Δεν είναι οι αθλητικογράφοι οι πλέον καταρτισμένοι για να μιλάνε για το ποδόσφαιρο. Το άρθρο του γενικού διευθυντή της Ρεάλ Χόρχε Βαλντάνο στον «Γκάρντιαν» για την εθνική Αργεντινής, πριν το ματς με τη Νιγηρία, είναι για να διδάσκεται στα σχολεία. Ακολουθούν αποσπάσματα: «Είναι αλήθεια ότι σιγά σιγά απομακρυνθήκαμε από την μπάλα, το μοναδικό πράγμα που αγαπήσαμε περισσότερο από το ίδιο το παιχνίδι. Το ποδόσφαιρο μετράει για εμάς. Μας επιτρέπει να νιώσουμε ότι είμαστε ανάμεσα στους καλύτερους του κόσμου σε κάτι που έχει εξαιρετικά μεγάλη σημασία. Για να δώσω ένα παράδειγμα, μέσω του ποδοσφαίρου πιστέψαμε ότι ανακτήσαμε τα Φόκλαντ το 1986 χάρη στον Ντιέγκο Μαραντόνα, έναν εθνικό ήρωα από τότε. Πώς είναι δυνατόν να ξέρουμε τι να κάνουμε με το ποδόσφαιρο αν δεν ξέρουμε καν τι να κάνουμε με τον Λιονέλ Μέσι;
Ασθένεια
Ο δρόμος ήταν πάντα το σχολείο μας, είχε τη μεγάλη αρετή να δώσει στο ποδόσφαιρο ένα πολιτιστικό βάρος, να δημιουργήσει και να διαμορφώσει παίκτες οι οποίοι ήταν διαφορετικοί. Ο δρόμος όμως ως μέρος δημιουργίας και προπαρασκευής έχει παρέλθει και ουδείς γνώριζε πώς να τον αντικαταστήσει με ένα εκπαιδευτικό μοντέλο, όπως αυτό που υπάρχει σε χώρες όπως η Γερμανία ή η Ισπανία. Είχαμε πάντα πολύ λίγα χρήματα, οργανωτική ικανότητα και όραμα –και, μέσα από την αλαζονεία μας, πάρα πολύ εμπιστοσύνη στο στάτους μας ως μια εγκαθιδρυμένη ποδοσφαιρική δύναμη. Εκτός αυτού, υπήρχε μια επιβλητική, σχεδόν ξέφρενη ανάγκη να κερδίζουμε, που ξεπέρασε την απόλαυση του παιχνιδιού. Η επιθυμία να κερδίσεις με κάθε κόστος “καταπίνει” τις αξίες. Ο διαχωρισμός του κόσμου ανάμεσα σε νικητές και ηττημένους είναι ασθένεια που μολύνει το ποδόσφαιρο.
Η μετατροπή των συλλόγων σε μίνι έθνη δημιουργεί μια ταυτότητα, μια κοινότητα που πρέπει κάποιος να υπερασπιστεί ως ζήτημα ζωής και θανάτου. Υπάρχουν και άλλες μεταβλητές στην εξίσωση: η οικονομική κρίση, το θεσμικό χάος, το τηλεοπτικό ποδόσφαιρο ως πολιτικό όπλο, διαφθορά μεταξύ εκείνων που διαχειρίζονται το παιχνίδι. Ο κόσμος δεν βοήθησε, επίσης: η παγκοσμιοποίηση μας έκανε μια οικονομία εξαγωγής στην οποία οποιοσδήποτε παίκτης, όσο μέτριος κι αν είναι, βρίσκεται τρία βήματα μακριά από το να πουληθεί στο εξωτερικό. Αυτή η πρόωρη φυγή, η ποδοσφαιρική διασπορά μας, μας ανάγκασε να χάσουμε έναν από τους πιο σπουδαίους δασκάλους: την αφομοίωση. Ο Μαραντόνα είναι ένα καθαρό αργεντίνικο προϊόν. Ο Μέσι είναι ένας συνδυασμός της προέλευσής του από την Αργεντινή και της ανάπτυξης και ολοκλήρωσής του στη Βαρκελώνη.
Επανάσταση
Επειτα από τριάντα τρεις τίτλους, ο Μέσι έλαβε αυτό το μήνυμα κατάκαρδα και όταν αρχίζει το Μουντιάλ γίνεται μια βασανισμένη ψυχή που κουβαλά τις βαριές προσδοκίες 45 εκατ. ανθρώπων στους ώμους του. Και όμως δεν είναι αλήθεια: ο Μέσι έχει υπερασπιστεί την ποδοσφαιρική υπερηφάνεια της Αργεντινής όπως κανένας άλλος εδώ και 15 χρόνια και το έχει κάνει με μια εκπληκτική, σκανδαλώδη συνέπεια. Στη Ρωσία έχουν εμφανιστεί όλα μαζί. Η κρίση ταλέντου. Η έλλειψη ηγεσίας. Η χυδαιότητα και η έλλειψη συζήτησης. Πρέπει να εξελιχθούμε και μετά το τουρνουά να αρχίσουμε μια επανάσταση στην εκπαίδευση που μπορεί να φέρει πίσω το χαμένο κύρος μας. Εχουμε τη γενετική που μπορεί να μας βοηθήσει, μια ιστορία που μπορεί να μας δώσει ώθηση, μια υπερηφάνεια που θα μας δώσει ενέργεια και δύναμη. Αλλά η εκπαίδευση απαιτεί χρόνο, όχι βιασύνη και στην Αργεντινή έχουμε χάσει όλη την υπομονή και την ηρεμία».