Θα μου επιτρέψετε σήμερα να καταφύγω και σε μερικές προσωπικές καταθέσεις αλλά και της γενιάς μου πάνω σ’ ένα θέμα που πραγματικά με καίει, δεδομένου πως η ζωή μου είναι ζυμωμένη με την εκπαίδευση όλων των βαθμών και των ειδών. Δίδαξα σε δημόσια και ιδιωτικά σχολεία μέσης εκπαίδευσης, σε νυκτερινά εμποροϋπαλλήλων στην πρωτεύουσα και σε απομακρυσμένη επαρχία, στο πανεπιστήμιο και σε φροντιστήρια, σε δραματικές σχολές, σε δημοσιογραφικά εργαστήρια, σε σεμινάρια και σε δημόσιες σειρές μαθημάτων πάνω σε θέματα της ειδικότητάς μου. Ο πατέρας μου, φιλόλογος και όπως μαρτυρούν οι μαθητές του (πολλοί καθηγητές αργότερα πανεπιστημίου και αρεοπαγίτες) σπουδαίος δάσκαλος, με συμβούλεψε όταν επέλεξα την εκπαίδευση για επάγγελμα ότι έπρεπε συνεχώς να επιδιώκω να αξιολογούμαι και ανά πάσα στιγμή να είμαι έτοιμος να κριθώ για τις γνώσεις μου, τις μεθόδους μου, την ενημέρωσή μου πάνω στα αντικείμενα της διδασκαλίας και βέβαια για το παιδαγωγικό μου ήθος, τη γνώση της παιδικής ψυχολογίας, ακόμη και τις τοπικές κοινωνικές συνθήκες απ’ όπου προέρχονται οι μαθητές μου. Ο ίδιος ο πατέρας μου με είχε στοιχειώσει, όταν εγκαινίασα την καριέρα μου, με τις φράσεις του: «Εγώ πάντα προήχθην κατ’ απόλυτον εκλογήν, όχι ακολουθώντας την επετηρίδα». Ετσι κι εγώ και οι συνάδελφοι εκείνων των δεκαετιών που εισήλθαμε στην Εκπαίδευση και προχωρούσαμε αξιολογούμενοι κάθε φορά για να μπορέσουμε να καταλάβουμε υψηλότερη θέση στην επετηρίδα (διότι πολλοί εκρίνοντο στάσιμοι) επιζητούσαμε κρίση και ήμασταν έτοιμοι ανά πάσα στιγμή, κάθε μέρα, να αιφνιδιαστούμε από τον επιθεωρητή παλιότερα, τον σύμβουλο εκπαιδεύσεως μετά την περίοδο Παπανούτσου και ενώπιον των μαθητών μας να αποδείξουμε με γνώση και μέθοδο και ήθος πως αξίζαμε να μας εμπιστεύεται η πολιτεία και κυρίως ο γονιός τα παιδιά του.
Σ’ ένα ιδιωτικό σχολείο στην Ηλιούπολη είχα μια Γ’ Γυμνασίου που διέθετε πλούσιο για μύηση στα Ελληνικά «υλικό». Η ανταπόκριση ήταν ενθουσιαστική και μου επέτρεπαν οι μαθητές μου να προχωρώ πλησίστιος σε προσφορά νέων γνώσεων παραβιάζοντας ακόμη και το πρόγραμμα του υπουργείου. Ετσι ενώ έπρεπε να περιοριστώ π.χ. στο Συντακτικό της Αρχαίας στην κύρια πρόταση, είχα εξαντλήσει τη σύνταξη των δευτερευουσών προτάσεων (υποθετικούς λόγους, τελικές προτάσεις, απαρεμφατικές προτάσεις κ.τ.λ.). Εχοντας λοιπόν εξαντλήσει τη γνώση των «εργαλείων» –γραμματική και συντακτικό –κατά τα Χριστούγεννα και προς την άνοιξη άρχισα να ασκώ τους ενθουσιώδεις μαθητές μου (μεικτές τάξεις) σε αρχαίο κείμενο καθ’ υπαγόρευση, τεχνολογία και μετάφραση. Αυτό στο εγκύκλιο πρόγραμμα του υπουργείου γινόταν στη Β’ σημερινού Λυκείου, τότε Ζ’ Γυμνασίου.
