Ο Μπέκετ στο πολύ γνωστό θεατρικό του έργο δείχνει τους δυο πρωταγωνιστές να περιμένουν υπομονετικά να έρθει κάποιος, να συμβεί κάτι που θα τους βοηθήσει. Συγχρόνως όμως ξέρουν πως κανείς δεν πρόκειται να έρθει, τίποτα δεν πρόκειται να συμβεί –απλά περιμένουν.
Η παραμονή
Με τον ίδιο τρόπο συμπεριφέρεται και η ΝΔ. Ο σκιώδης υπουργός Εξωτερικών κ. Κουμουτσάκος μάς πληροφόρησε πριν από λίγο καιρό πως δεν είναι ακόμα η κατάλληλη ώρα για να λυθεί το Μακεδονικό. Πρέπει να περιμένουμε μέχρι οι συνθήκες να είναι πιο ευνοϊκές για τη χώρα μας. Αρα χρόνος υπάρχει, απαιτείται υπομονή. Σε αυτό το κείμενο θέλω να τονίσω ακριβώς το αντίθετο. Στα πολυάριθμα επιχειρήματα υπέρ και κατά της συμφωνίας Τσίπρα – Ζάεφ αυτό που δεν τονίστηκε αρκετά είναι το θέμα του χρόνου, πιο συγκεκριμένα του χρονισμού (timing). Κατά τη γνώμη μου, το πιο βασικό επιχείρημα για την ανάγκη μιας συμφωνίας εδώ και τώρα είναι ότι ήταν απολύτως απαραίτητη –έστω και με μερικές σημαντικές υποχωρήσεις από τη μεριά της χώρας μας. Και αυτό για τον απλούστατο λόγο πως δεν θα υπάρξει στο μέλλον μια δεύτερη ευκαιρία. Είναι προφανές κατά τη γνώμη μου πως, λόγω του ρωσικού επεκτατισμού, η ΕΕ αλλά και οι ΗΠΑ θέλουν την τάχιστη ένταξη της ΠΓΔΜ στο ΝΑΤΟ και στην Ευρωπαϊκή Ενωση. Οσο για το εμπόδιο του ελληνικού βέτο, σίγουρα οι δύο μεγάλες δυνάμεις θα έβρισκαν τρόπους να το ξεπεράσουν.
Με βάση τα παραπάνω, αν η κυβέρνηση προσπαθούσε να κερδίσει περισσότερα, οι διαπραγματεύσεις θα αποτύγχαναν, σταδιακά το βέτο θα έχανε την ισχύ του και η γειτονική χώρα θα έμπαινε στο ΝΑΤΟ χωρίς να χρειαστεί να κάνει απολύτως καμιά παραχώρηση. Δεν θα ήταν υποχρεωμένη να αλλάξει το όνομά της ούτε το Σύνταγμά της. Θα εξακολουθούσε να ονομάζεται Δημοκρατία της Μακεδονίας, όνομα που ήδη χρησιμοποιεί η συντριπτική πλειοψηφία των χωρών του πλανήτη. Ετσι εμείς θα ήμασταν η μόνη χώρα στον κόσμο που θα εξακολουθούσε να την ονομάζει ΠΓΔΜ. Σε αυτήν την περίπτωση θα σώζαμε όχι μόνο την «τιμή» μας αλλά και την «ψυχή» μας! Θα παίζαμε, για μια ακόμη φορά, τον ρόλο της αδικημένης, απατημένης, ανάδελφης χώρας.

Η επιτυχία
Στην πραγματικότητα, η συμφωνία δεν είναι μια αποτυχία για τη χώρα μας όπως υποστήριξε η αντιπολίτευση. Αντίθετα, πρόκειται για μια νίκη της χώρας μας και μια μεγάλη επιτυχία του έλληνα Πρωθυπουργού και όσων τον βοήθησαν ή/και τον στήριξαν. Επειτα από είκοσι επτά χρόνια απίστευτων παλινωδιών, όπως το εμπάργκο του Ανδρέα Παπανδρέου ή η απόρριψη του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη της ευνοϊκής για μας πρότασης Πινέιρο (βλ. άρθρα μου στο «Βήμα της Κυριακής» 16/5/93, 23/5/93 και 16/6/94), ο Αλέξης Τσίπρας κατόρθωσε να κάνει σημαντικά βήματα για τη λύση του μακεδονικού ζητήματος με τον πιο συμφέροντα τρόπο για τη χώρα μας. Οπως δήλωσε ο καθηγητής Νίκος Αλιβιζάτος (βλ. άρθρο του στην «Καθημερινή» 17/6/18) που γνωρίζει σε βάθος το πρόβλημα, η ΠΓΔΜ μας έδωσε πάνω από 80% αυτών που ζητήσαμε! Επιπλέον, όπως τόνισαν όλοι σχεδόν οι ξένοι παρατηρητές, η συμφωνία Τσίπρα – Ζάεφ αποτελεί ένα ιστορικό κατόρθωμα της χώρας μας. Στα μάτια πολλών ξένων από το μαύρο πρόβατο της ευρωζώνης γίναμε ένα ζωντανό παράδειγμα σοβαρής προσπάθειας για την ενδυνάμωση της ειρήνης στα Βαλκάνια και στην Ευρώπη πιο γενικά.
