Υπό κανονικές συνθήκες, η Σύνοδος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου της περασμένης εβδομάδας θα ήταν μία συνάντηση ευρωπαίων ηγετών όπως άλλες. Πολλά θέματα πάνω στο τραπέζι, ολονύχτιες διαπραγματεύσεις και παζάρι, και στο τέλος ένας ευρωπαϊκός συμβιβασμός που επιτρέπει σε όλους να ισχυριστούν πως κέρδισαν κάτι, και –στην καλύτερη περίπτωση –βάζει άλλο ένα λιθαράκι στην προσπάθεια διαχείρισης του ευρωπαϊκού οικοδομήματος.
Σύμφωνα με τους αρχικούς σχεδιασμούς, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του Ιουνίου θα ήταν εκείνο που θα έκανε το αποφασιστικό βήμα για τη μεταρρύθμιση της ευρωζώνης. Αντ’ αυτού, στην ατζέντα κυριάρχησε το Μεταναστευτικό. Η τελική συμφωνία για «περιφερειακές πλατφόρμες αποβίβασης» σε τρίτες χώρες και νέα «κέντρα υποδοχής» σε ευρωπαϊκό έδαφος απέφυγε την πλήρη αποτυχία της Συνόδου. Υπολείπεται όμως πολύ της αναγκαίας συνολικής ευρωπαϊκής πολιτικής για το άσυλο. Επιχειρεί απλώς να βρει μια προσωρινή ισορροπία ανάμεσα στις ανησυχίες των χωρών που έχουν δεχθεί τον κύριο όγκο των μεταναστευτικών ροών και τα αιτήματα των βόρειων χωρών που θέλουν αυστηρότερους ελέγχους.Ο χρόνος θα δείξει εάν θα υπάρξουν στη συνέχεια ουσιαστικές πρωτοβουλίες από τις χώρες εκείνες που πιστεύουν στις ευρωπαϊκές αξίες και δεσμεύσεις.
Στο ζήτημα της μεταρρύθμισης της ευρωζώνης, η απόσταση μεταξύ των προσδοκιών και των αποτελεσμάτων ήταν τεράστια. Το μόνο απτό στοιχείο ήταν η απόφαση ο Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Σταθερότητας να παράσχει τον μηχανισμό ασφαλείας για το Ενιαίο Ταμείο Εξυγίανσης -χωρίς λεπτομέρειες. Το κρίσιμο θέμα για την ολοκλήρωση της τραπεζικής ένωσης –ένα ευρωπαϊκό σύστημα ασφάλισης των καταθέσεων –μπήκε απλώς στην ατζέντα για να συζητηθεί στο μέλλον. Θετικό μεν, δεδομένων των γερμανικών αντιρρήσεων, αλλά απολύτως ανεπαρκές. Και βέβαια δεν υπήρξε καμία αναφορά στη δημιουργία προϋπολογισμού για την ευρωζώνη. Απέχουμε με άλλα λόγια παρασάγγας ακόμα και από την πρόσφατη συμφωνία Γαλλίας – Γερμανίας, πόσω μάλλον από όλα όσα χρειάζονται για μία πραγματική μεταρρύθμιση.
Με βάση αυτά τα αποτελέσματα, οι καλόπιστοι θα έλεγαν ότι ο συμβιβασμός κατάφερε να κρατήσει ζωντανή τη συζήτηση για τις αναγκαίες αλλαγές στην αρχιτεκτονική της ευρωζώνης και να αποκρούσει –έστω να συγκρατήσει –τις πιο αντιδραστικές φωνές και ευρωπαϊκές κυβερνήσεις στο μείζον θέμα του ασύλου. Οι πιο επικριτικοί θα έλεγαν αντίθετα ότι στο μεν ζήτημα της ευρωζώνης η μεταρρύθμιση –6 χρόνια αφού μπήκε στο τραπέζι το 2012 –είναι ακόμα ατελής, στο δε Μεταναστευτικό η Ευρώπη έχει εγκαταλείψει τις αξίες της και στην πράξη έχει υιοθετήσει την ατζέντα των ακραίων εθνικιστών.
