«Τελικά πωλούνται. Ή μάλλον προσφέρονται. Απλόχερα. Εκλεπτυσμένα. Και καθόλου δημοκρατικά. Χωρίς λαϊκή εντολή… Αλλά ακόμη κι αν αυτή δινόταν, θα αγνοούνταν ξανά επιδεικτικά. Αντισυνταγματικά. Σαν Ελληνίδα, Μακεδόνισσα από καταγωγή και με ιδιότητα ολυμπιονίκη, λυπάμαι που ενώ για χρόνια προσπαθούσα με τις οργανωτικές επιτροπές στις διεθνείς διοργανώσεις –με καθαρά προσωπική πρωτοβουλία –να προσδώσω οποιαδήποτε άλλη ονομασία αρμόζει, πέραν όποιας εμπεριείχε τη λέξη Μακεδονία, επίσημα πια δεν μπορώ να το κάνω. Αγωνίζομαι αποκλειστικά και μόνο για τη χώρα μας και όλους τους Ελληνες που τη νοιάζονται και την πονάνε. Οσοι δρουν με ασέβεια στην Ιστορία, στους αγώνες, στους νεκρούς του τόπου και ενάντια στη λαϊκή επιθυμία, όπως συνέβη σήμερα, ζητώ ευγενικά να ΜΗ φωτογραφιστούν δίπλα μου σε ενδεχόμενες μεγάλες αθλητικές επιτυχίες στο μέλλον. Εκπροσωπώ τα ελληνικά χρώματα και οι επιτυχίες ανήκουν σε όσους αγαπούν την πατρίδα, έμπρακτα. Ελπίζω η δημοκρατία να μου δώσει τουλάχιστον αυτό το δικαίωμα».
Το παραπάνω σημείωμα ανήρτησε η ολυμπιονίκης της σκοποβολής Αννα Κορακάκη στον λογαριασμό της στο Instagram, κάτω από μια ασπρόμαυρη φωτογραφία της μπροστά από το άγαλμα του Μεγάλου Αλεξάνδρου, που βρίσκεται στην παραλία της Θεσσαλονίκης. Προφανώς, η αθλήτρια εισπράττει συγκινησιακά τη συμφωνία Αθηνών – Σκοπίων για το όνομα της γειτονικής χώρας και το ξέσπασμά της περιέχει πολλή οργή.
Ωστόσο, είναι μια οργή συντονισμένη με τη μεγάλη πλειονότητα του ελληνικού λαού. Μια οργή που, κυρίως, έχει ξεσηκώσει εναντίον του ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος μεθόδευσε και υπέγραψε τη συμφωνία, τη συντριπτική πλειονότητα των Βορειοελλαδιτών. Που αισθάνονται ότι παραδίδουν την ταυτότητά τους στο γειτονικό κράτος.
Η Αννα Κορακάκη ζει στη Θεσσαλονίκη. Σπουδάζει Ειδική Αγωγή στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας και ασχολείται με τη σκοποβολή από το 2009. Μέλος της εθνικής ομάδας αλλά και του Ωρίωνα Θεσσαλονίκης, συνεργάζεται στενά με τον πατέρα της Τάσο Κορακάκη, που είναι ο προπονητής της. Η Αννα Κορακάκη είναι μια αθλήτρια που δεν αναπαράγει εύκολα εθνικά στερεότυπα. Ετσι, κόντρα στην εικόνα που προσπαθούσε να κατασκευάσει γι’ αυτήν η κυβέρνηση, τη γνωρίσαμε όλοι μας όταν έκανε την πρώτη διεθνή της επιτυχία. Οταν δηλαδή, το 2016, στους Ολυμπιακούς Αγώνες στο Ρίο ντε Ζανέιρο, κατέκτησε το χρυσό μετάλλιο στο πιστόλι 25 μέτρων και το χάλκινο στο αεροβόλο πιστόλι 10 μέτρων.
