Oι ομάδες του μπάσκετ, λέει, κτίζονται πάνω στα γερά θεμέλια του άσου και του πενταριού τους και αυτή είναι μια διαχρονικώς ισχύουσα αρχή και μια απαραβίαστη συνθήκη τής κατά το μάλλον ή ήττον αγωνιστικής ευημερίας.

Εάν τώρα αυτό φαίνεται πολύ γενικόλογο και πολύ λόγιο, υπάρχουν διευθύνσεις και ονόματα για να το στοιχειοθετήσουν και να το τεκμηριώσουν: Νικ Καλάθης και Στεφάν Λάσμε.

Λάσμε ή Λασμέ, όπως τον έλεγε ο Αργύρης Πεδουλάκης, ο οποίος τον περιμάζεψε στα τέλη Σεπτεμβρίου του 2012 από το Summer League του Ορλάντο, όπου αγωνιζόταν με τους Σέλτικς αναζητώντας μια τρίτη ευκαιρία στο ΝΒΑ.

Βεβαίως ο εκ Γκαμπόν ορμώμενος Λάσμε, ο οποίος επανακάμπτει στο ΟΑΚΑ ύστερα από τέσσερα χρόνια, δεν αποτελεί την επιτομή του κλασικού σέντερ, αλλά ελόγου τους, ενώ εξακολουθούν να φύονται, φαίνεται πως τους πατάει το τρένο του μοντέρνου μπάσκετ!

Από τη στιγμή μάλιστα που η αμυντική λογική του Παναθηναϊκού εδράζεται στις αλλαγές σε όλα τα σκριν, ένας κατά συνθήκην σέντερ με μπόι 2μ.03, μπορεί να αποβεί χρησιμότερος από ένα θεριό μέσα στη ρακέτα.

Αυτός άλλωστε υπήρξε ο λόγος για τον οποίο τον επέλεξε το 2012 ο Πεδουλάκης και μάλιστα τότε προϊούσης της σεζόν κύλησε ο τέντζερης (του Λάσμε) και βρήκε το καπάκι (του Γκιστ): οι δυο τους σχημάτισαν ένα ευέλικτο και απροσπέλαστο αμυντικό δίδυμο που λειτούργησε πολύ αποτελεσματικά στην αναχαίτιση του Βασίλη Σπανούλη και μάλιστα εξελίχθηκε σε case study της τακτικής.

Οταν ο Λάσμε αγωνιζόταν στον Παναθηναϊκό, ο Νικ Καλάθης φορούσε τη φανέλα πρώτα της Λοκομοτίβ Κουμπάν (2012-13) και εν συνεχεία των Μέμφις Γκρίζλις (2013-14). Οι δυο τους δεν γνωρίζονται, αλλά από τη στιγμή που οι Πράσινοι κράτησαν φυλακισμένο τον ηγέτη τους για άλλα τρία χρόνια, προφανώς ανυπομονούν να κάνουν τις απαραίτητες συστάσεις και μάλιστα πάνω από το επίπεδο της στεφάνης!