Ακριβότερη θα είναι για τους πολίτες η προσφυγή στο Συμβούλιο της Επικρατείας, αν η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου ακολουθήσει την άποψη του Β. Τμήματος που έκρινε, κατά πλειοψηφία, ότι στις ομαδικές αιτήσεις ακύρωσης δεν θα καταβάλλεται ένα παράβολο των 150 ευρώ, όπως γίνεται μέχρι τώρα, αλλά θα καταβάλλει ξεχωριστά 150 ευρώ ο κάθε ένας από όσους συμμετέχουν στην αίτηση ακύρωσης. Αυτό πρακτικά σημαίνει πως για παράδειγμα μία αίτηση ακύρωσης υπογράφεται από 100 άτομα, το συνολικό ποσό των παραβόλων θα είναι 15.000 ευρώ!
Η απόφαση της πλειοψηφίας της αυξημένης 7μέλους σύνθεσης του Β΄ Τμήματος του ΣτΕ ερμηνεύεται ως ένα νέο φίλτρο εισόδου υποθέσεων Δικαστήριο και εκτιμάται ότι μπορεί να περιορίζει το δικαίωμα πρόσβασης των πολιτών. Πάντως, το όλο θέμα, λόγω της σπουδαιότητάς του παραπέμπεται προς οριστική κρίση στην Ολομέλεια του Ανώτατου Ακυρωτικού Δικαστηρίου της χώρας.
Σε μια από τις ομαδικές υποθέσεις που απασχόλησαν το ΣτΕ είχαν καταθέσει ομαδική αίτηση ακύρωσης 31 άτομα και είχαν καταβάλλει ένα παράβολο των 150 ευρώ.
Σύμφωνα με το ΣτΕ για να μην απορριφθεί η ομαδική αίτηση ακύρωσης έπρεπε να καταβληθούν παράβολα συνολικού ύψους 4.650 ευρώ. Μάλιστα, ο δικηγόρος που χειρίστηκε την υπόθεση ενώπιον του ακροατηρίου αναγκάστηκε να δεχθεί ότι εάν το ΣτΕ κρίνει ότι πρέπει να πληρωθούν 31 παράβολα των 150 ευρώ, τότε να εκληφθεί ότι προσφεύγων στο δικαστήριο είναι εκείνος που είναι πρώτος στην αίτηση ακύρωσης και για τους υπόλοιπους 30 να απορριφθεί.
Κατά την άποψη της μειοψηφίας πάντως , (οι σύμβουλοι Επικρατείας Μιχάλη Πικραμένος και Ιωάννης Σύμπλης, όπως και η πάρεδρος χωρίς όμως δικαίωμα ψήφου Όλγα-Μαρία Βασιλάκη) οι ισχύουσες νομοθετικές διατάξεις «ουδόλως θεσπίζουν υποχρέωση καταβολής παραβόλου για καθένα χωριστά από τους διαδίκους που ενώνονται στο κοινό δικόγραφο στο πλαίσιο του δικονομικού θεσμού της ομοδικίας, εφ’ όσον μάλιστα η ακυρωτική δίκη αφορά την αντικειμενική νομιμότητα μιας διοικητικής πράξης και όχι αυτοτελείς ατομικές αξιώσεις και δίκαια εξ υποκειμένου, η δε ομοδικία (κατ’ αντίθεση προς τις χαλαρότερες προϋποθέσεις που τάσσονται επί
αγωγής) προϋποθέτει κοινό έννομο συμφέρον και κοινούς λόγους ακυρώσεως».
Ακόμη, η μειοψηφία καταλήγει ότι «τυχόν υιοθέτηση αντίθετης ερμηνευτικής εκδοχής θα απονεύρωνε τον δικονομικό θεσμό της ομοδικίας ο οποίος επιδιώκει, εκτός των άλλων, την παροχή αποτελεσματικής δικαστικής προστασίας στους διαδίκους με το μικρότερο δυνατό κόστος χρόνου και διαδικαστικών ενεργειών για το δικαστήριο».