«Το ανθρώπινο ον είναι ικανό για απίστευτα πράγματα όταν πρόκειται για την επιβίωσή του. Εδώ, θα πρέπει να ξεπεράσουν τον εαυτό τους»: είναι το σχόλιο που έκανε ένας έμπειρος σπηλαιολόγος λίγο πριν ξεκινήσει, χθες το πρωί, η παράτολμη όσο και αναγκαία επιχείρηση απεγκλωβισμού των 12 μικρών Ταϊλανδών, ηλικίας 11 έως 16 χρόνων, που είχαν παγιδευτεί μαζί με τον 25χρονο βοηθό προπονητή τους στο ποδόσφαιρο από τις 23 Ιουνίου σε ένα πλημμυρισμένο σύμπλεγμα σπηλαίων, το Ταμ Λουάνγκ, στην επαρχία Τσιανγκ Ράι της Βόρειας Ταϊλάνδης. Το πρώτο κομμάτι της επιχείρησης στέφθηκε με επιτυχία: τέσσερις έφηβοι βγήκαν, συνοδεία επαγγελματιών δυτών, ασφαλείς από το σπήλαιο και μεταφέρθηκαν πρώτα με ασθενοφόρα και κατόπιν με ελικόπτερα στο νοσοκομείο του Τσιανγκ Ράι. Το δεύτερο σκέλος της επρόκειτο να ξεκινήσει το νωρίτερο σήμερα το πρωί –η Ταϊλάνδη βρίσκεται τέσσερις ώρες μπροστά από την Ελλάδα. «Απόψε, θα μπορέσουμε να κοιμηθούμε ήσυχοι. Καλό βράδυ» έγραψε χθες το βράδυ στο Facebook η μονάδα βατραχανθρώπων του ταϊλανδικού ναυτικού. Ο κόσμος ολόκληρος όμως κρατούσε την ανάσα του.
Μέρες προβάριζαν οι διασώστες την επιχείρηση, ζυγίζοντας τους κινδύνους. Τελικά, χθες το πρωί, δόθηκε το σήμα. Δεδομένων άλλωστε των μετεωρολογικών συνθηκών, δεν υπήρχε εναλλακτική. «Είναι η πρώτη φορά εδώ και 15 ημέρες που είναι τόσο χαμηλή η στάθμη των υδάτων» εξήγησε ο κυβερνήτης της περιοχής στους δημοσιογράφους –οι ομάδες των διασωστών είχαν καταφέρει να απαντλήσουν σημαντική ποσότητα υδάτων. «Μειώθηκε επιπλέον 30% τις δύο τελευταίες ημέρες. Είναι η καλύτερη στιγμή να επέμβουμε πριν ενσκήψει νέα καταιγίδα». Με την περίοδο των μουσώνων στο πικ της, οι διασώστες καλούνταν να δώσουν μια μάχη και με το νερό και με τον χρόνο. Ηταν άλλωστε μια «αστραπιαία πλημμύρα» αυτή που μετέτρεψε την εξόρμηση των μικρών ποδοσφαιριστών και του προπονητή τους σε επικίνδυνη περιπέτεια: δέκα ημέρες έμειναν αγνοούμενοι πριν τους βρουν οι ταϊλανδοί βατραχάνθρωποι και δύο βρετανοί δύτες, αργά το βράδυ της περασμένης Δευτέρας.
Περισσότεροι από 90 δύτες, οι 50 από ξένες χώρες, συμμετέχουν στην επιχείρηση. Συνολικά 2.000 άνθρωποι, μια πραγματική πολυεθνική ομάδα συνεργασίας, βρίσκονται επί τόπου. Δεκατρείς ξένοι δύτες, στην πλειονότητά τους Ευρωπαίοι, και πέντε μέλη των Ταϊλανδών Navy SEALs έχουν αναλάβει να βγάλουν τα παιδιά έξω, «ένα προς ένα» –μια επιχείρηση που, όπως ανακοινώθηκε εξαρχής, μπορεί να διαρκέσει «και δύο και τρεις ημέρες». Κάθε παιδί οδηγείται και συνοδεύεται από δύο δύτες σε μια ελικοειδή διαδρομή τεσσάρων χιλιομέτρων, από το σπήλαιο όπου είχαν παγιδευτεί έως την είσοδο του συμπλέγματος. Μια διαδρομή μέσα στο απόλυτο σκοτάδι –«ακόμα και με τον προβολέα» -, κατά την οποία καλούνται να καταδυθούν μέσα από στενά περάσματα με ισχυρά, ψυχρά ρεύματα, να σκαρφαλώσουν γλιστερά, απότομα βράχια, να περπατήσουν πάνω σε παχιά λάσπη. Ως «λαβύρινθο» περιέγραφε ένας εξερευνητής το Ταμ Λουάνγκ, επισημαίνοντας πως είναι ένα από τα πιο δύσκολα που έχει δει ποτέ του. Ειδικά το πρώτο χιλιόμετρο της διαδρομής που πρέπει να κάνουν τα παιδιά θεωρείται το πιο δύσκολο: καλούνται να καταδυθούν μέσα σε λασπώδη νερά με μηδενική ορατότητα, να συρθούν μέσα από λάσπες και χαλάσματα. Και κάποια περάσματα δεν ξεπερνούν σε πλάτος τα 60 εκατοστά. «Η οπή είναι πραγματικά μικρή, αναγκάστηκα να βγάλω τη φιάλη οξυγόνου για να συρθώ μέσα από αυτή» έλεγε ένας 25χρονος δύτης λίγο πριν ξεκινήσει η επιχείρηση. «Ακόμα και έτσι, ένιωθα τις άκριες της οπής στην πλάτη και το στήθος μου».
Συνολικά πέντε ώρες χρειάζεται ένας επαγγελματίας δύτης για να βγει από το σημείο όπου είχαν εγκλωβιστεί τα παιδιά –και έξι για να φτάσει. Ο θάνατος ενός ταϊλανδού πρώην βατραχανθρώπου, την Παρασκευή, ο οποίος έμεινε χωρίς οξυγόνο επιστρέφοντας από μια αποστολή ανεφοδιασμού, καταδεικνύει με τον πιο σκληρό τρόπο τους κινδύνους της επιχείρησης. Στην πραγματικότητα, είναι τόσο πολλά αυτά που μπορεί να πάνε στραβά, που ο απεγκλωβισμός, χθες, των πρώτων τεσσάρων παιδιών έδωσε ένα μικρό μόνο προβάδισμα στην ανακούφιση, πριν πάρει πάλι τη θέση της η αγωνία.
Πολλά από τα παιδιά δεν ήξεραν καν να κολυμπούν. Οπως έλεγε βέβαια ο γάλλος σπηλαιολόγος Ρενό Καρασού – Μαγιάν, «δεν ήταν το πιο σημαντικό να τα μάθουν να κολυμπούν. Ενα σκοινί έχει τοποθετηθεί σε όλο το μήκος, αρκεί να το τραβάνε. Οι δύτες που τα συνοδεύουν θα τα αγγίζουν συνεχώς. Το πιο σημαντικό είναι η ψυχολογική τους προετοιμασία, να μην πανικοβληθούν. Κάτω από το νερό, οι διασώστες σίγουρα θα έχουν αναπτύξει έναν κώδικα ώστε να επικοινωνούν μαζί τους, σφίγγοντάς τους για παράδειγμα το μπράτσο για να πουν πως όλα πάνε καλά. Προκειμένου να καθησυχάσουν και να κινητοποιήσουν τα παιδιά, οι διασώστες ενδεχομένως να δείξουν στους υπόλοιπους βίντεο των πρώτων απεγκλωβισμένων». Μια αποστολή δύσκολη ακόμα και για πεπειραμένους επαγγελματίες. Με τους μουσώνες να απειλούν ανά πάσα στιγμή να την εκτροχιάσουν.