Αυτά υπό κανονικές συνθήκες. Ομως οι συνθήκες είναι κάθε άλλο παρά κανονικές. Τη στιγμή που η Ευρώπη προσπαθεί να διαχειριστεί τις εσωτερικές της αντιφάσεις και αδυναμίες, το σύστημα παγκόσμιας οικονομικής διακυβέρνησης που χτίστηκε μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο καταρρέει. Οι κανόνες και οι θεσμοί του αμφισβητούνται –και όχι μόνο εξαιτίας του Ντόναλντ Τραμπ –ή δεν φαίνεται να είναι λειτουργικοί πλέον. Σε μία σειρά από τομείς οι παλιοί κανόνες δεν λειτουργούν πλέον και οι νέοι δεν έχουν ακόμα πλήρως σχηματιστεί.
Στο διεθνές εμπόριο και τις επενδύσεις, με έναν παγκόσμιο εμπορικό πόλεμο ενώπιον των πυλών, είναι σαφής η περιθωριοποίηση του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου, η αμφισβήτηση των πολυμερών κανόνων και η επέκταση του προστατευτισμού. Στις πολιτικές ανταγωνισμού, οι κανόνες συχνά γράφονται από κολοσσούς ιδιωτικών συμφερόντων αλλά και από τεράστιες κρατικές επιχειρήσεις ανελεύθερων κρατών. Στον τραπεζικό τομέα μπορεί με συντονισμένες πολιτικές να αποφεύχθηκαν οι χειρότερες επιπτώσεις της κρίσης, δεν έχει διαμορφωθεί όμως ακόμα το διεθνές πλαίσιο που θα θωρακίσει το σύστημα από την αστάθεια. Το ίδιο ισχύει για τα διεθνή δίκτυα χρηματοπιστωτικής ασφάλειας –οι οικουμενικές λύσεις όπως το ΔΝΤ υποχωρούν και αναπτύσσονται συχνά γεωγραφικά περιφερειακοί χρηματοδοτικοί μηχανισμοί.
Τέλος, σε θέματα που κατεξοχήν επιζητούν παγκόσμια συντονισμένη δράση όπως η κλιματική αλλαγή, έχει εδώ και καιρό αποτύχει κάθε προσπάθεια δεσμευτικής συμφωνίας. Στα ζητήματα μετανάστευσης, η προσπάθεια στοιχειώδους συντονισμού πάνω σε κοινές αρχές καταρρέει μπροστά σε διάφορες μορφές εθνικισμού. Στη δε διαχείριση του Διαδικτύου, του πλέον ραγδαία αναπτυσσόμενου παγκόσμιου πόρου, τα θέματα ασφάλειας, ιδιωτικότητας, ελεύθερης έκφρασης και δημοκρατίας επιζητούν επειγόντως νέους ρυθμιστικούς κανόνες.
Η αμφισβήτηση των σημερινών κανόνων έχει ξεκινήσει εδώ και καιρό και προέρχεται από παντού. Στις αναπτυγμένες χώρες ξεκινά από την ίδια τη χώρα που έγραψε τους κανόνες –τις ΗΠΑ. Στις αναπτυσσόμενες, όλο και περισσότεροι αμφιβάλλουν εάν το σημερινό σύστημα τους ευνοεί ή αντίθετα εμποδίζει μία δίκαιη κατανομή του οφέλους της παγκόσμιας ανάπτυξης. Πίσω από αυτές τις αλλαγές στάσης βρίσκονται γεωπολιτικές αλλαγές, όπως η ανάδειξη της Κίνας, που αλλάζουν ριζικά τις διεθνείς ισορροπίες. Αυτές συνδυάζονται με βαθιές διαρθρωτικές αλλαγές από την επικράτηση νέων παγκόσμιων δικτύων προστιθέμενης αξίας, την επανάσταση της τεχνητής νοημοσύνης και του ψηφιακού εμπορίου.
