«Ντάρλινγκ»: Το 1965 ήταν η χρονιά που το βρετανικό σινεμά έδειχνε να αλλάζει για τα καλά όπως άλλωστε και η ίδια η κοινωνία. Θυμηθείτε, είναι η εποχή του free cinema αλλά και των Beatles. Και, μέχρι τότε η μόνη ταινία που έδειχνε να μετουσιώνει στη γραφή της τα δυο αυτά «ρεύματα» ήταν το «A hard day’s night» (ελλ. τίτλος: «Ξεφάντωμα με τους Μπιτλς») που γύρισε ο Ρίτσαρντ Λέστερ μόλις το 1964. Τα Σκαθάρια βέβαια εκεί έκαναν μάλλον επιδερμικά χαβαλέ με την υποκρισία του αγγλικής προελεύσεως καθωσπρεπισμού –άλλωστε το ζήτημα ήταν… οι ίδιοι και το ροκ’ν’ρολ. Ο Τζον Σλέσινγκερ όμως, κρατώντας μεν την εφευρετική (στα όρια του παιχνιδίσματος) γραφή, επιχειρεί μια βαθιά τομή σε όλα αυτά που καθιστούν το «swinging» Λονδίνο των 60s μια μαγική εικόνα που στάζει υποκρισία και διαφθορά. Το timing ήταν σωστό: Η ταινία δεν θα μπορούσε να είχε γυριστεί λίγα χρόνια πριν –η λογοκρισία θα είχε εξαφανίσει τους σεξουαλικούς υπαινιγμούς, τις απιστίες καθώς και τα ζητήματα της άμβλωσης και της ομοφυλοφιλίας. Και επίσης, δεν θα μπορούσε να είχε γυριστεί με άλλη πρωταγωνίστρια: Η Τζούλι Κρίστι, τότε 23 ετών, έγινε σταρ σε μια νύχτα, κερδίζοντας μάλιστα και Οσκαρ καλύτερης γυναικείας ερμηνείας, ενσαρκώνοντας την Νταϊάνα Σκοτ, μια ελαφρόμυαλη όσο και «ανήθικη» ηρωίδα που παρασύρεται από τη δίψα της για επιτυχία, φυσικά πληρώνοντας ένα βαρύ τίμημα.

Το ταξίδι της όμως είναι γεμάτο «ενδιαφέροντες» σταθμούς. Ξεκινά από λονδρέζα νοικοκυρά, μετά ερωμένη, διάσημη ηθοποιός ώς και πριγκίπισσα. Ισως όλα τα όνειρα που θα είχε οποιαδήποτε ελκυστική γυναίκα –αν και η ίδια δεν είναι ποτέ ευγνώμων για την «τύχη» της και ποτέ ευτυχισμένη. Και κανείς φυσικά εκεί έξω δε συνειδητοποιεί πόσο άδεια, πόσο στεγνή από κάθε αληθινό συναίσθημα είναι η ζωή αυτής της γυναίκας όταν βλέπει τη φωτογραφία της στο εξώφυλλο ενός περιοδικού και αγοράζει, δίχως πολλή σκέψη, ένα τεύχος. Μα, «έχει ζήσει μια ονειρεμένη ζωή και είναι αξιαγάπητη». Ετσι, τούτη εδώ η πλέον κλασική, μοναδικά γραμμένη, εξόχως σκηνοθετημένη και τόσο φινετσάτα πικρόχολη ταινία, μιλάει για όλα εκείνα τα «ντάρλινγκς», τους ανθρώπους που αναζητούν αδιάκοπα την προσοχή, την επικύρωση ή την εξουσία ενώ παράλληλα διακωμωδεί τη σύγχρονη (και αναφέρομαι και στο τότε αλλά και στο τώρα) κουλτούρα του lifestyle. Ο Σλέσινγκερ μοιάζει να λέει πως όλες μαζί οι παραλλαγές του swinging lifestyle είναι ωφέλιμες κυρίως για τους καταστηματάρχες, τα καταστήματα και τις επιχειρήσεις. Για την ίδια την Νταϊάνα, η ταξική αναρρίχηση τής προσφέρει μονάχα ένα πολυτελέστατο περιβάλλον για να μπορέσει επιτέλους να αισθανθεί πόσο απελπισμένα μόνη είναι.

