Ας πούμε ότι του αναγνωρίζεται το προφανές: ότι άφησε την ασφάλεια του μαντριού, ενός μαντριού ενδεχομένως ασφυκτικού αλλά που πάντως θα του εξασφάλιζε μια θέση στην επόμενη Βουλή, για να επιστρέψει σε ένα παρελθόν με αβέβαιο μέλλον.
Αλλά ακριβώς αυτό που του αναγνωρίζεται, αυτό που ισοσταθμίζει κάπως το γεγονός ότι τίναξε στον αέρα το εγχείρημα του ενιαίου φορέα της Κεντροαριστεράς πολύ νωρίς και αφού είχε ηττηθεί στις εσωκομματικές εκλογές, είναι και αυτό που τον παγιδεύει: ο Σταύρος Θεοδωράκης είναι υποχρεωμένος να μείνει έξω απ’ όλα τα μαντριά ακόμη κι αν Το Ποτάμι του, οι ευφάνταστες ανακοινώσεις του ή οι εύστοχες αναρτήσεις του ίδιου στα σόσιαλ μίντια φτάσουν να μη θυμίζουν τίποτε περισσότερο από όμιλο προβληματισμού.
Είναι η ίδια η αιτία του διαζυγίου που υποχρεώνει τον Θεοδωράκη σε αυτήν την πολιτική μοναξιά: αν το ΚΙΝΑΛ είναι πιο συντηρητικό απ’ όσο σηκώνει ο οργανισμός του, τότε ο συντηρητισμός της ΝΔ θα μπορούσε να τον σκοτώσει. Κι αν η υπαρξιακή πολιτική του συνθήκη είναι η αποστροφή προς όλες τις κακές πρακτικές του παρελθόντος, τότε ο παλαιοκομματικός, πελατειακός, ευνοιοκρατικός ΣΥΡΙΖΑ θα μπορούσε να τον πνίξει. Με άλλα λόγια, εάν ο Θεοδωράκης δεν χωράει στο ΚΙΝΑΛ, τότε δεν χωράει πουθενά.
Του πέφτει όμως το ίδιο ασφυκτικό το κοστούμι μιας δημαρχιακής υποψηφιότητας τυπικά ανεξάρτητης; Πιο καθαρά, τον κάνει ΣΥΡΙΖΑ η στήριξη του ΣΥΡΙΖΑ για τον Δήμο Αθηναίων; Ενδεχομένως όχι. Αλλά η υποψία πως στο βάθος έβλεπε ένα μαντρί να τον περιμένει δεν είναι διαχειρίσιμη. Ο Θεοδωράκης θα γίνει απλώς κάποιος που επειδή δεν έγινε αρχηγός προσπάθησε να γίνει δήμαρχος. Κάποιος που το δικό του μαντρί το είχε βρει. Αλλά άφησε τo πιστό του ποίμνιο απέξω.