Σε αυτό το περιβάλλον δεν πρέπει να επιχειρεί απλώς κανείς να διασώσει ό,τι μπορεί να διασωθεί. Αντίθετα, διαρθρωτικές και γεωπολιτικές αλλαγές από κοινού καθιστούν αναγκαίες ριζικές μεταρρυθμίσεις. Ηδη παρατηρούμε μία τέτοια σταδιακή ανάδειξη νέων μηχανισμών διεθνούς οικονομικής διακυβέρνησης. Αντίθετα με τους σημερινούς δεν είναι οικουμενικοί, δεν στηρίζονται σε διεθνείς δεσμευτικές συνθήκες ούτε υποστηρίζονται από αντίστοιχους θεσμούς. Είναι λύσεις ευέλικτες και μεταβλητής γεωμετρίας, που συχνά στηρίζονται περισσότερο σε οικονομικά κίνητρα παρά σε νομικούς καταναγκασμούς.
Το ερώτημα συνεπώς δεν είναι εάν θα υπάρξουν νέοι κανόνες διεθνούς διακυβέρνησης –είναι σε ποια κατεύθυνση θα είναι αυτοί. Θα είναι απλό αποτέλεσμα γεωπολιτικών ισορροπιών και ωμής επιβολής του ισχυρού ή θα ακολουθούν κανόνες δικαίου; Θα ευνοούν συγκεκριμένα κρατικά ή ιδιωτικά συμφέροντα ή θα επιχειρούν να βρουν λύσεις που μεγιστοποιούν το δημόσιο συμφέρον; Θα είναι λύσεις που ταιριάζουν σε ανοιχτές και ανεκτικές δημοκρατικές κοινωνίες ή σε ανελεύθερα καθεστώτα;
Η Ευρώπη πρέπει να ηγηθεί αυτού του μετασχηματισμού και να τον επηρεάσει σε μία κατεύθυνση συμβατή με τις αξίες μιας ανοιχτής φιλελεύθερης κοινωνίας. Παρά τις σημερινές εσωτερικές της δυσκολίες και την αδυναμία της να αρθρώσει κοινή θέση σε κρίσιμα ζητήματα, είναι η μόνη που μπορεί να το κάνει. Οχι μόνο εξαιτίας των αξιών που πρεσβεύει, αλλά και γιατί σε σειρά τομέων και πολιτικών η Ευρώπη παραμένει σημείο αναφοράς.
Στο διεθνές εμπόριο έχει αναδειχθεί ο βασικός υπερασπιστής ενός ανοικτού και βασιζόμενου σε κανόνες πολυμερούς συστήματος. Στο πεδίο της πολιτικής ανταγωνισμού, η ενιαία ευρωπαϊκή στάση αποτελεί σημαντικό ανάχωμα στην ανεξέλεγκτη λειτουργία παγκόσμιων ολιγοπωλίων. Στον τραπεζικό και τον χρηματοπιστωτικό τομέα, η δημιουργία κανόνων για μία ενιαία αγορά αλλά και ευρωπαϊκών μηχανισμών χρηματοδοτικής στήριξης αποτελούν ατελείς αλλά ελπιδοφόρες προσπάθειες δημιουργίας νέων κανόνων διακυβέρνησης με υπερεθνικό χαρακτήρα. Στο πεδίο της κλιματικής αλλαγής, η επιμονή στη στήριξη της Συμφωνίας των Παρισίων δίνει ευκαιρία να ξεδιπλωθεί μία νέα δυναμική με βάση τις νέες καθαρές τεχνολογίες. Στη διαχείριση του Διαδικτύου, ο νέος ευρωπαϊκός κανονισμός για τα προσωπικά δεδομένα τείνει να υιοθετηθεί διεθνώς.
Οι κανόνες της διεθνούς οικονομικής διακυβέρνησης μεταλλάσσονται ραγδαία –και η Ευρώπη πρέπει και μπορεί να ηγηθεί αυτής της αλλαγής.
Ο Γιώργος Παπακωνσταντίνου και ο Jean Pisani-Ferry συντονίζουν ένα ερευνητικό πρόγραμμα για τη μεταμόρφωση της παγκόσμιας οικονομικής διακυβέρνησης στο Ευρωπαϊκό Πανεπιστημιακό Ινστιτούτο (European University Institute)