Κάποια στιγμή αιφνίδια μας επισκέφθηκε επιθεωρητής. Μπήκε στην τάξη μου ύστερα από άλλον συνάδελφο και εγώ συνέχισα απτόητος το παραβατικό μου πρόγραμμα. Σήκωσα μαθήτρια στον πίνακα, της υπαγόρευσα μια παράγραφο Λυσία και ζήτησα από την τάξη να κάνει τεχνολογία, γραμματική, σύνταξη, ετυμολογία κ.τ.λ. Υστερα όλοι μαζί δοκίμασαν ξανά και ξανά, προχωρώντας να βελτιώνουν τη μετάφραση. Οταν τελείωσε το μάθημα ο επιθεωρητής είπε δύο λόγια στα παιδιά καταλήγοντας «είστε τυχερά» και στο γραφείο, αφού με συνεχάρη, μου είπε πως ήταν υποχρεωμένος στην έκθεσή του να αναφέρει πως ήμουν «παράνομος». Το έκανε, αλλά σε έναν μήνα πήρα εύφημο μνεία από το υπουργείο, η οποία κοινοποιήθηκε σε όλη την περιφέρεια.
Αν μένω σ’ αυτήν την προσωπική κατάθεση είναι για να δηλώσω πως πολλοί συνάδελφοι της εποχής έκαναν το ίδιο, σε εποχές δύσκολες. Αλλά τότε, αγαπητοί, απόφοιτοι εξαταξίου Γυμνασίου διορίζονταν έφοροι, ταμίες του Δημοσίου, δημοτικοί και νομαρχιακοί υπάλληλοι και εισάγονταν στις Σχολές Ευελπίδων και Ικάρων!
Τώρα για τις ίδιες υπηρεσίες, με εξετάσεις ΑΣΕΠ, με δυσκολία «περνάνε» ακόμη και κάτοχοι διδακτορικού. Θέλετε κάτι απίστευτο; Θέμα Αρχαίων Ελληνικών άγνωστο προς μετάφραση που έδωσα σε ιδιωτικό σχολείο της Ηλιουπόλεως το 1965 στις εισαγωγικές εξετάσεις (ναι, τότε υπήρχαν κι αυτές) από το Γυμνάσιο στο Λύκειο, έναν Ισοκράτη, όπου οι μαθητές του απομακρυσμένου ιδιωτικού πήραν όλοι προβιβάσιμο βαθμό από επιτροπή δημοσίων εκπαιδευτικών, ετέθη πριν από έξι χρόνια ως θέμα στις Πανελλαδικές Εξετάσεις Θεωρητικής Κατεύθυνσης (Φιλόλογοι, Νομικοί, Δάσκαλοι!).
Η γενιά του πατέρα μου είχε δύο προαπαιτούμενα πτυχία για να διοριστεί στη Δημόσια Εκπαίδευση: Πτυχίο Φιλολογίας (άλλοι Μαθηματικών, Φυσικής κ.τ.λ.) και Πτυχίο Παιδαγωγικής Επάρκειας. Επίσης για να διεκδικήσουν ανώτερες θέσεις στην ιεραρχία της Εκπαίδευσης έπρεπε να περάσουν μετεκπαίδευση δύο ετών, με υποχρεωτική παρουσία στην Αθήνα, διατηρώντας τον μισθό τους και τα έξοδα διαμονής! Πότε; Το 1931, ’36, ’37 κ.τ.λ.
Στα τμήματα αυτά διδάσκονταν από καθηγητές πανεπιστημίου, τον Βέη, τον Καλλιτσουνάκη, τον Τσούντα. Τέτοιοι επαρκείς δάσκαλοι μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή, κατά τη διάρκεια διδακτοριών και πραξικοπημάτων, Κατοχή, Εμφύλιο κράτησαν ψηλά στη συνείδηση του λαού την αξία της γνώσης και του ήθους.
