Οχι τυχαία, λίγες ώρες μετά τη νίκη Ερντογάν, ο στενός συνεργάτης του και πρώην υπουργός Ευρωπαϊκών Υποθέσεων Εγκεμέν Μπαγίς κάλεσε τη χώρα μας «να πιάσει από τα αφτιά» και να παραδώσει τους οκτώ στρατιωτικούς στην Αγκυρα, ώστε να ξεκινήσει μια… νέα εποχή στις ελληνοτουρκικές σχέσεις. Παράλληλα, η μετακίνηση του τουρκικού γεωτρύπανου στην Αττάλεια, η οποία σημειώθηκε κατά την προεκλογική περίοδο, είναι ίσως ενδεικτική των προθέσεων της Αγκυρας ως προς τις γεωτρήσεις στην ΑΟΖ της Κυπριακής Δημοκρατίας. Εξάλλου, η υπόσχεση του τούρκου προέδρου περί «απελευθέρωσης» περισσότερων εδαφών στη Συρία, όπως αυτή διατυπώθηκε το βράδυ της εκλογικής του νίκης, ουσιαστικά επιβεβαιώνει ότι η τουρκική επιθετικότητα στην περιοχή θα συνεχιστεί.
Οι πρόσφατες εκλογές στην Τουρκία είχαν λάβει ιστορικό χαρακτήρα ήδη από το δημοψήφισμα του 2017 για τη συνταγματική αλλαγή, μιας και πλέον τίθεται σε εφαρμογή το νέο τουρκικό Σύνταγμα που μετατρέπει το πολίτευμα της γειτονικής χώρας σε προεδρικό. Η θέση του πρωθυπουργού καταργείται και ο πρόεδρος καθίσταται ουσιαστικά παντοδύναμος, χωρίς σημαντικά θεσμικά αντίβαρα. Κοινώς, ο Ερντογάν γίνεται απόλυτος κυρίαρχος.
Οι όροι διεξαγωγής της προεκλογικής εκστρατείας δεν ήταν δίκαιοι. Το σύνολο του κρατικού μηχανισμού και σχεδόν όλα τα ΜΜΕ της Τουρκίας στήριξαν χωρίς κανέναν ενδοιασμό την υποψηφιότητα Ερντογάν και το Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (AKP). Είναι χαρακτηριστικό ότι ο επικεφαλής του φιλοκουρδικού κόμματος HDP Σελαχατίν Ντεμιρτάς εξακολουθεί να παραμένει στη φυλακή, παρά την υποψηφιότητά του για το αξίωμα του προέδρου, κάτι που συνέβη για πρώτη φορά στα χρονικά. Κατά συνέπεια, η επικράτηση του Ταγίπ Ερντογάν από τον πρώτο γύρο δεν μπορεί να θεωρηθεί έκπληξη, παρά τη δυναμική παρουσία του υποψηφίου των κεμαλιστών Μουχαρέμ Ιντζέ. Παράλληλα, η εκλογική συμμαχία που συγκρότησε ο Ερντογάν με το κόμμα των Γκρίζων Λύκων (ΜΗΡ) κέρδισε και την πλειοψηφία στη Βουλή, παρόλο που το φιλοκουρδικό κόμμα κατάφερε να περάσει το όριο του 10% κι έτσι να κερδίσει την εκπροσώπησή του στη νέα σύνθεση του τουρκικού Κοινοβουλίου.
Παρά τη νέα επιβεβαίωση της κυριαρχίας Ερντογάν στο εσωτερικό της χώρας, είναι εξαιρετικά αμφίβολο αν η Τουρκία θα καταφέρει να εισέλθει σε κάποια πορεία σταθεροποίησης. Η ευρεία καχυποψία απέναντι στην αξιοπιστία των εκλογικών αποτελεσμάτων, οι σημαντικές απώλειες της αξίας της τουρκικής λίρας και οι δυσκολίες εφαρμογής του νέου τουρκικού Συντάγματος είναι μερικές μονάχα από τις προκλήσεις της επόμενης μέρας, σε συνδυασμό με τις τραυματισμένες διπλωματικές σχέσεις της Τουρκίας με το σύνολο σχεδόν του δυτικού κόσμου.
Οσον αφορά την Ελλάδα, η ανάδειξη του ακροδεξιού ηγέτη των Γκρίζων Λύκων Ντεβλέτ Μπαχτσελί σε ρόλο ρυθμιστή αποτελεί αναμφίβολα μια αρνητική εξέλιξη, ιδιαίτερα αν του προταθεί και μία από τις θέσεις των αντιπροέδρων που προβλέπονται από το νέο τουρκικό Σύνταγμα.
Σε κάθε περίπτωση, η Ευρωπαϊκή Ενωση οφείλει να αξιολογήσει με σοβαρότητα τις εξελίξεις στην Τουρκία, αρκετά νωρίτερα από όσο αναμενόταν. Οι προβλέψεις του νέου Συντάγματος έρχονται σε πλήρη σύγκρουση με τα κριτήρια της Κοπεγχάγης και ως εκ τούτου καθιστούν ιδιαίτερα προβληματική οποιαδήποτε συζήτηση για τη συνέχιση των ενταξιακών διαπραγματεύσεων με την Τουρκία. Ο επαναπροσδιορισμός των ευρωτουρκικών σχέσεων θα καθορίσει σε σημαντικό βαθμό το γεωπολιτικό τοπίο της Ανατολικής Μεσογείου, γι’ αυτό τόσο η Ελλάδα όσο και η Κύπρος οφείλουν να παρακολουθήσουν στενά τις εξελίξεις, φροντίζοντας για την προάσπιση των εθνικών συμφερόντων τους και στη νέα αυτή εποχή.