Κάθε θρησκεία, εκτός από το δόγμα, τους κανόνες, το πώς αντιλαμβάνεται την αμαρτία αλλά και το πώς πιστοποιεί την άφεσή της, την κοσμοθεωρία της τέλος πάντων, «κουβαλά» και τα λατρευτικά συμπράγκαλα της καθημερινότητας. Ο συμβολισμός τους και ό,τι, τελικά, παγιώνεται ως θρησκευτικό έθιμο μπορεί να είναι πιο δυνατό απ’ αυτήν καθαυτήν την πίστη. Και πιο εύκολο να το ακολουθήσει ο «πιστός». Για παράδειγμα, στα καθ’ ημάς, θα παρακολουθήσουν τη Μεγάλη Παρασκευή την περιφορά του Επιταφίου ακόμη και αυτοί που η μόνη σχέση που έχουν με την Ορθοδοξία είναι η αναγραφή της, ως θρησκεύματος, στις παλιές τους ταυτότητες.
Σε περιοχές όπου ζουν πληθυσμοί που πιστεύουν σε διαφορετικές θρησκείες ή δόγματα, αυτά τα έθιμα και τα καθημερινά λατρευτικά ήθη ενώνουν τους ανθρώπους στη βάση της ζωής. Τσουρέκι τρώνε τις μέρες του Πάσχα οι μουσουλμάνοι στις γειτονιές που συμβιώνουν με τους χριστιανούς αφού η μυρωδιά του που σπάει τη μύτη δεν διακρίνει «θεούς» και «δαίμονες». Αβγά τσουγκρίζουν οι καθολικοί στη Σύρο παρόλο που θεωρείται έθιμο των ορθοδόξων. Και θυμάμαι πάντα εκείνη τη φίλη, πιστή χριστιανή, που έμενε στην Κωνσταντινούπολη και μου έλεγε πως κάθε φορά που άκουγε τον μουεζίνη να προσεύχεται έκανε τον σταυρό της. «Οι διαφορές στις θρησκείες φτάνουν έως το ύψος των ναών τους. Από εκεί και πάνω όλα είναι ίδια. Και η προσευχή του μουεζίνη πάει πάνω από μιναρέδες και εκκλησιές». Αυτό πίστευε. Και είναι αλήθεια ότι, σε πολλές περιπτώσεις, η πίστη ζυμώνεται μαζί με τα υλικά της εντοπιότητας.
Οι θρησκείες χωρίζουν όταν χρησιμοποιούνται ως επίδειξη δύναμης. Ως καύσιμη ύλη φανατισμού και μισαλλοδοξίας. Αυτό φαίνεται να το γνωρίζουν καλά όλοι οι κάτοικοι της Κύπρου. Το έχει διατυπώσει άλλωστε η τουρκοκύπρια ποιήτρια Νεσιέ Γιασίν στους στίχους της που είχε μελοποιήσει ο Μάριος Τόκας. «Η δική μου η πατρίδα έχει μοιραστεί στα δυο, ποιο από τα δυο κομμάτια πρέπει να αγαπώ;».