Χωρίς αμφιβολία ο κόσμος αλλάζει. Μια ματιά γύρω μας είναι αρκετή για να πιστοποιήσει πως σχεδόν τίποτε από όσα θεωρούσαμε δεδομένα πριν από λίγα χρόνια δεν έχει κρατηθεί αναλλοίωτο. Ενώ μόλις είκοσι χρόνια πριν διαβάζαμε πως το τέλος της κοινωνικής εξέλιξης έχει τελειώσει με τον δυτικό άνθρωπο, τίποτα δεν θα μπορούσε να απέχει περισσότερο από τις απόψεις εκείνης της εποχής. Ο κόσμος αλλάζει, και αλλάζει με τρόπο που για τη βιολογική εξέλιξη θα άνηκε στη θεωρία της «διαταραγμένης ισορροπίας»: μεγάλες χρονικές περίοδοι ισορροπίας και στασιμότητας ακολουθούνται από στιγμές μικρής χρονικής διάρκειας κατά τις οποίες τελείται το μεγαλύτερο μέρος της εξέλιξης. Ανάλογα με το ποιόν, θα ρωτήσει κανείς, υπάρχει και ένα διαφορετικό αίτιο για τη ραγδαία αλλαγή που βιώνουμε. Ουσιαστική σημασία δεν έχει –σ’ αυτήν τη φάση τουλάχιστον –το αίτιο. Αλλά έχει τεράστια σημασία το αποτέλεσμα.
Αντίστοιχα, στη λογοτεχνία διαβάζουμε τα τελευταία χρόνια, το ένα πίσω από το άλλο, άρθρα που προσπαθούν να μας πείσουν ότι «η λογοτεχνία τέλειωσε», πως «έχουμε πει όσα είχαμε να πούμε», πως έχουμε καλύψει τον Δυτικό Κανόνα απ’ όλες τις πλευρές, τόσο που τον καταντήσαμε κουρέλι και έρμαιο του λογοτεχνικού αντίστοιχου των τηλεοπτικών σειρών και των χολιγουντιανών ταινιών, ενώ ο μεταμοντερνισμός φαντάζει –στα μάτια πολλών –ως ο βαθύτερος λόγος για τον οποίο φτάσαμε σ’ αυτό το λογοτεχνικό τέλος (μόλις δύο εβδομάδες πριν, στην «Guardian» (23/6) παρουσιάστηκε άρθρο για το πώς η αυτοβιογραφική λογοτεχνία έχει “σκοτώσει” το μυθιστόρημα). Παλιά ακουγόταν –μεταξύ σοβαρού και αστείου –η φράση πως ο μεταμοντέρνος είναι ο συγγραφέας που γνωρίζει φυσική. Σήμερα ο μεταμοντέρνος φτάνει να είναι ο συγγραφέας που ναι μεν γνωρίζει τη φυσική, αλλά δεν γνωρίζει τη λογοτεχνία. Πώς όμως ύστερα απ’ όλα αυτά είναι δυνατόν να ζούμε σ’ έναν κόσμο με τόσες μεταβολές και μετακινήσεις, αλλά να νιώθουμε τη λογοτεχνία τόσο στάσιμη; Δεν είναι παράδοξο να έχουμε έρθει σε ρήξη –ως συγγραφείς, κριτικοί και αναγνώστες –με το πνεύμα του καιρού μας;
Αναζήτηση
Θεωρώ ότι είναι ξεκάθαρο πως η ρήξη είναι εντελώς απούσα από το «Υπό το φως των όσων γνωρίζουμε» του Ζία Χάιντερ Ράχμαν, το οποίο αποτελεί μάλλον μοναδικό κομμάτι στην πιο πρόσφατη λογοτεχνική παραγωγή που καταφέρνει να μιλήσει για τον κόσμο του σήμερα, στο πλαίσιο όμως μιας λογοτεχνικής παράδοσης που αναγεννάται μέσα απ’ αυτό. Ο κύριος ήρωας του Ράχμαν, ο Ζαφάρ, γεννιέται στο Μπανγκλαντές, μετακομίζει στην Αγγλία, σπουδάζει Μαθηματικά, ασχολείται με την οικονομική ανάλυση (ως γνωστόν, τα καλύτερα εφαρμοσμένα μαθηματικά σήμερα γίνονται στις τράπεζες), αλλά τα παρατάει όλα για να γίνει δικηγόρος ανθρωπίνων δικαιωμάτων (όπως ακριβώς και ο συγγραφέας). Η αίσθηση πως αυτός ο άνθρωπος δεν μπορεί να κατασταλάξει κάπου, πως είναι καρυδότσουφλο σε έναν κόσμο αλλαγής, είναι το πρωταρχικό στοιχείο του βιβλίου και ταυτόχρονα πίσω από τον χαρακτήρα του περιγράφεται όλη η σύγχρονη κοινωνία με τη χαοτική ευελιξία της. Η αναζήτηση του παρελθόντος και της βάσης στην περιπλάνηση του ήρωα είναι θέμα που διαχέεται σε όλο το βιβλίο και που ορίζει όχι μόνο την πλοκή, αλλά και την ίδια την ανάγνωση. Ο ήρωας του βιβλίου