Πανηγύρισε, βεβαίως, για εκείνες τις επιτυχίες της. Ωστόσο, ταυτόχρονα, δεν έκρυψε, ούτε η ίδια ούτε το οικογενειακό της περιβάλλον, τις συνθήκες υπό τις οποίες αναγκαζόταν να προετοιμάζεται ένας έλληνας αθλητής τον καιρό της κρίσης. Το βράδυ της επιτυχίας της, ήδη, οι συγγενείς της ανέφεραν ότι συνεργεία του δήμου κατεδάφισαν την πρόχειρη κατασκευή που είχε φτιάξει ο πατέρας της έξω από τη Δράμα, στην οποία έκανε προπόνηση η χρυσή ολυμπιονίκης. Μιλώντας για την αδιαφορία του κράτους να εξασφαλίσει τα στοιχειώδη στην προσπάθεια μιας πρωταθλήτριας, η μητέρα της είχε δηλώσει ότι «οι δυσκολότεροι αγώνες της Αννας και της οικογένειας δόθηκαν εκτός αγωνιστικών χώρων. Επρεπε να εξασφαλιστούν τα αυτονόητα με πολύ σκληρές μάχες» πρόσθεσε. Ποια ήταν τα αυτονόητα; Να μπορεί να έχει σφαίρες, όπλα, χώρο αλλά και τον προπονητή μαζί στους αγώνες.
Λίγες εβδομάδες μετά, μιλώντας στη Βουλή, προτίμησε να μη σταθεί στα παράπονα για τις υποδομές και τις παραλείψεις της πολιτείας, αλλά να κάνει έκκληση για τη διόρθωση όσων πήγαιναν στραβά. Πριν απευθύνει έκκληση στο κράτος αλλά και σε ιδιωτικούς φορείς να κάνουν ό,τι μπορούν για να φέρουν τη νεολαία στον ερασιτεχνικό αθλητισμό, ξεκαθάρισε ότι είναι «απόλυτα κατανοητή η δεινή οικονομική κατάσταση της χώρας».
«Δεν θα ήθελα να ερμηνεύσετε το μήνυμά μου ως μομφή ή ως παράπονο» είχε πει εκείνη τη μέρα απευθυνόμενη στους τριακόσιους της Βουλής. «Δεν έχω τέτοια πρόθεση. Το αντίθετο μάλιστα, ελπίζω να το λαμβάνετε ως έκκληση για το μέλλον των νέων παιδιών. Δεν μιλώ μόνο για τη δική μου περίπτωση, μόνο για το δικό μου άθλημα» πρόσθεσε, για να τονίσει ότι η χρηματοδότηση σε αθλητικές υποδομές και γενικότερα στον αθλητισμό –ιδιαίτερα στην περιφέρεια –είναι επένδυση για το μέλλον μας, για το μέλλον της χώρας.
Τα παραπάνω αποδεικνύουν ότι η Αννα Κορακάκη δεν είναι ένα πρόσωπο που βάζει το θυμικό του και τις συγκινησιακές παροτρύνσεις του μπροστά από τη λογική. Κάθε άλλο. Παρότι είναι ιδιαίτερα νέα, μόλις 22 χρόνων (έχει γεννηθεί τον Απρίλιο του 1996), έχει συναίσθηση πόσο περνάει ο λόγος της –ο λόγος μιας σταρ του αθλητισμού. Και προφανώς αυτήν τη συναίσθηση μεταστοιχειώνει σε παράπονο και έκκληση ταυτόχρονα στους έλληνες πολιτικούς, οι αποφάσεις τους να μην παραβλέπουν το δημόσιο αίσθημα.
Αλλωστε, η ίδια έχει συμβάλει στην τόνωση της εθνικής αυτοπεποίθησης. Τα αθλητικά της κατορθώματα δεν είναι αμελητέα. Η επιτυχία της στους Ολυμπιακούς Αγώνες, απροσδόκητη για μας, προϊόν συστηματικής δουλειάς από εκείνη, την κάνει πρωτοπόρο. Μεταξύ άλλων, είναι η πρώτη ελληνίδα αθλήτρια στην ιστορία των ελληνικών ολυμπιακών ομάδων που κατέκτησε δύο μετάλλια στην ίδια διοργάνωση Ολυμπιακών Αγώνων. Και φυσικά οι επιτυχίες της έχουν συνέχεια. Τον περασμένο μήνα έκανε παγκόσμιο ρεκόρ. Τίποτα δεν τη σταματά.
Γιατί όλα αυτά; Ασφαλώς, για την ατομική διάκριση. Αλλά και «για την Ελλάδα, ρε γαμώτο» –μια Ελλάδα που την προτιμά σύγχρονη και ανταγωνιστική, προσανατολισμένη σε θετικά νοήματα. Αυτά τα νοήματα στα οποία έχει αφιερωθεί η ίδια ως αθλήτρια αλλά και ως πολίτις.