Η μάνα μου, απόφοιτη σχολαρχείου, έγραφε άπταιστα ελληνικά και κατέχω φωτοαντίγραφο επί πτυχίω φοιτητή της Φιλοσοφικής με 30 (!) ορθογραφικά και κυρίως σημασιολογικά λάθη! Αυτός τώρα πιθανόν ανάμεσα σε άλλους άξιους αποφοίτους ως αναπληρωτής «φωτίζει» μαθητές στην επαρχία!
Είδα πως όπως ο σκύλος σκεπάζει τα «κακά» του οι συνδικαλιστές εκπαιδευτικοί προσπαθούν να απαλείψουν το όνειδος της PISA με τον συνήθη τρόπο, να μη μετέχει η Ελλάδα σ’ αυτόν τον ευρωπαϊκό θεσμό. Τι είναι η PISA; Δίδεται σε μαθητές 15 ετών σ’ όλη την Ευρώπη ένα κείμενο στη γλώσσα τους να γράψουν τι κατανόησαν, να πουν όπως λέγαμε παλιά το «νόημα». Είμαστε τελευταίοι στην Ευρώπη!
Και τώρα! Καταργείται με νόμο η αξιολόγηση των εκπαιδευτικών! Για πολλά χρόνια μετά το 1981 οι συνδικαλιστές δεν επέτρεπαν σε σύμβουλο να μπει σε τάξη. Του απαγόρευαν συχνά να μπει στο σχολείο.
Κάποτε με κάλεσε υπεύθυνος να διδάξω εκτάκτως Αρχαίο Δράμα σε μετεκπαιδευόμενους (τώρα καταργήθηκε κι αυτό). Βρέθηκα ενώπιον μιας δράκας συναδέλφων, διότι δεν ήταν, λέει, υποχρεωτική γενικώς η παρουσία. Οι μετεκπαιδευόμενοι αυτοί εισέπρατταν τον μισθό τους προερχόμενοι από την επαρχία για ένα έτος και δεν πάταγαν στη Σχολή. Ο μακαρίτης, έξοχος πεζογράφος, βραβευμένος για τα διηγήματά του Χριστόφορος Μηλιώνης, σύμβουλος εκπαίδευσης (από τις έξοχες επιλογές μαζί με άλλους ισάξιους φιλολόγους του υπουργού Παιδείας Απόστολου Κακλαμάνη), σε βραβευμένο διήγημά του με τίτλο «Ο χαφιές μου» καταγράφει πως όταν έφευγε από το σπίτι του για το γραφείο του τον ακολουθούσε μια μοτοσικλέτα και αν πήγαινε σε σχολείο ειδοποιούσε τους συνδικαλιστές να του εμποδίσουν την είσοδο.
Ετσι από το 1981 έως σήμερα (2018) εκπαιδευτικοί που μπήκαν στην Εκπαίδευση και ήδη είναι συνταξιούχοι κανείς δεν γνωρίζει αν έκαναν τη δουλειά τους. Μαθητές με κινητά συχνά μού έδειχναν δάσκαλο να κοιμάται στην έδρα. ΠΡΟΣΟΧΗ! Υπάρχουν έξοχοι δάσκαλοι και αφοσιωμένοι στην ελληνική Εκπαίδευση! Αλλά τα ρετάλια; Αυτοί, προηγούμενοι στην επετηρίδα, έστελαν τους αριστούχους που ξώμεναν στα φροντιστήρια. Εχω συναντήσει διδάκτορες ταξιτζήδες! Τώρα νόμος ορίζει πως κανείς δεν αξιολογεί και δεν κρίνει εκπαιδευτικό τι κάνει και τι δεν κάνει στην τάξη. Ούτε καν ο γυμνασιάρχης, ο λυκειάρχης και ο διευθυντής Δημοτικού.
Για να οδηγήσεις περνάς ακόμη και τον σαλίγκαρο, σήματα και γνώσεις μηχανής.
Για να διδάξεις νήπια, παιδιά, εφήβους, μπες στην αίθουσα και αλώνισε.
Ξέρετε ποιους σκέφτομαι; Τους άξιους συναδέλφους που μπαίνουν πριν ή μετά στην ίδια αίθουσα με τους λίγους άλλους που στην ώρα τους θα περάσουν μαζικά χωρίς κρίση στην άλλη βαθμίδα και κυρίως ως καπάτσοι θα γίνουν και διευθυντές!