Ερωτήματα που ζητούν απαντήσεις

Οι υψηλοί τόνοι και οι εκτός ορίων χαρακτηρισμοί δεν εξέπληξαν σχεδόν κανέναν χθες στη Βουλή. Ο Αλέξης Τσίπρας που βρέθηκε πρώτος στο βήμα και κατηύθυνε ουσιαστικά την πορεία της συζήτησης δεν άφησε αμφιβολία ότι επενδύει στην άγρια πόλωση, μέσα από την οποία ευελπιστεί καθ’ οδόν προς τις κάλπες να συσπειρώσει ένα ακροατήριο ικανό να λειτουργήσει και ως «πολιτικό σωσίβιο». Η προμελετημένη παρέμβαση, ωστόσο, δημιούργησε περισσότερα ερωτήματα από τις απαντήσεις που το κείμενο της πρωθυπουργικής ομιλίας εμπεριείχε. Ενας εκνευρισμός διαρκείας και εκρήξεις σε σημεία που θα δικαιολογούσαν μάλλον χαμηλότερους τόνους φανέρωναν ένα αδιέξοδο και, παράλληλα, δημιουργούσαν την αίσθηση ότι ο Πρωθυπουργός απήγγελλε σχεδόν μηχανικά έτοιμες παραγράφους από τους λογογράφους, χωρίς να αντιλαμβάνεται πλήρως τις έννοιες και την ορολογία που χρησιμοποιούσε, ιδίως στο πεδίο της Οικονομίας. Αυτό ήταν ένα ερώτημα που διατυπώθηκε από πολιτικούς παρατηρητές πριν ακόμη ο Αλέξης Τσίπρας κατέβει από το βήμα. Οροι όπως «trend tash», αλλά και πιο συνηθισμένοι, όπως «έκθεση βιωσιμότητας» ή «αναλογιστική μελέτη», έδειχναν να αραδιάζονται με τη μέθοδο της «παπαγαλίας» και να μην έχουν κατανοηθεί από έναν ομιλητή που φιλοδοξεί να εμφανιστεί ως συντονιστής ενός οικονομικού σχεδιασμού που οδηγεί στο τέλος της πολυετούς κρίσης.

Δεν είναι όμως το μοναδικό ερώτημα που προκύπτει από τη χθεσινή πρωθυπουργική ομιλία. Εξίσου κρίσιμα, εφόσον προεξοφλείται ότι θα τεθούν και στον δρόμο προς τις κάλπες, είναι ακόμη δύο ερωτήματα: Εφόσον ο Αλέξης Τσίπρας επιμένει σε μια σύγκρουση εντός του οικογενειακού κάδρου, έχει πειστικές εξηγήσεις για τη σύζυγό του και τον τρόπο που εκείνη εξασφάλισε θέση διδακτικού προσωπικού σε ΑΕΙ; Τι απαντά, επί της ουσίας, στο ερώτημα που έθεσε χθες και ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης σχετικά με τις ρυθμίσεις δανείων της οικογένειας Τσίπρα; Πρόκειται για ερωτήματα που αναμένουν απαντήσεις μέσα από τις προσεχείς πρωθυπουργικές ομιλίες, οι οποίες αναμφίβολα θα δημιουργήσουν και άλλα.

Μετωπική στη Βουλή για συντάξεις και Μακεδονικό

Ο Αλέξης Τσίπρας χρησιμοποίησε την κοινοβουλευτική μάχη για να εντείνει την πόλωση στο πολιτικό σκηνικό και επιχείρησε να αναδείξει την ιδεολογική διαφορά με τη ΝΔ ως τη νέα γραμμή μιας κατ’ ουσίαν προεκλογικής αντιπαράθεσης.

