Περίπου έναν χρόνο μετά την ένταξη του Μαυροβουνίου στο ΝΑΤΟ, έρχεται η ώρα της ΠΓΔΜ να λάβει πρόσκληση έναρξης διαπραγματεύσεων. Παρόλο που η διαδικασία είναι χρονοβόρος και εξαρτάται από την εκπλήρωση των όρων της συμφωνίας των Πρεσπών –με την Ελλάδα να διατηρεί δικαίωμα άσκησης βέτο ανά πάσα στιγμή -, ο δρόμος, θεωρητικά, ανοίγει. Η συνεργασία ΠΓΔΜ – ΝΑΤΟ είναι ήδη πολύ καλή, καθώς η χώρα συνεισφέρει σε επιχειρήσεις και αποστολές στο Αφγανιστάν και το Κόσοβο, αλλά πλέον η Συμμαχία θα είναι μελλοντικά σε θέση να επιτύχει τον βασικό της στόχο. Αυτός δεν είναι άλλος από την προστασία της περιοχής των Δυτικών Βαλκανίων από τη ρωσική επιρροή.
Πέρα από το ζήτημα της ΠΓΔΜ που αφορά άμεσα την Ελλάδα, η φετινή Σύνοδος του ΝΑΤΟ θα έχει ως βασικό σημείο αναφοράς τους καινούργιους αμερικανικούς οικονομικούς όρους. Αν και ο Ντόναλντ Τραμπ είναι πολύ πιο μετριοπαθής σε σχέση με την περίοδο πριν αναλάβει τα καθήκοντά του, εξακολουθεί να θεωρεί ανεπίτρεπτο να μην πληρώνουν βάσει των προδιαγραφών τα περισσότερα κράτη – μέλη. Σε αυτό έχει δίκιο. Είναι πολύ λίγα τα κράτη – μέλη της Συμμαχίας, μεταξύ αυτών η Ελλάδα, που δίνουν το 2% του ΑΕΠ τους στην άμυνα. Χώρες όπως η Γερμανία έχουν δεσμευθεί να πράξουν το ίδιο στο μέλλον, αλλά αυτό δεν μπορεί να συμβεί βραχυπρόθεσμα, ικανοποιώντας άμεσα το αίτημα Τραμπ.
Τα νούμερα, όμως, από μόνα τους δεν αρκούν για να αποτυπώσουν τον ουσιαστικό προβληματισμό της Ευρώπης –είτε σε επίπεδο ΝΑΤΟ είτε σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ενωσης –για την τακτική του αμερικανού προέδρου. Η ανησυχία της Ευρώπης είναι πως βλέπει ότι δεν είναι από μόνη της σε θέση να αντιμετωπίζει απειλές, όπως αυτές που έρχονται από τη Ρωσία. Χρειάζεται, δηλαδή, την αμερικανική στήριξη, που τον τελευταίο ενάμιση χρόνο δεν θεωρείται απαραίτητα δεδομένη, όπως συνέβαινε την οκταετία Ομπάμα. Οι αμυντικές πρωτοβουλίες, που τους τελευταίους μήνες αναλαμβάνουν οι Βρυξέλλες, είναι μεν σημαντικές, αλλά σε καμία περίπτωση δεν μπορούν να συγκριθούν με αυτές της Ουάσιγκτον στη Γηραιά Ηπειρο.
Tέσσερις μόλις μέρες μετά τη Σύνοδο Κορυφής του ΝΑΤΟ, ο Τραμπ θα συναντηθεί με τον ρώσο ομόλογό του Βλαντίμιρ Πούτιν στο Ελσίνκι. Αυτή η συνάντηση δημιουργεί από μόνη της επιπρόσθετη ανησυχία σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες που φοβούνται τη ρωσική πολιτική. Ο απρόβλεπτος χαρακτήρας του αμερικανού προέδρου και η ασυνήθιστη διπλωματία του προκαλούν ερωτηματικά, τα οποία μόνο σε βάθος χρόνου θα απαντηθούν. Το βέβαιο είναι πως ένα νέο είδος αμερικανικού απομονωτισμού με επιλεκτικές διεθνείς παρεμβάσεις έχει ήδη αρχίσει να αναπτύσσεται.
Ο δρ Γιώργος Ν. Τζογόπουλος είναι επιστημονικός συνεργάτης στο Begin Sadat Centre for Strategic Studies (Ισραήλ) και διδάσκων Διεθνών Σχέσεων στο Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης