Εβδομήντα τέσσερα χρόνια μετά τη δολοφονία του Ιωάννη Καποδίστρια το ίδιο σκηνικό στην είσοδο της Παλαιάς Βουλής, στη σημερινή Πλατεία Κολοκοτρώνη, 31 Μαΐου 1905. Στις 4 το απόγευμα ο πρόεδρος της Βουλής, οι υπουργοί και οι βουλευτές είχαν καταλάβει τις θέσεις τους. Ηταν η πρώτη φορά που ο πρωθυπουργός Θεόδωρος Δηλιγιάννης είχε καθυστερήσει.
Λίγα λεπτά πριν από τις 5 το απόγευμα ο Δηλιγιάννης έφθασε με την άμαξα στο προαύλιο της Βουλής, όπου ήσαν συγκεντρωμένοι και ευάριθμοι πολίτες. Οταν ο ακόλουθός του άνοιξε την πόρτα της άμαξας για να κατέβει ο πρωθυπουργός, «άνθρωπος πενιχρώς ένδεδυμένος» –κατά την περιγραφή των εφημερίδων –έσπευσε προς την άμαξα. Οι πάντες πίστεψαν ότι η πρόθεσή του ήταν να χαιρετήσει. Αντί χαιρετισμού έβγαλε ένα μαχαίρι και έπληξε τον Δηλιγιάννη στην κοιλιά. Μεταφέρθηκε στον Σταθμό Πρώτων Βοηθειών, όπου άφησε την τελευταία του πνοή. Ο δράστης Αντώνιος Γεράκης ήταν χαρτοπαίκτης και τα αίτια αποδίδονται στην απόφαση του Δηλιγιάννη να κλείσει τις χαρτοπαικτικές λέσχες.
Ο Θεόδωρος Δηλιγιάννης, ευφυής, ικανός ρήτωρ και δημαγωγός, είχε θέσει ως σκοπό της πολιτικής του την πολιτική συντριβή του Χαρίλαου Τρικούπη. Μικροπολιτικός χωρίς όραμα, πολέμησε όλες τις μεταρρυθμιστικές πρωτοβουλίες του Τρικούπη. Θεωρούσε καλό ό,τι θα έβλαπτε τον αντίπαλό του. Και όταν τον ρωτούσαν ποιο ήταν το πρόγραμμά του, δεν δίσταζε να απαντήσει: «Το αντίθετον από του κυρίου Τρικούπη» και υποσχόταν όταν αναλάβει την κυβέρνηση ότι θα πράξει «τα αντίθετα των οποίων έπραττε το αντίπαλο τρικουπικό κόμμα».
Παράδειγμα, όταν ο Τρικούπης, για να καλύψει το δημοσιονομικό έλλειμμα, επέβαλε νέους φόρους και κυνήγησε τους φοροφυγάδες με πρόστιμα και φυλακίσεις, ο Δηλιγιάννης επικέντρωσε την πολεμική του στο σύνθημα «Κάτω οι φόροι» με τον Τρικούπη να απαντά: «Εχομεν ανάγκην και νέων φόρων, και πάλιν φόρων».
Ο άγγλος οικονομολόγος Κάρολος Τσέστων (Charles C. Cheston) έγραφε τότε ότι για να εξεταστεί η οικονομική κατάσταση στην Ελλάδα πρέπει να γνωρίζει κανείς ότι πόθος των Ελλήνων είναι να αποφεύγουν την απότιση των φόρων. Τον πόθο αυτόν εκμεταλλεύτηκε ο δημαγωγός Δηλιγιάννης και η χρεοκοπία κατέστη αναπόφευκτη. Αδικα ταυτίστηκε μόνο με τον Τρικούπη…
Μετά την εκλογική ήττα του Τρικούπη το 1895 και την αποχώρησή του στη Γαλλία, όπου πέθανε ύστερα από έναν χρόνο, ο Δηλιγιάννης σχημάτισε τρεις κυβερνήσεις, συνολικής διάρκειας δύο χρόνων και 11 μηνών. Θα στιγματιστεί με τον λεγόμενο «ατυχή» Ελληνοτουρκικό Πόλεμο και, συνεπεία αυτού, την επιβολή του Διεθνούς Οικονομικού Ελέγχου, ο οποίος θα έλεγχε τα δημόσια οικονομικά της χώρας για μισό αιώνα.
Το τέλος του Θεόδωρου Δηλιγιάννη ήταν άδικο. Δολοφονήθηκε γιατί είχε το πολιτικό θάρρος να συγκρουστεί με τον υπόκοσμο των χαρτοπαικτικών λεσχών.
Οπως και με τη δολοφονία του Καποδίστρια, κάποιοι πένθησαν και κάποιοι χάρηκαν.
Ο Γεώργιος Σουρής πένθησε τον Διληγιάννη με πρωτοσέλιδο ποίημα στον Ρωμηό, όπου έγραφε:
«Λαός που τον καμάρωνε γονατιστός μπροστά του
Κι αθάνατα τα νόμιζε τ’ άσπρα γεράματά του
Σαν όνειρο του φαίνεται το γέρο του πώς χάνει
Πώς μνήμα ανοίγει σήμερα του γέρου Ντεληγιάννη
Κι ακούς να λεν χίλιες φορές, ανάθεμα στο χέρι
Που πήγε για το γέρο του κι ακόνισε μαχαίρι».
Αντίθετα ο Νουμάς, στο κύριο άρθρο του της 5ης Ιουνίου 1905, κράτησε διαφορετική στάση γράφοντας:
«Θα ‘τανε χάρισμα θεϊκό για τον πολυτυραγνισμένο τούτο τόπο αν με το θάνατο του Ντεληγιάννη πέθαινε μια και καλη και η καταραμένη Πολιτική Δημοκοπία, που τόσα κακά μάς φόρτωσε στη ράχη μας».
Ηταν μια άδικη δολοφονία για ένα μέτρο κοινωνικά ορθό.
Βιβλία: το τετράτομο «Η περιπέτεια του κοινοβουλευτισμού», «Η Ελλάδα των δανείων και των χρεοκοπιών», «Από τον Οθωνα στην καγκελάριο Μέρκελ – 180 χρόνια οι Γερμανοί στην Ελλάδα», «Η Ευρώπη και η Ελλάδα – Από την κρίση στην ελπίδα» (εκδόσεις Πατάκη)