Αυτοί που συνεχίζουν να μιλάνε για «προδοσία» είτε δεν καταλαβαίνουν τι επιτεύχθηκε, είτε είναι δέσμιοι μιας υπερπατριωτικής ιδεολογίας, είτε χρησιμοποιούν τον ψευδοπατριωτισμό τους εργαλειακά για να αποκομίσουν ατομικά, κομματικά ή άλλα οφέλη.
Το Κίνημα Αλλαγής
Τέλος, δυο λόγια για το Κίνημα Αλλαγής. Η πρόεδρος Φώφη Γεννηματά αποφάσισε να ακολουθήσει την πολιτική της ΝΔ. Δήλωσε πως έγιναν και μερικά θετικά βήματα, αλλά η αποτυχία της κυβέρνησης στα θέματα της γλώσσας και της ιθαγένειας ακυρώνουν την αξία της συμφωνίας. Με αυτόν τον τρόπο δεν είναι μόνο ο αρχηγός της ΝΔ που έκανε κωλοτούμπα, ξεχνώντας τελείως τις πρώην πολιτικά φιλελεύθερες, εκσυγχρονιστικές του ιδέες. Μια παρόμοια κωλοτούμπα έκανε και η Φώφη Γεννηματά. Και αυτό όταν όλα τα μέλη του Πολιτικού Συμβουλίου του ΚΙΝΑΛ δήλωσαν πως πρόκειται για μια αποδεκτή συμφωνία. Η πρόεδρος του Κινήματος όχι μόνο δεν έλαβε υπόψη της τη γνώμη τους, αλλά έκανε απολύτως σαφές πως όποιος διαφωνεί με τη «γραμμή» μπορεί να φύγει! Βέβαια, αυτή η απίστευτα αυταρχική συμπεριφορά θυμίζει την αντίδραση του Ανδρέα Παπανδρέου, που απέβαλε από τους κόλπους του ΠΑΣΟΚ τη Δημοκρατική Αμυνα όταν αυτή απαίτησε μικρό έστω βαθμό αυτονομίας και συμμετοχής στη λήψη των αποφάσεων. Ολα τα παραπάνω δείχνουν σε ποιο βαθμό κυριαρχεί το ΠΑΣΟΚ στον χώρο του ΚΙΝΑΛ. Φαίνεται καθαρά πια πως οι εκτός του πασοκικού χώρου, αν δεν αντιδράσουν δυναμικά, μπορεί να γίνουν μια εκσυγχρονιστική μάσκα πίσω από την οποία θα κρύβεται το παλαιοκομματικό, πατριωτικό ΠΑΣΟΚ. Γιατί αυτό είναι ξανά μαζί μας «ενωμένο, δυνατό».

Το συμπέρασμα
Και η ΝΔ και η πασοκική ηγεσία του ΚΙΝΑΛ απέρριψαν τη συμφωνία και για καθαρά μικροκομματικούς λόγους και γιατί ο Αλέξης Τσίπρας δεν είναι εξ ορισμού ικανός να κάνει κάτι καλό για τη χώρα. Επιπλέον η αντιπολίτευση αγνόησε πως αν η κυβέρνηση δεν πετύχαινε μια συμφωνία στην τωρινή συγκυρία, σίγουρα δεν θα υπήρχε μια δεύτερη ευνοϊκή ευκαιρία. Ολοι όσοι περιμένουν καρτερικά για μια καλύτερη λύση στο μέλλον θα περιμένουν άδικα τον Γκοντό του Μπέκετ να έρθει να τους βοηθήσει.
Ο Νίκος Μουζέλης είναι ομότιμος καθηγητής Κοινωνιολογίας LSE