Ο Πρωθυπουργός υπερασπίστηκε τη συμφωνία στο Eurogroup υποστηρίζοντας ότι η μνημονιακή οκταετία τελειώνει οριστικά και αμετάκλητα και πλέον οι εκλεγμένες κυβερνήσεις θα έχουν τον πρώτο και τον τελευταίο λόγο. Στην κριτική Μητσοτάκη περί νέου Μνημονίου διαρκείας, ο Τσίπρας χρησιμοποίησε τις –περί του αντιθέτου –δηλώσεις των ξένων αξιωματούχων και ειδικά του επιτρόπου Μοσκοβισί (με τον οποίο ενοχλήθηκε η ΝΔ), όπως η αναβάθμιση της ελληνικής οικονομίας από τις αγορές, για να επιβεβαιώσει την καλή πορεία της οικονομίας και να υποστηρίξει ότι η ΝΔ διαφωνεί με την πραγματικότητα.
Το σημείο πάντως όπου η αντιπαράθεση πήρε φωτιά ήταν οι συντάξεις και αν η κυβέρνηση θα προχωρήσει τελικά στη μείωσή τους, όπως έχει με νόμο δεσμευτεί. Η πρωτοβουλία της ΝΔ να καταθέσει τροπολογία για την κατάργηση της μείωσης αποτέλεσε την αιτία για μια άνευ προηγουμένου επίθεση του Αλέξη Τσίπρα προς τον Κυριάκο Μητσοτάκη. Αφού επικαλέστηκε δημοσιεύματα που ήθελαν τον πρόεδρο της ΝΔ να ζητά από Μέρκελ και Σολτς να μην επιτρέψουν στην κυβέρνηση να ακυρώσει τις μειώσεις, ο Αλέξης Τσίπρας υποστήριξε ότι ο πρόεδρος της ΝΔ θα έπρεπε να ντρέπεται επειδή έξω ζητά τις μειώσεις για να στριμώξει την κυβέρνηση και στο Κοινοβούλιο καταθέτει τροπολογία για την ακύρωση των μειώσεων αυτών.
«Πήγατε μέχρι το Βερολίνο για να ζητήσετε διαβεβαιώσεις ότι η Γερμανία θα πιέσει ώστε να εφαρμοστεί το μέτρο. Ντροπή σας, κύριε Μητσοτάκη! Είναι ντροπή αυτό που κάνετε! Ντροπή, ντροπή, ντροπή! Πρέπει να ντρέπεστε απέναντι στους έλληνες πολίτες» ανέφερε χαρακτηριστικά. Το άλλο μεγάλο πεδίο αντιπαράθεσης ήταν η συμφωνία με την ΠΓΔΜ. Στην κριτική Μητσοτάκη ότι αποδέχεται «μακεδονική» ταυτότητα και αναγνωρίζει «μακεδονικό» έθνος, ο Αλέξης Τσίπρας κατηγόρησε τον πρόεδρο της ΝΔ ότι είναι όμηρος της ακροδεξιάς τάσης του κόμματός του και ότι υιοθετώντας τη ρητορική της Ακροδεξιάς, έδωσε την ευκαιρία σε εθνικιστές και φασίστες να βγουν από την κρυψώνα τους, να απειλούν και να προπηλακίζουν.
Κινούμενος στην ίδια γραμμή και για το Προσφυγικό, ο Τσίπρας ταύτισε τον Κυριάκο Μητσοτάκη με τον Βίκτορ Ορμπαν και τον Σεμπάστιαν Κουρτς, καταλογίζοντάς του και πάλι ακροδεξιά στάση. Η συζήτηση περί διαφθοράς και διαπλοκής ήταν ένα ακόμα πεδίο όπου οι δύο πολιτικοί διασταύρωσαν τα πυρά τους, με τον Πρωθυπουργό να κατηγορεί τον πρόεδρο της ΝΔ για επιλεκτικές σχέσεις με επιχειρηματίες, με αφορμή δημοσιεύματα για συναντήσεις του με τον πρώην ισχυρό άνδρα της Novartis, αλλά και την υπεράκτια εταιρεία που είχε στην ιδιοκτησία της η σύζυγος του Μητσοτάκη.