Τα δώδεκα παιδιά και ο προπονητής τους
Η μασκότ. Γνωστός και ως Τιτάνας, ο Ουιμπορουνκρούγκ είναι 11 ετών και είναι ο μικρότερος της ομάδας. Το όνειρό του είναι να αποκτήσει ένα ποδήλατο.
Ο τερματοφύλακας. Ο Σουθάμ, Νότε για τους φίλους, περιγράφεται ως λιγομίλητος, αλλά και φιλόδοξος. Είναι 14 ετών και εκτός από το ποδόσφαιρο λατρεύει και το γκολφ.
Ο αισιόδοξος. Ο 16χρονος Καμλουάγκ δεν έπαψε ούτε στιγμή να δηλώνει «ευτυχισμένος». Η μητέρα του δήλωσε στα μέσα ενημέρωσης πως δεν θα τον αφήσει να μπει ποτέ ξανά σε σπηλιά.
Ο αρχηγός. Ο 13χρονος Προμθέπ, Ντομ για τους φίλους, είναι ο αρχηγός της ομάδας και παίζει επιθετικός. Οι συμπαίκτες του τον λατρεύουν και για το χιούμορ του.
Ο τρυφερός. Ο 16χρονος Σοπιανγκάι, γνωστός και ως Νάιτ, περιγράφεται ως ένα γλυκό παιδί που είναι πολύ δεμένο με την οικογένειά του και ιδιαίτερα με τον αδελφό του.
Ο υποψήφιος. Τον 15χρονο Μπόντι τον ξέρουν όλοι περισσότερο ως Νικ. Δεν είναι μέλος της ομάδας, αλλά φιλοδοξεί να γίνει για να περνάει περισσότερο καιρό με τον κολλητό του, Ουόνγκσουκαμ.
Ο ονειροπόλος. Ο Τζαϊγόνγκ είναι 13 χρονών και έχει ένα μεγάλο όνειρο: να παίξει στην εθνική ομάδα της χώρας του. Προς το παρόν υποστηρίζει την Αγγλία.
Ο δυνατός. Ο 14χρονος Τακαμσάι, που όλοι φωνάζουν Τλε, θεωρείται πολύ ισχυρός χαρακτήρας. Ο κολλητός του τον περιμένει έξω από το σπήλαιο για να τον ρωτήσει αν φοβήθηκε το σκοτάδι.
Ο ζορισμένος. Ο 13χρονος Σαενγκντί μεγάλωσε με τη μητέρα του και τον παππού του. Τρώει ελάχιστα από τότε που η ομάδα παγιδεύτηκε στη σπηλιά.
Ο τερματοφύλακας. Για τους φίλους του ο 14χρονος Ουονγκσουκάν είναι ο Μπεβ. Είναι αυτός που κάλεσε τον Μπόντι να κάνουν την εκδρομή μαζί στη σπηλιά.
Ο φιλόδοξος. Ο Μπουπιάν είναι 13 χρόνων και φιλοδοξεί να παίξει ποδόσφαιρο στην ομάδα της Μπανγκόκ. Εχει μεγαλώσει με τη μητέρα του, αφού ο πατέρας του εγκατέλειψε την οικογένεια.
Ο πολύγλωσσος. Σύμφωνα με τους φίλους του, ο 14χρονος Σαμόν ξεχωρίζει για την ευγένειά του και την ευρυμάθειά του, καθώς μιλάει ήδη ταϊλανδικά, βιρμανικά, κινεζικά, όπως και αγγλικά.
Ο προπονητής. Ο 25χρονος Τσάνταγουονγκ έχασε στα 12 του χρόνια γονείς και αδελφό από μια μολυσματική ασθένεια. Εμεινε για καιρό σε ένα μοναστήρι, όπου εντρύφησε στα μυστικά του διαλογισμού. Οι παίκτες του δεν θα ήθελε να τον βλέπουν μόνο σαν προπονητή αλλά και σαν δάσκαλο ζωής.