Μεγάλη σπείρα παράνομης έκδοσης αδειών διαμονής σε αλλοδαπούς υπηκόους τρίτων χωρών εξαρθρώθηκε ύστερα από ευρεία αστυνομική επιχείρηση σε έξι περιοχές της Ελλάδας, συμπεριλαμβανομένης της Αθήνας (έρευνες έγιναν και σε Μεσολόγγι, Λευκάδα, Λάρισα, Τρίκαλα και Αλεξανδρούπολη).
Ειδικότερα, συνελήφθησαν 23 άτομα, εκ των οποίων οι 16 είναι Ελληνες και οι επτά αλλοδαποί. Μεταξύ των συλληφθέντων είναι τα δύο αρχηγικά μέλη της οργάνωσης, επτά δικηγόροι και πέντε υπάλληλοι του ευρύτερου δημοσίου τομέα.
Σε βάρος των συλληφθέντων σχηματίστηκε δικογραφία κακουργηματικού χαρακτήρα για εγκληματική οργάνωση, πλαστογραφία, υφαρπαγή ψευδούς βεβαίωσης, ηθική αυτουργία σε ψευδείς ιατρικές πιστοποιήσεις, δωροδοκία – δωροληψία υπαλλήλου, ψευδή βεβαίωση, νόθευση και διευκόλυνση παράνομης διαμονής πολίτη τρίτης χώρας, κατά συναυτουργία, εξακολούθηση και συρροή.
Σημειώνεται, ότι για την ίδια υπόθεση κατηγορούνται επιπλέον δυο ακόμη Ελληνες και ένας αλλοδαπός, οι οποίοι δεν συνελήφθησαν, λόγω έλλειψης των προϋποθέσεων της αυτόφωρης διαδικασίας, καθώς επίσης και άλλα τρία άτομα, που κατηγορούνται για διάφορα αδικήματα (παραβίαση υπηρεσιακού απορρήτου, πλαστογραφία, παράβαση καθήκοντος κ.α.), μη σχετιζόμενα, όμως, με την εγκληματική οργάνωση.
Πώς λειτουργούσε η εγκληματική οργάνωση
Σύμφωνα με την έρευνα της Διεύθυνσης Εσωτερικών Υποθέσεων, οι κατηγορούμενοι, τουλάχιστον από τον περασμένο Μάρτιο, είχαν συστήσει και ενταχθεί σε εγκληματική οργάνωση, με αντικείμενο την κατάρτιση πλαστών δικαιολογητικών, για την παράνομη έκδοση αδειών διαμονής σε αλλοδαπούς υπηκόους τρίτων χωρών. Η παράνομη δραστηριότητα της σπείρας αφορούσε στην καταρχήν έκδοση της σχετικής «βεβαίωσης κατάθεσης αίτησης για έκδοση άδειας διαμονής», ώστε να θεωρείται εφεξής ότι οι αλλοδαποί διαμένουν νόμιμα στη χώρα και στη συνέχεια της «άδειας διαμονής».
Ως προς τον τρόπο δράσης της οργάνωσης, τα δυο αρχηγικά μέλη, με τη βοήθεια ορισμένων άλλων δραστών, αναζητούσαν αλλοδαπούς που διέμεναν στην περιοχή της Αττικής, από τους οποίους λάμβαναν μεγάλα χρηματικά ποσά για να τους βοηθήσουν να συγκεντρώσουν έγγραφα που θα διευκόλυναν την έκδοση των αδειών διαμονής. Για παράδειγμα, έγγραφα που πιστοποιούσαν επταετή συνεχή διαμονή τους στη χώρα και τη μόνιμη διαμονή τους σε πόλεις της επαρχίας, ώστε να μπορούν καταθέτουν εκεί τα δικαιολογητικά τους.
