Μ’ αυτή τη ζέστη το λουμπάγκο είναι σκέτη τυραννία. Ούτε ψύλλος στον κόρφο του κυρίου Λαφαζάνη που από το μακρινό 2015 βρίσκεται ακόμα καρφωμένος σε στάση επίκυψης. Περασμένη ξεχασμένη η βαθιά υπόκλιση που έκανε τότε στον Αλεξέι Μίλερ. «Διότι διευθύνων σύμβουλος της Gazprom είναι ο άνθρωπος, Πόπη μου. Βάλε μου και τις μεταξωτές μπιτζάμες στη βαλίτσα. Μεντιτερένιαν. Μεγάλο ξενοδοχείο Πόπη μου. Μπορεί να ‘ρθει να με δει κάνας άνθρωπος, κάνας νομάρχης, κάνας δήμαρχος. Να με καλέσουν σε κάνα τραπέζι, να μου πουν πάμε καμιά εκδρομή ίσαμε την Αρετσού ή το Καραμπουρνάκι. Με τι θα πάω; Με τη φανέλα από κετσέ;». Κατάλαβα, μουρμούρισε χολωμένη η Ιλυα Λιβυκού στον Λογοθετίδη, κατάλαβα είπε τότε ο καθένας μας από μέσα του, αλλά η κυβέρνηση ήταν πολύ φρέσκια και το νταραβέρι με τη Λολότα του Βορρά, ακόμη στα ντουζένια του. Επρεπε να μεσολαβήσουν χίλιες μύριες αναποδιές, να χάσουμε το τρένο, να μείνουμε σε μια χαμοκέλα με κοτόψειρες να φάμε στη μάπα κι ένα τζώρα σταθμάρχη αλλήθωρο για ν’ αρχίσουν τα «πάψε μωρέ Λολότα» και «πάψε μωρέ Λολότα». Αν θέλετε να ξέρετε, σ’ εκείνη την ταινία ήμουν 100% με την ερωμένη, με την Λολότα. Τόσο αθώα και τόσο απροετοίμαστη να αντιμετωπίσει την κόλαση ενός παντρεμένου ζευγαριού. Τους ακατάλυτους δεσμούς μιας καλοδιπλωμένης μπιτζάμας, την ακατανίκητη έλξη μιας ωραία τακτοποιημένης βαλίτσας, τη γλυκιά απειλή της ερωτικής αντεκδίκησης, το tip της γκρίνιας α βολοντέ, το σεξαπίλ μιας φανέλας από κετσέ.
Δεν ξέρω τι ακριβώς υλικό είναι ο κετσές, αλλά μπορώ να φανταστώ. Εκείνο όμως που μου είναι εντελώς ακατανόητο είναι η «Αυτοκρατορική Ορθόδοξη Παλαιστινιακή Ενωση», ως προς το παλαιστινιακό της σκέλος, τουλάχιστον. Το κάνανε που το κάνανε, ας φρόντιζαν να βρουν και κάτι για ξεκάρφωμα. Εκτός αν το «παλαιστινιακό» είναι ο κετσές ή το ξεκάρφωμα. Γιατί το όνομα είναι η ψυχή μας όπως λέει και μια ψυχή. Ή όπως ευφυώς μαλώνει, αν θυμάμαι καλά, έναν λογοτεχνικό ήρωα στην Αργώ του ο Θεοτοκάς: δεν γίνεται να σε λένε «Ακη» και να φτουρήσεις ως πραξικοπηματίας. Γίνεται;