Πάρτι διορισμών στη Βουλή
Συμπληρωματικά αναφέρω ότι σήμερα που μιλάμε οι υπάλληλοι της Βουλής είναι 1.495. Εξ αυτών οι 571 είναι μόνιμοι (σχεδόν δηλαδή το 1/3), αλλά το πάρτι γίνεται με τους υπόλοιπους: 710 είναι εργαζόμενοι με συμβάσεις ιδιωτικού δικαίου, 68 απασχολούνται ως ειδικοί φρουροί, οι μετακλητοί υπάλληλοι είναι 146 και άλλοι 597 είναι οι επιστημονικοί συνεργάτες των βουλευτών και των ευρωβουλευτών.
Και θα ολοκληρώσω, με τα της γιορτής του 1.500, αναφέροντας ότι πρόκειται καθαρά για τη συμβολή του προέδρου Βούτση στο project ΣΥΡΙΖΑ «χτυπάμε την ανεργία», αφού σύμφωνα με τα στοιχεία του 2015, οι εργαζόμενοι, τον Οκτώβριο εκείνου του χρόνου στη Βουλή, που εδραιώθηκε ο ΣΥΡΙΖΑ δηλαδή και έγινε πρόεδρος ο Βούτσης, ήταν 1.287. Εκ των οποίων, οι 581 μόνιμοι, οι 564 με συμβάσεις ιδιωτικού δικαίου, οι 72 ειδικοί φρουροί και οι μετακλητοί μόλις 70. Εκεί, στον κλάδο των μετακλητών, είναι που εμφανίζεται καθαρά το πάρτι διορισμών που έγινε. 70 το 2015, 146 σήμερα.
Πράγμα που μας οδηγεί αυτοδικαίως στο συμπέρασμα ότι «ήταν δίκαιο, έγινε πράξη»! Ο διορισμός…
Οι μύθοι της κυβέρνησης
Με αυτά τα δεδομένα, όπως δηλαδή τα εκθέτω παραπάνω, τι να μας πει και ο Αλέξης «ήμουν παλιά το ΠΑΣΟΚ στον ΣΥΡΙΖΑ» Μητρόπουλος, ο οποίος πήρε τους πίνακες με τα στοιχεία της Εργάνης, τα έκανε φύλλο και φτερό, και κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η Ελλάδα είναι «το Ελντοράντο της φτηνής εργασίας»;
Χάθηκαν, λέει, 6.259 θέσεις εργασίας από άτομα μεταξύ 30 και 44 ετών –στην πιο παραγωγική τους περίοδο βρίσκονταν οι άνθρωποι αυτοί, αλλά ας πρόσεχαν. Δεν είχαν μπάρμπα στην Κορώνη, ούτε Βούτση στη Βουλή.
Ο Αλέξης (Μητρόπουλος) που καταρρίπτει τον έναν μετά τον άλλον τους μύθους της κυβέρνησης ότι τσακίζει την ανεργία, μου απέστειλε στοιχεία από τα οποία προκύπτει ότι ακόμη και αυτοί που προσλήφθηκαν το α’ εξάμηνο του 2018, βρήκαν δουλειά ως μερικώς ή ως εκ περιτροπής απασχολούμενοι. Δηλαδή δουλειές των 250 και των 300 ευρώ.
Αποτέλεσμα, λέει, και αυτό της «ευελιξίας» στην αγορά εργασίας, την οποία έχει καθιερώσει η κυβέρνηση.
Βαρύς πόνος στο Καβούρι
Αργά τις νύχτες, εδώ και μερικές εβδομάδες, εκεί στο Καβούρι, απέναντι από μνημείο των λοκατζήδων, και πίσω από το βενζινάδικο της Shell, φτάνει ώς τ’ αφτιά των οδηγών, μια απόκοσμη, βαριά φωνή. Λες και την κουβαλάει μαζί του, ο άνεμος που θροΐζει ανάμεσα στα πεύκα και τις πικροδάφνες. Σαν να σιγοτραγουδάει κάποιος, φάλτσα μεν, αλλά με πόνο, ένα τραγούδι.
