Το καθένα από μόνο του ως γεγονός δεν λέει τίποτε. Ολα τα γεγονότα μαζί όμως, κάνουν κάτι. Θα μπορούσε, με άλλα λόγια, να μην έχει σημασία εάν δύο κουκουλοφόροι μπούκαραν στο γραφείο ενός βουλευτή και άρχισαν να εκτοξεύουν απειλές. Αλλά αρκεί να προσθέσει κανείς σε αυτό το γεγονός τις καταγγελίες περί αποσταθεροποίησης από κορυφαίους υπουργούς, την «κυβερνητική πηγή» του Μαξίμου που βλέπει συνωμοσίες από επιχειρηματικά κέντρα κατ’ εντολή του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης, ακόμη και την κυβερνητική εφημερίδα που ρωτάει αγωνιωδώς εάν πετύχει η προσπάθεια ανατροπής της κυβέρνησης η χώρα θα αποσταθεροποιηθεί ή δεν θα αποσταθεροποιηθεί και αν οι εκλογές θα φέρουν πολιτική αστάθεια.
Ολα αυτά μαζί απέχουν από τη δημοκρατική λογική. Ολα αυτά μαζί κάνουν καθεστώς. Κινούνται σε ένα πνεύμα για το οποίο, από την Τουρκία του Ερντογάν και τη Ρωσία του Πούτιν έως τη Βενεζουέλα του Μαδούρο, η αντιπολίτευση απαγορεύεται να επιδιώκει την ανατροπή της κυβέρνησης και αν την επιδιώκει σημαίνει πως είναι έρμαιο επιχειρηματικών συμφερόντων, ξένων κέντρων, σκοτεινών συμφερόντων, της CIA, του διεθνούς κεφαλαίου, των Ελ. Είναι η καθεστωτική λογική που ταυτίζει την αποσταθεροποίηση της κυβερνητικής εξουσίας της με την αποσταθεροποίηση της δημοκρατίας ή ολόκληρης της χώρας. Και που καταγγέλλει ως αργυρώνητους, προδότες και πουλημένους όσους την εγκαταλείπουν.
Από αυτή τη δολοφονία χαρακτήρων έως τον κουκουλοφόρο που θα πιστέψει ότι απέναντί του έχει πουλημένους προδότες που τα παίρνουν και θα αποφασίσει να τους τιμωρήσει γι’ αυτό, η απόσταση δεν είναι μεγάλη. Κι αυτό κάνει τη βασική διαφορά: στις δημοκρατίες οι κυβερνήσεις πέφτουν ήσυχα, χωρίς θόρυβο. Στα καθεστώτα πέφτουν ουρλιάζοντας.