Σύμφωνα με την αστυνομία, τα έγγραφα που χρησιμοποιούσαν οι δράστες συνήθως ήταν ιατρικές βεβαιώσεις, για επισκέψεις σε εξωτερικά ιατρεία νοσοκομείων και ιατρικά περιστατικά, έγγραφα από εταιρείες μεταφοράς χρημάτων, λογαριασμοί εταιρειών κινητής τηλεφωνίας, ψευδείς υπεύθυνες δηλώσεις (περί φιλοξενίας αλλοδαπών), εφοδιασμένες με γνήσιο υπογραφής δικηγόρου της οργάνωσης, πλαστά μισθωτήρια συμβόλαια κατοικίας, εμβάσματα λογαριασμών τραπεζών που έχουν κλείσει ή έχουν συγχωνευθεί και πλαστές αγορές από γνωστά εμπορικά πολυκαταστήματα.
Στη συνέχεια, μέλη της οργάνωσης προέβαιναν σε πλαστογραφήσεις των εγγράφων, ενώ οι δικηγόροι – μέλη της σπείρας μετέβαιναν στις αρμόδιες υπηρεσίες, μαζί με τους αλλοδαπούς για την κατάθεσή τους. Σημειώνεται, ότι οι δικηγόροι γνώριζαν για την πλαστότητα των εγγράφων που περιέχονταν στους φακέλους και σε πολλές περιπτώσεις συμμετείχαν στη συμπλήρωσή τους, καταρτίζοντας και οι ίδιοι πλαστά έγγραφα ή ψευδείς βεβαιώσεις για τη δικαιολόγηση ετών παραμονής ή για τη βεβαίωση του τόπου διαμονής.
Για την κατάθεση των φακέλων στις αποκεντρωμένες διοικήσεις πόλεων της επαρχίας, τους αλλοδαπούς συνόδευαν και τα δύο αρχηγικά μέλη της οργάνωσης, καθώς και συνεργάτης τους. Σε ορισμένες, μάλιστα, αποκεντρωμένες διοικήσεις τη διεκπεραίωση των φακέλων αναλάμβαναν αρμόδιοι υπάλληλοι που συμμετείχαν στη σπείρα και βεβαίωναν ψευδώς, έναντι χρηματικής αμοιβής, ότι στο πρόσωπο των αλλοδαπών πληρούνται όλες οι απαιτούμενες προϋποθέσεις για τη χορήγηση βεβαίωσης κατάθεσης αίτησης και άδειας διαμονής.
Επειτα από την ολοκλήρωση της διαδικασίας, τόσο της κατάθεσης των φακέλων, όσο και της έκδοσης των αντίστοιχων καρτών, τα αρχηγικά μέλη και συνεργάτης τους έπαιρναν από τους αλλοδαπός τα συμφωνηθέντα χρηματικά ποσά, τα οποία στη συνέχεια μοιράζονταν μεταξύ τους, ανάλογα με τη συμμετοχή τους στη διαδικασία.Ενδεικτικά, τα ποσά για την κατάθεση του φακέλου κυμαίνονταν από 650 έως 800 ευρώ και σε περίπτωση που εκδιδόταν η σχετική άδεια διαμονής από 1.000 έως 1.500 ευρώ.
Σε κατ’ οίκον αστυνομικές έρευνες που διενεργήθηκαν, βρέθηκαν και κατασχέθηκαν πλήθος πλαστών εγγράφων και διαβατηρίων, ηλεκτρονικοί υπολογιστές, καθώς και 20.890 ευρώ. Στην επιχείρηση για την αποδόμηση της εγκληματικής οργάνωσης συμμετείχε η Υποδιεύθυνση Εσωτερικών Υποθέσεων Βορείου Ελλάδος καθώς και το Σώμα Επιθεωρητών Ελεγκτών Δημόσιας Διοίκησης.
Οι συλληφθέντες, με τη δικογραφία που σχηματίστηκε σε βάρος τους, οδηγούνται στον εισαγγελέα Πρωτοδικών Αθηνών.