Την περασμένη εβδομάδα οδηγός που έφευγε από το βενζινάδικο, άκουσε τη φωνή, έσβησε τη μηχανή του αυτοκινήτου, και βεβαίωνε αργότερα ότι έφτασαν στ’ αφτιά του τα παραπονεμένα λόγια του «τραγουδιστή»:
Εμένα δε μ’ αγάπησε κανείς
δεν ένιωσα ποτέ ένα χάδι (…)
Εμένα δε με νοιάστηκε κανείς
ο πόνος μοναχά με ξέρει
μου ‘χουνε πάρει τη χαρά
και μου ‘χουν κόψει τα φτερά
με δίκοπο μαχαίρι…
Δείξε μου τον φίλο σου…
Σε ένα εντελώς άσχετο θέμα τώρα, θέλω να δικαιολογήσω απολύτως τον Καμμένο υπουργό, ο οποίος επιτέλους βρήκε και κάποιον να τον συμπαθεί και έσπευσε να το αναγγείλει. Διότι έτσι όπως εξελίσσεται το πράγμα με το bullying που υφίσταται στα social media, ο άνθρωπος θα πάθαινε μια ψυχολογία. Μια κρίση αυτοεκτίμησης. Ποιος είμαι, πού πάω, τι θέλω στη ζωή, τι έχω κάνει και με παίρνουν όλοι στο ψιλό, γιατί όταν βγαίνω στο διάλειμμα με πλακώνουν όλοι στο φατούρο –τέτοια.
Αυτός λοιπόν που δήλωσε ότι συμπαθεί τον Καμμένο λέγεται Μεχμέτ Τσαβούσογλου, είναι υπουργός Εξωτερικών της Τουρκίας και κατά τον Καμμένο (και για όση αξιοπιστία έχει ο λόγος του) του το είπε σε μια τυχαία συνάντηση που είχαν στο περιθώριο της Συνόδου του ΝΑΤΟ.
Τον συμπαθεί, λέει, και πιστεύει ότι μπορούν να τα βρουν.
Δύο ξένοι στην ίδια πόλη
Το επόμενο θέμα είναι ενδοκρητικό, ενδοχανιώτικο για την ακρίβεια και λογικά εμένα που κατάγομαι από την εύανδρο Ηπειρο ποσώς θα με απασχολούσε, υπό φυσιολογικές συνθήκες. Ελα όμως που με κέντρισαν οι πρωταγωνιστές. Πήγε ο φίλος μου ο Μήτσος Καμπουράκης μια βδομάδα στη γενέτειρά του, είδε κόσμο, μίλησε και επιστρέφοντας έγραψε ότι στα Χανιά δεν βρήκε έναν που να στηρίζει πλέον τον ΣΥΡΙΖΑ. Τι ήταν να το γράψει αυτό. Του επιτέθηκε ο «πολλά βαρύς και όχι» Πολάκης υπουργός, με το «γνώριμο» ύφος του, το οποίο και εγώ έχω «υποστεί». «Κακορίζικο» αποκάλεσε τον Καμπουράκη. Λάθος. Μεγάλο. Γιατί χθες του απάντησε ο Μήτσος και η απάντηση είναι «πού σε πονεί και πού σε σφάζει». Αντιγράφω μικρό απόσπασμα:
«…αυτό το “κακορίζικο” που έγραψες για μένα να το καταπιείς ολόκληρο όπως είναι και να το φτύνεις στον καθρέφτη σου κάθε πρωί που πλύνεσαι. Οταν θυμάσαι (αν θυμάσαι πια) τι έλεγες πριν τρία χρόνια και τι κάνεις σήμερα, τι φώναζες ώς το ’15 και τι ψηφίζεις κάθε μέρα στη Βουλή παρέα με τον Καμμένο. Κακορίζικος είσαι συ και το κακό σου το ριζικό το καλλιτέχνησες μοναχός σου.
Κι αν υπάρχει κάποιος που έχει παρασαλώσει, δεν είμαι εγώ αλλά ολόκληρος ο νομός Χανίων που δεν μπορεί να πιστέψει ότι τον εκπροσωπεί ένας τύπος σαν και του λόγου σου. Στην αρχή είχες ενδιαφέρον, μετά η περίπτωσή σου είχε πλάκα, ύστερα όμως από τριάμισι χρόνια έχεις καταλήξει εξοργιστικός, ανυπόφορος. Μας έχεις ξεφτιλίσει πανελληνίως, Παυλή μου, δεν σου το ‘χει πει κανένας από τους παρατρεχάμενούς σου; Κόφ’ το επιτέλους, δεν αξίζει στα Χανιά τέτοια τύχη».
Ωχχχ, πόνεσε αυτό…