αναπτύσσει στον αφηγητή σχεδόν ολόκληρη την πλοκή του βιβλίου και έτσι και η αφήγηση αποκτά έναν πολύπλοκο αρχικά αλλά εξαιρετικά άμεσο τρόπο που αγκαλιάζει τον αναγνώστη. Μπορεί η παράλληλη ιστορία του αφηγητή να πλέκεται με την ιστορία του Ζαφάρ στην πορεία του βιβλίου, όμως τελικά ο Ζαφάρ φαίνεται να μιλά ευθέως στον αναγνώστη. Στο τέλος του βιβλίου μπορεί να μην έχουμε μάθει ποτέ το όνομα του αφηγητή, όμως αυτό δεν μας ενδιαφέρει, ο αφηγητής και ταυτόχρονα ακροατής της ιστορίας του Ζαφάρ είναι ο ίδιος ο αναγνώστης, ο οποίος εμπλέκεται στην ιστορία με τον πιο απλό και φυσιολογικό τρόπο. Ο Ράχμαν είναι σαν να παίζει από τεχνικής απόψεως ένα λογοτεχνικό στοίχημα στην ανάπτυξη του βιβλίου μ’ αυτήν τη μέθοδο, το οποίο τελικά το κερδίζει σε όλα τα επίπεδα. Αν σκεφτεί κανείς την «απειρία», μιας που πρόκειται για το πρώτο μόλις βιβλίο του, τότε μπορούμε να μιλήσουμε για πραγματικό κατόρθωμα.
Το παρακλάδι
Η σειρά των κορυφαίων σύγχρονων συγγραφέων από τη Νότια Ασία είναι μεγάλη. Γίγαντες όπως ο Σαλμάν Ρούσντι, η Ανίτα Ντεσάι και ο Μάικλ Οντάατζε ηγούνται αυτού του παρακλαδιού της αγγλικής λογοτεχνίας με δεκάδες βιβλία που μεταφέρουν μια διαφορετική και πολύ φρέσκια οπτική γωνία για τον δυτικό κόσμο. Στο πλαίσιο αυτό ο Ράχμαν στέκεται στους ώμους αυτών των γιγάντων και ακολουθεί με τον δικό του ξεχωριστό τρόπο τη διαφορετικότητα. Μπορεί όμως φαινομενικά τo «Υπό το φως των όσων γνωρίζουμε» να θυμίζει τους «Σατανικούς στίχους» και «Τα παιδιά του μεσονυκτίου», όμως αυτή η ομοιότητα είναι τελικά πολύ επιφανειακή. Το «Υπό το φως των όσων γνωρίζουμε» είναι καθαρά δυτικό μυθιστόρημα και δεν στηρίζεται σε καμιά νοτιοασιατική παράδοση. Πρόκειται για το απόλυτο βιβλίο της 9/11 εποχής, γραμμένο από έναν συγγραφέα που έχει τη δυνατότητα, λόγω καταγωγής, εκπαίδευσης, αναγνωσμάτων και ταλέντου, να συγκεράσει στο πλαίσιό του πολύ περισσότερα από όσα συνήθως μπορεί ο μέσος συγγραφέας. Το αρχέτυπο πίσω από το «Υπό το φως των όσων γνωρίζουμε» είναι το «Αουστερλιτζ» του Βίνφριντ Γκέοργκ Ζέμπαλντ –και ο Ράχμαν φροντίζει να μας το τονίσει αυτό από το ρητό του βιβλίου. Ο ήρωας του Ράχμαν, σαν τον ήρωα του Ζέμπαλντ, προσπαθεί με την περιπλάνηση να βρεθεί στο πλαίσιο της ιστορίας του και του παρόντος του. Η αλήθεια είναι πως η γραφή του Ζέμπαλντ φαίνεται να έχει επηρεάσει αρκετούς νέους συγγραφείς, με πιο χαρακτηριστικά παραδείγματα αυτά του Τζεφ Ντάιερ και του Τέζου Κόουλ (ο οποίος στο «Open city» αναπτύσσει ένα έργο παράλληλο του «Αουστερλιτζ» από την οπτική γωνία ενός Νιγηριανού στη Νέα Υόρκη). Το παρελθόν των ηρώων του Ζέμπαλντ, του Ράχμαν, του Τέζου Κόουλ, το δέσιμό τους με την ομιχλώδη Ιστορία που τους οδηγεί στον παρόν τους, δεν βρίσκεται στις βιβλιοθήκες και στα βιβλία Ιστορίας, αλλά είναι ποτισμένο από τις προσωπικές μικροϊστορίες που δεν αναφέρονται ποτέ και που χάνονται μέσα στο συνολικό τσουβάλιασμα της Ιστορίας. Υπό αυτό το δεδομένο, και ο Ζέμπαλντ αλλά και ο Ράχμαν ακολουθούν μια εγελιανή λογική της συνείδησης που αναπτύσσεται στο πλαίσιο της Ιστορίας και της αλληλεπίδρασης με την υπόλοιπη κοινωνία, ξεφεύγοντας από το καρτεσιανό υπόβαθρο του καθαρά εγωιστικού «cogito ergo sum».
