Οποιος χάνει τη γη του χάνει τον κόσμο. Τι συμβαίνει όμως όταν εκείνοι που τα χάνουν όλα είναι πορτογάλοι έποικοι στην Ανγκόλα; Αρκετοί έφτασαν εκεί για να ξεφύγουν από τη φτώχεια της Λισαβόνας και άλλοι για να καταπατήσουν έναν ξένο τόπο. Πάνω σ’ αυτό το συλλογικό ηθικό και πολιτικό δίλημμα, που προκαλεί ακόμη και σήμερα βαθιά ρήγματα στον κοινωνικό ιστό της χώρας της, η Ντούλσε Μαρία Καρντόζο χτίζει ένα αιχμηρό μυθιστόρημα με μια λυρικότητα μοναδική.
Τα νήματα της ιστορίας τα κινεί ένας 15άχρονος, ο Ρούι. Το 1975 στη Λουάντα της Ανγκόλας βιώνει το τέλος της αυτοκρατορίας. Οπως ακριβώς και η συγγραφέας στην πραγματική της ζωή. Η μητέρα του έφτασε στην Αφρική με συνοικέσιο ως νύφη. Ο πατέρας, πρότυπο του νεαρού Ρούι, ήθελε να καλλιεργήσει γη και να δραπετεύσει από τη φτώχεια της Ευρώπης. Ο κόσμος του λευκού ανθρώπου έχει μία ταυτότητα: είναι ο κατακτητής. Τα πράγματα διαφοροποιούνται, όμως, όταν ο πατέρας συλλαμβάνεται τη στιγμή που οι αντάρτες αρχίζουν και καταλαμβάνουν τη Λουάντα.
Το μίσος δεν κάνει διακρίσεις. Η δικαιοσύνη δεν έχει εύκολες απαντήσεις. Εκτός από τον πατέρα, τα υπόλοιπα μέλη της οικογένειας επαναπατρίζονται στην πορτογαλική μητρόπολη. Εκεί τους στοιβάζουν σωρηδόν σ’ ένα πεντάστερο ξενοδοχείο. Εφαρμόζεται ένας άτυπος μα σκληρός αποκλεισμός. Για τους κατοίκους της μητρόπολης είναι εκείνοι που πρέπει να ξεχαστούν. Τους θυμίζουν το αμαρτωλό παρελθόν της αποικιοκρατίας. Είναι οι «Αλλοι», που προξενούν φόβο. Για την κυβέρνηση είναι απλώς τα δεκανίκια του ιμπεριαλισμού.
Τι σας οδήγησε να γράψετε αυτό το μυθιστόρημα;
Τι είδους άνθρωποι ήταν οι έποικοι;
Οι επαναπατρισμένοι που προωθούνται στην Πορτογαλία μετά την πτώση της Ανγκόλας αντιμετωπίζονται ως μιάσματα. H πρώτη κυβέρνηση που έχει προέλθει από την Επανάσταση των Γαριφάλων τούς απομονώνει. Πείτε μας πώς συνέβη αυτό.
Αυτός ο φόβος για το διαφορετικό μπορεί να ξεπεραστεί;
Πρέπει να το ξεπεράσουμε αν θέλουμε να επιβιώσουμε με αξιοπρέπεια ως είδος. Χρειάζεται όμως ειλικρινής δουλειά, χωρίς παρωπίδες. Να δώσουμε βάρος στον πολιτισμό με την αρχαία ελληνική έννοια, που είναι η προσπάθεια του καλού ενάντια στα βίαια ένστικτα που προκαλούν διαχωρισμούς.
«Το παρελθόν δεν ξεγράφεται, ξαναγράφεται όμως»
Αισθάνεσθε αιχμάλωτη των παιδικών σας χρόνων;
Αυτό που μου έμαθε το βιβλίο είναι πως το παρελθόν μπορούμε να το αλλάξουμε. Για πολλά χρόνια κουβαλούσα μέσα μου ιστορικά γεγονότα, καταβάλλοντας προσπάθεια να μην ξεχάσω τίποτα: λέξεις, μυρωδιές, ανθρώπους. Σαν να είχα την υποχρέωση να τα διατηρήσω. Οταν τέλειωσα το βιβλίο, σκέφτηκα με ανακούφιση ότι μπορώ να τα ξεχάσω όλα αυτά αφού έκανα το χρέος μου. Τότε όμως κατάλαβα πως το να ξεχάσει κανείς κάτι δεν είναι επιλογή. Τελικά δεν μπορούμε να ξεγράψουμε το παρελθόν, μπορούμε όμως να το ξαναγράψουμε.
Ο τρόπος σκέψης σας, όπως αποτυπώνεται στη γραφή σας, σπάει αρκετά ταμπού…
Ξεκίνησα να γράφω αντιγράφοντας κυριολεκτικά άλλους συγγραφείς. Για μένα η λογοτεχνία είναι τρόπος να δίνω φωνή σ’ αυτούς που δεν έχουν. Διαφορετικά θα επρόκειτο για μια άσκηση ματαιοδοξίας. Ταυτόχρονα δεν γράφω μυθιστορήματα για να περάσω κάποιο πολιτικό μήνυμα. Είμαι απλώς μια πολίτης που διαρκώς αναρωτιέται…
Dulce Maria Cardoso
Ο γυρισμός
Μτφ. Αθηνά Ψυλλιά
Εκδ. Καστανιώτη, 2017, σελ. 256
Τιμή: 16 ευρώ