Αν, στην περίπτωση της Ελλάδας, οι Ευρωπαίοι ήρθαν αντιμέτωποι με τον εφιάλτη του Grexit, τώρα, με την Ιταλία, έχουν χάσει κυριολεκτικά τον ύπνο τους, επιβεβαιώνουν όσοι γνωρίζουν καλά το παρασκήνιο της ευρωπαϊκής πολιτικής σκηνής. Το ψυχρό κύμα αέρα που διαπερνά τις σχέσεις Βερολίνου, Βρυξελλών και Ρώμης δεν είναι παρά η κορυφή του παγόβουνου, στη βάση του οποίου βρίσκεται το μεγάλο πρόβλημα της ιταλικής οικονομίας. Και ο ετερόκλητος συνασπισμός των δύο λαϊκιστικών κομμάτων που κλήθηκε να το διαχειριστεί, ένας καπετάνιος που προσπαθεί να αλλάξει ρότα για να μη συγκρουστεί με το παγόβουνο, αλλά κόντρα στον άνεμο και με κίνδυνο να βυθιστεί το πλοίο.
Στην Ελλάδα ο Ευρωπαίοι έκαναν επίδειξη πυγμής. Στην Ιταλία, ανάλογη στάση θα θύμιζε ρώσικη ρουλέτα. Διαφορετικά τα μεγέθη και ανυπολόγιστοι οι κίνδυνοι. Η τρίτη μεγαλύτερη ευρωπαϊκή οικονομία συνεισφέρει με ποσοστό 15% στο συνολικό ΑΕΠ της ευρωζώνης. Το χρέος της αντιστοιχεί στο 23% του συνολικού κρατικού χρέους της ζώνης του ευρώ, σε αντίθεση με της Ελλάδος που μόλις ξεπερνά το 3%, ενώ οι γαλλικές μαζί με τις γερμανικές τράπεζες θα ήταν οι μεγαλύτεροι χαμένοι από ένα ιταλικό exit που θα λειτουργούσε ως πυροκροτητής στα θεμέλια του ευρώ. Το ιταλικό αδιέξοδο δεν ήρθε ως κεραυνός εν αιθρία για τις άλλες μεγάλες ευρωπαϊκές δυνάμεις, οι ευθύνες των οποίων δεν είναι αμελητέες. Η πτώση της κυβέρνησης Ρέντσι άνοιξε τον δρόμο για την άνοδο του Κινήματος Πέντε Αστέρων και της εθνικιστικής Λέγκας, η οποία απειλεί, τώρα, να πάρει κεφάλι στις δημοσκοπήσεις κεφαλαιοποιώντας τη σκληρή στάση της στο Προσφυγικό. Εκ των υστέρων και υπό την πίεση των αγορών, ΔΝΤ και Ευρωπαίοι έσπευσαν, άρον άρον, να κλείσουν το ελληνικό ζήτημα. Η Ελλάδα παραμένει στη θερμοκοιτίδα. Αυτή τη φορά με υβριδική προληπτική γραμμή (το μαξιλάρι ασφαλείας των 24,1 δισ. ευρώ) καθώς οι ιταλικές αναταράξεις στις αγορές και η άνοδος των επιτοκίων ακυρώνουν οποιαδήποτε προοπτική εξόδου για δανεισμό από τη χώρα μας στο προσεχές διάστημα. Αλλά και με βαρείς όρους ενισχυμένης εποπτείας με αντάλλαγμα τη 10ετή επιμήκυνση του χρέους της, αφού ο ιταλικός κίνδυνος δεν αφήνει περιθώρια στους δανειστές να διατηρούν ανοικτά μέτωπα στην ευρωζώνη.
Την ίδια ώρα, Γερμανία και Γαλλία ανεβάζουν ταχύτητα για τη θωράκιση της ευρωζώνης από τον κίνδυνο που λέγεται Ιταλία. Προωθούν την ενίσχυση του ESM με νέα εργαλεία για τη διάσωση προβληματικών τραπεζών και ξαναβάζουν στο τραπέζι αλλαγές στους όρους που ισχύουν για το κούρεμα κρατικών ομολόγων, με στόχο να εντάσσεται σε αυτό το σύνολο των ιδιωτών κατόχων τους.
Ολοι προετοιμάζονται για το φθινόπωρο. Τότε, η νέα ιταλική κυβέρνηση θα καταθέσει στις Βρυξέλλες το σχέδιο του νέου προϋπολογισμού, του 2019. Εκεί θα αποδειχθεί αν πρόκειται να κάνει πράξη τις υποσχέσεις της για περικοπές φόρων και αύξηση των κοινωνικών δαπανών, απειλώντας με εκτροχιασμό το δημοσιονομικό έλλειμμα, κόντρα στις συστάσεις των Βρυξελλών. Εκεί θα φανεί, αναλόγως των εξελίξεων, και η αντίδραση των αγορών, η οποία σε μια ενδεχόμενη σύγκρουση Βρυξελλών – Ρώμης θα είναι αρνητική και θα εκδηλωθεί με αυξήσεις στο κόστος δανεισμού, προδικάζοντας την τύχη της ελληνικής οικονομίας σε χρόνο βαθύτερο από ό,τι μπορούμε να προβλέψουμε σήμερα.