Η μεγάλη διαφορά όμως μεταξύ της γραφής του Ζέμπαλντ και αυτής του Ράχμαν βρίσκεται στο συναίσθημα. Ο Ζέμπαλντ γράφει σχεδόν αποστασιοποιημένος από το κείμενό του και ο αναγνώστης προσλαμβάνει το συναισθηματικό στοιχείο μόνο ύστερα από δεύτερη σκέψη, και μάλλον με την επίδραση της συνείδησής του. Αντίθετα, οι σελίδες του Ράχμαν είναι συναισθηματικά γεμάτες και ο αναγνώστης φορτίζεται αυτόματα με την αφήγηση τόσο ώστε να φτάσει να οδηγηθεί ακόμη και στην οργή.
Ο Βασίλειος Δρόλιας είναι αστροφυσικός και συγγραφέας. Το τελευταίο του βιβλίο «Nyos» κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Κέδρος
Αναλλοίωτες αρχές
Το θεώρημα της μη πληρότητας
Καίρια θέση στο βιβλίο –μεταξύ δεκάδων άλλων πραγματολογικών στοιχείων που πλαισιώνουν τους ήρωες και που αναπτύσσονται με εξονυχιστική λεπτομέρεια –έχει το θεώρημα της μη πληρότητας του Γκέντελ. Σύμφωνα με το θεώρημα, σε κάθε κλειστό μαθηματικό σύστημα υπάρχουν προτάσεις οι οποίες, αν και είναι αληθείς, δεν μπορούν να αποδειχτούν. Ο Ράχμαν χρησιμοποιεί το θεώρημα της μη πληρότητας σαν ένα κλειδί πασπαρτού στην εξέλιξη του βιβλίου καθώς και στη σκέψη του ήρωα για να εκφράσει όλα όσα είναι τελικά κρυμμένα από την ανθρώπινη συνείδηση, όλα όσα πιστεύουμε πως είναι αληθινά, αλλά ποτέ δεν θα καταφέρουμε να μάθουμε τους λόγους και τα αίτια για τα οποία είναι αληθινά και υπαρκτά. Πίσω δηλαδή από την αυστηρή σκέψη λογικής που κυριαρχεί στον τρόπο με τον οποίο ζούμε κρύβεται η συντριβή στην αποδοχή όλων όσα δεν θα μάθουμε ποτέ. H συντριβή για όλα όσα ο ορθολογισμός δεν μπορεί να ισορροπήσει σωστά πίσω από την έλλειψη ή την υπερπροσφορά πληροφορίας. Και με έναν διαβολικό τρόπο αυτό το «λυκόφως της λογικής» αφορά όλα όσα είναι τα πιο σημαντικά και τα αναλλοίωτα από χρόνο σε χρόνο και από εποχή σε εποχή. Στο βιβλίο ο έρωτας, η ανισότητα, η μοναξιά, ο ρατσισμός, η αναξιοκρατία, ο θάνατος ισορροπούν –και το «Υπό το φως των όσων γνωαρίζουμε» είναι ξεκάθαρα ένα εξαιρετικά ισορροπημένο βιβλίο –με την υπόλοιπη πλοκή και αναδύονται σαν ιδέες που όσο και να αλλάζει ο κόσμος γύρω μας παραμένουν ίδιες και ξεφυτρώνουν στη σκέψη μας κατ’ επανάληψη. Και τελικά ίσως να είναι περίεργα παρήγορο ότι αυτές οι αρχές είναι εκείνες για τις οποίες δεν χρειάζεται να ψάξουμε την αλήθεια ή το ψέμα τους.
Πρόσκαιρη αλλαγή
Ο Ράχμαν το γνωρίζει αυτό πολύ καλά και ορίζει το «Υπό το φως των όσων γνωρίζουμε» στηριγμένος σ’ αυτές τις αναλλοίωτες αρχές που δεν μεταβάλλονται, αλλά και που ταυτόχρονα ορίζουν τον υπόλοιπο κόσμο που αλλάζει. Να είναι άραγε αυτή η απάντηση για το παράδοξο που αναφέραμε πιο πάνω και αφορά τη λογοτεχνία; Να είναι η φύση της λογοτεχνίας τέτοια που να επικεντρώνεται στο ότι τα fundamental things apply όσο περνάει ο χρόνος και δεν χρειάζεται να μιλήσει γι’ αυτή την αλλαγή, η οποία είναι πρόσκαιρη και αφορά μονάχα την επιφάνεια της ανθρώπινης ύπαρξης; Ακούγεται μεν ελκυστικό σαν λύση στο πρόβλημα, αλλά κατά την προσωπική μου γνώμη η ρήξη υπάρχει και είναι πολύ πιο ουσιαστική από ένα κυνικό «plus ça change, plus c’est la même chose».
Zia Haider Rahman

Υπό το φως των όσων γνωρίζουμε

Μτφ. Ανδρέας Μιχαηλίδης

Επιμ. Αννα Μαραγκάκη

Εκδ. Πόλις, 2018, σελ. 648

Τιμή: 20 ευρώ