Τις ενδείξεις που κρούουν κώδωνα κινδύνουγια το ενδεχόμενο ένα παιδί να έχει πέσει θέμα ενδοσχολικού εκφοβισμού εξηγείστα «ΝΕΑ» η κοινωνιολόγος – εγκληματολόγος Ειρήνη Φερέτη. Οπως επισημαίνει, «ο σχολικός εκφοβισμός διέρχεται από διαφορετικές φάσεις. Για παράδειγμα, μπορεί να ξεκινήσει με πειράγματα και δυσάρεστα σχόλια που εκφράζονται περιστασιακά. Στη συνέχεια γίνονται πιο συστηματικά. Ετσι παγιώνεται μια κατάσταση όπου το παιδί/στόχος ενοχοποιείται ότι φταίει γι’ αυτό που συμβαίνει, η τάξη συνηθίζει την κατάσταση, το παιδί/στόχος δεν μπορεί να ξεφύγει, ενώ κάποιες φορές λαμβάνεται η απόφαση ν’ αλλάξει σχολείο γιατί έχει κλονιστεί το ηθικό του και έτσι ο στόχος του αποκλεισμού έχει επιτευχθεί».
Σύμφωνα με την Ειρήνη Φερέτη, τα ακόλουθα αποτελούν ορισμένες ενδείξεις που πιθανόν να υποδηλώνουν ότι το παιδί έχει πέσει θύμα βίας και εκφοβισμού στο σχολείο:
Αν έχει μειωμένη διάθεση ή αρνείται να πάει στο σχολείο με πρόσχημα κάποια αδιαθεσία.
Αν κάνει αδικαιολόγητες απουσίες.
Αν έχει απροσδόκητη μαθησιακή πτώση που αποτυπώνεται με βαθμούς που πέφτουν.
Αν καθυστερεί να πάει στο σχολείο ή αργεί να επιστρέψει στο σπίτι.
Αν τα ρούχα του είναι συχνά σκισμένα και κατεστραμμένα.
Αν έχει σημάδια και μελανιές στο σώμα ή άλλες ενδείξεις επίθεσης και αποφεύγει να εξηγήσει πώς έγιναν.
Αν συχνά χάνει τα πράγματά του.
Αν ζητάει συχνά χρήματα από τους γονείς του γιατί έχασε αυτά που του έδωσαν.
Αν αρνείται να συμμετάσχει σε σχολικές εκδηλώσεις και δραστηριότητες.
Αν υπάρξουν ξαφνικές αλλαγές στην διάθεσή του που επιμένουν. Αν παραπονιέται για ψυχοσωματικά προβλήματα.
ΤΟ ΣΧΟΛΕΙΟ. «Εάν ισχύουν κάποια από τα προηγούμενα, τότε ίσως το παιδί χρειάζεται άμεση βοήθεια και υποστήριξη» σημειώνει η Ειρήνη Φερέτη.
ΟΙ ΚΑΝΟΝΕΣ. Σύμφωνα με την Ειρήνη Φερέτη, «είναι χαρακτηριστικό ότι μαθητές που εκφοβίζουν σε άλλους χώρους, όπως στη γειτονιά, δεν τολμούν να το κάνουν σε σχολεία όπου οι κανόνες είναι ξεκάθαροι και οι παραβάσεις τους τιμωρούνται πάντα. Το σχολείο θα πρέπει να μαθαίνει τα παιδιά να διεκδικούν το δίκιο τους όταν αισθάνονται ότι έχουν αδικηθεί και να τα διδάσκει ότι τα παιδιά που μένουν θεατές δεν είναι χωρίς ευθύνες. Ο μαθητής που ασκεί βία πρέπει να αποδεχθεί το σφάλμα του, να ζητήσει συγγνώμη και να επιστρέψει ό,τι ενδεχομένως έχει αποσπάσει. Το σχολείο πρέπει να διαλύει ομάδες μαθητών που ασκούν βία και όλοι οι μαθητές να συμμετέχουν σε δραστηριότητες για την υποστήριξη των συμμαθητών τους. Οι καθηγητές είναι υποχρεωμένοι να καταγγείλουν όταν έχουν δείγματα τέτοιων φαινομένων και στην περίπτωση της Αργυρούπολης θα πρέπει να διερευνηθούν οι ευθύνες όλων με επίκεντρο όμως και τις ανάγκες των παιδιών που ασκούν τον εκφοβισμό, καθώς τέτοιου είδους συμπεριφορές έχουν πάντα κάποια αιτία».
ΟΙ ΑΔΥΝΑΜΙΕΣ. Ως προς τα χαρακτηριστικά των παιδιών που πέφτουν συνήθως θύματα παρενόχλησης η Ειρήνη Φερέτη λέει ότι συνήθως είναι παιδιά με περισσότερο άγχος και ανασφάλεια από τους άλλους μαθητές, ήσυχα και ευαίσθητα, εσωστρεφή και μοναχικά, που δύσκολα υπερασπίζονται τον εαυτό τους, που μπορεί να διαφέρουν –στο χρώμα του δέρματος, στην προφορά, στη θρησκεία, στα ρούχα -, που μπορεί να μη διαφέρουν εξωτερικά, αλλά να έχουν μια εκμεταλλεύσιμη αδυναμία, να έχουν αρνητική άποψη για τη βία και φόβο για περαιτέρω βία ή τιμωρία από τους μεγάλους.
Από την άλλη, οι μαθητές που ασκούν βία σε συμμαθητές τους είναι συχνά, σύμφωνα με την κοινωνιολόγο, παιδιά που «φαινομενικά δείχνουν σίγουρα για τον εαυτό τους, ενεργητικά και υπερδραστήρια, επιθετικά, επιρρεπή σε παραβίαση κανόνων και αντικοινωνικές συμπεριφορές, ικανά να ξεφεύγουν από δύσκολες καταστάσεις».