιτικό ορθολογισμό. Οι εντάσεις ανάμεσα στους Βόρειους και τους Νότιους Ευρωπαίους διασταυρώνονται με τις διαφορετικές αντιλήψεις για θέματα ταυτότητας και μετανάστευσης ανάμεσα στους Ανατολικούς και τους Δυτικούς.
Ο κίνδυνος για αποδυνάμωση της Ευρωπαϊκής Ενωσης προκύπτει από τη διπλή αυτή εξέλιξη: αποκλίσεις και αντιφάσεις στο εσωτερικό και αναίρεση της παλαιάς ενοποιητικής επίδρασης των Ηνωμένων Πολιτειών. Και οι δύο αυτές εξελίξεις αποτελούν δευτερογενείς συνέπειες της παγκοσμιοποίησης. Η σημερινή ευρωπαϊκή κρίση διαφέρει, λοιπόν, ριζικά από τις προηγούμενες, καθώς προσδιορίζεται από το νέο παγκόσμιο γεωοικονομικό και γεωπολιτικό περιβάλλον. Τα δεδομένα τα οποία επέτρεπαν να ξεπεραστούν τα προβλήματα της ευρωπαϊκής ενοποίησης, δηλαδή η οικονομική ευμάρεια και η αμερικανική προστασία, έχουν ανατραπεί.
Πώς μπορεί η Ευρώπη να προσαρμοστεί στις νέες αυτές συνθήκες; Στηριγμένη στο πολιτικό κεφάλαιο το οποίο έχει συσσωρεύσει κατά το ευνοϊκό παρελθόν θα όφειλε να αναθεωρήσει ριζικά το γεωπολιτικό της πρότυπο σε αναζήτηση ισορροπίας μεταξύ πολυκεντρισμού και συντονισμού. Προς το παρόν κυριαρχεί η άποψη ότι αντί για αναζήτηση του νέου απαιτείται ενίσχυση του παλαιού, με σύνθημα “περισσότερη Ευρώπη”. Η προτεινόμενη πολιτική περιλαμβάνει ισχυρότερο συγκεντρωτισμό και μεγαλύτερη ομογενοποίηση. Απέναντι στις αντιστάσεις προωθείται μια αναποτελεσματική βουλησιαρχία. Η αυξημένη ικανότητα των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής να ανταποκριθεί, τουλάχιστον μεσοπρόθεσμα, στις προκλήσεις της παγκοσμιοποίησης επαναφέρει το όραμα των Ηνωμένων Πολιτειών της Ευρώπης. Αγνοούνται, όμως, οι ιστορικές και γεωγραφικές πραγματικότητες οι οποίες διαφοροποιούν πλήρως το υπόβαθρο της οικοδόμησης των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής από τις ευρωπαϊκές συνθήκες.
Επιδιώκοντας τη marche forcée προς την ευρωπαϊκή ενοποίηση, οι ευρωπαϊκές ελίτ, σε αύξουσα πνευματική απόσταση από τις λαϊκές μάζες, κινδυνεύουν να επιτύχουν το αντίθετο από ό,τι επιδιώκουν. Δεν εμπεδώνουν την ευρωπαϊκή συνοχή· ενισχύουν τις φυγόκεντρες τάσεις. Η Ευρώπη πρέπει να στηριχτεί στις ιδιαιτερότητές της, δηλαδή την πολυμορφία, τον πολυκεντρισμό και τη δημοκρατία αντί να επιδιώκει περισσότερο ή λιγότερο αυταρχικά μιαν ανέφικτη συνεκτικότητα, αλλιώς η σημερινή κρίση μπορεί να αποδειχθεί πολύ διαφορετική· κινδυνεύει να διαλύσει την Ευρώπη. Στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής η υπεροψία των ελίτ έφερε στην εξουσία τον Τραμπ· στην Ευρώπη οι συνέπειες ενδέχεται να είναι πολλώ χείρονες.
Ο Γιώργος Πρεβελάκης είναι καθηγητής Γεωπολιτικής στο Πανεπιστήμιο της Σορβόννης. Τελευταίο του βιβλίο στα ελληνικά: «Ποιοι είμαστε; Γεωπολιτική της ελληνικής ταυτότητας», Economia, Αθήνα 2016