Βαθμοί: 10

«Δύσκολο» σίκουελ

«Sicario 2: Η μάχη των εκτελεστών»:Μα μπορεί να γίνει σίκουελ σε ταινία δημιουργού; Εξαρτάται. Να, ο Στέφανο Σολίμα που σκηνοθετεί δεν είναι κανένας τυχαίος. Είναι ο υπογράφων το «Suburra», κορυφαίο αστυνομικό θρίλερ που έκανε έξοδο στις αίθουσες όταν οι περισσότεροι το είχαν δυστυχώς δει διαδικτυακώς. Πάντως κατορθώνει να δώσει στο φιλμ μια σκοτεινή αιχμή, σε τέτοιο βαθμό που δέχεται τις συμβάσεις αλλά και τους χαρακτήρες (Μπενίτσιο Ντελ Τόρο, Τζος Μπρόλιν) που ούτως ή άλλως είχες εκτιμήσει στο πρώτο φιλμ. Με μία ένσταση: Σκηνοθετικά όλα είναι στη θέση τους, σεναριακά όμως το «Sicario 2» δεν θα μπορούσε να ενδώσει στον βαθύ δραματουργικό κυνισμό του πρώτου μέρους. Ετσι, ετοιμαστείτε εδώ για μερικές εξωφρενικές απιθανότητες που, αν μη τι άλλο, επικυρώνουν τον κυνισμό της βιομηχανίας που το ενέκρινε.

Βαθμοί: 6

«Ο γίγαντας»: Βόρεια Ισπανία, 1843. Ο νεαρός Μαρτίν, επιστρέφοντας στο σπίτι του μετά τον πόλεμο, πληγωμένος και ηττημένος, βρίσκει τον αγαπημένο του αδελφό Χοακίν να έχει μεγαλώσει τόσο που μοιάζει με αληθινό γίγαντα. Για να βοηθήσουν την οικογένειά τους οι δυο τους ξεκινούν μια ριψοκίνδυνη περιπέτεια στην οποία ο γιγαντιαίος Χοακίν γίνεται νούμερο σε τσίρκο και δίνει παραστάσεις σε πλατείες, θέατρα και αυλές πλουσίων σε όλη την Ευρώπη. Και το πιο ενδιαφέρον στοιχείο αυτού του τόσο τρυφερού όσο και εντυπωσιακά γυρισμένου φιλμ είναι πως με τον τρόπο του μιλά και για την απώλεια της πολιτιστικής ταυτότητας στη σημερινή εποχή, την εποχή της παγκοσμιοποίησης: Ο Μάρτιν θέλει να πάει στην Αμερική όχι κατ’ ανάγκην αναζητώντας μια καλύτερη ζωή, αλλά μια άλλη ζωή, εντελώς διαφορετική από αυτήν που ζει στην Ισπανία, κάτι που κινεί το δράμα μέχρι τέλους. Φορτωμένο με βραβεία, αξίζει το κόπο.

Βαθμοί: 6

ΠΡΟΒΑΛΛΟΝΤΑΙ ΕΠΙΣΗΣ:

Στον «Καρδιοκατακτητή», βρισκόμαστε στη Γαλλία του 1809 όπου ο γοητευτικός λοχαγός Νεβίλ ετοιμάζεται να παντρευτεί την αφελή Πολίν, όμως ξεσπάει πόλεμος κι αναγκάζεται να φύγει για το μέτωπο. Οταν τελικά επιστρέφει αναπάντεχα, τον καλωσορίζουν με δόξες και τιμές, αφού κανείς δεν ξέρει ότι στην πραγματικότητα ήταν ένας λιποτάκτης! Ο Ζαν Ντιζαρντέν είναι τουλάχιστον ιδανικός στο ρόλο, και η ταινία έχει πλάκα (Βαθµοί: 5). Τέλος, στο «Δέκα ύποπτοι για φόνο» έχουμε τη μεταφορά διηγήματος της Αγκαθα Κρίστι με ένα καστ σπουδαίων ηθοποιών (Γκλεν Γκλόουζ, Τζούλιαν Σαντς, Τέρενς Σταμπ, Τζίλιαν Αντερσον) που βλέπεται ευχάριστα αλλά μέχρι εκεί (Βαθµοί: 4), ενώ έχουμε και το ρωσικό animation «Πρόβατα εναντίον λύκων» που, σε επίπεδο τεχνοτροπίας, δεν έχει τίποτα να ζηλέψει από τα αντίστοιχα αμερικανικά.