Πολικές θερμοκρασίες επικρατούν στις σχέσεις Αθήνας και Μόσχας σε μια χρονική στιγμή κατά την οποία καταγράφονται αλλαγές συσχετισμών στα Βαλκάνια και στη Νοτιοανατολική Μεσόγειο. Η πρόσφατη απόφαση της ελληνικής κυβέρνησης να απελάσει δύο ρώσους διπλωμάτες προκάλεσε κρίση ανάμεσα στην Ελλάδα και τη Ρωσία, δημιουργώντας νέα δεδομένα στο γεωπολιτικό σκάκι που παίζεται στην ευρύτερη περιοχή.

Οι σχέσεις Μεγάρου Μαξίμου και Κρεμλίνου επί της ουσίας βρίσκονται στο πιο λεπτό σημείο ισορροπίας των τελευταίων ετών μετά την απέλαση των δύο διπλωματών που κατηγορήθηκαν για συνεργασία με επιχειρηματίες προκειμένου να δωροδοκήσουν έλληνες βουλευτές, ορθόδοξους μητροπολίτες, μέλη πολιτιστικών ενώσεων και ακροδεξιών οργανώσεων στη Βόρεια Ελλάδα προκειμένου να αντιταχθούν στη συμφωνία των Πρεσπών για το Σκοπιανό.

Η εποχή των φιλοφρονήσεων μεταξύ Αλέξη Τσίπρα και Βλαντίμιρ Πούτιν είναι παρελθόν και μια νέα κατάσταση έχει διαμορφωθεί εσχάτως που βαθαίνει το ρήγμα μεταξύ Αθήνας και Μόσχας, με τη ρωσική πλευρά να κατηγορεί ευθέως την Ελλάδα ότι συντάσσεται με τη Δύση στη στάση της έναντι της Ρωσίας.

Εν μέσω της επιχείρησης διείσδυσης της Ρωσίας στην Ελλάδα με οχήματα τον πολιτισμό, την Ιστορία και την Ορθοδοξία και με κέντρο επιρροής και ισχύος την κραταιά Ρωσική Μονή του Αγίου Παντελεήμονος στο Αγιον Ορος, το κλίμα έχει βαρύνει.

Ηδη ο υπουργός Εξωτερικών της Ρωσίας, ο γκουρού της ρωσικής διπλωματίας, Σεργκέι Λαβρόφ εγκάλεσε ουσιαστικά την ελληνική κυβέρνηση ότι δρα και κινείται έναντι της χώρας του χωρίς αποδείξεις, όπως πράττουν και άλλες χώρες της Δύσης.

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΛΑΒΡΟΦ. Μάλιστα, ο Λαβρόφ, σε μια σημειολογική κίνηση, κοινοποίησε σε διεθνές επίπεδο τη ρωσική δυσαρέσκεια μέσω συνέντευξής του στο RT America και στην εκπομπή του Λάρι Κινγκ. Από το αμερικανικό βήμα, ο ρώσος υπουργός Εξωτερικών, το ταξίδι του οποίου στην Αθήνα τον ερχόμενο Σεπτέμβριο, όπως φαίνεται, ναυαγεί με τα σημερινά δεδομένα, εξήγησε πως οι χώρες της Δύσης σχεδιάζουν την πολιτική τους απέναντι στη Ρωσία στη βάση του «πολύ πιθανού» και του «δεν υπάρχει άλλη εύλογη εξήγηση», αλλά χωρίς αποδείξεις.

Επίσης, ο Λαβρόφ υπογράμμισε ότι η αντίληψη αυτή γίνεται «μεταδοτική», κατηγορώντας ουσιαστικά τις δυτικές χώρες ότι η μία μετά την άλλη, εφόσον δεν βρίσκουν άλλη εξήγηση για κάποια γεγονότα, οδηγούνται στο ίδιο συμπέρασμα, ότι δηλαδή για διάφορα περιστατικά την ευθύνη φέρει η Μόσχα. Σύμφωνα με τον ρώσο αξιωματούχο, αυτό συνέβη και στην περίπτωση της Ελλάδας, με την απέλαση των ρώσων διπλωματών και την κατηγορία της ανάμειξης στην εσωτερική πολιτική της χώρας.

«Είναι ακριβώς η ίδια προσέγγιση, όπως βλέπουμε στις σχέσεις μας με το Ηνωμένο Βασίλειο, που μας κατηγόρησε πριν από δέκα χρόνια ότι δηλητηριάσαμε έναν από τους πρώην αξιωματικούς των μυστικών υπηρεσιών που κατοικούσαν στο Λονδίνο, τον Λιτβινένκο. Η δίκη που κατέληξε στο συμπέρασμα ότι την ευθύνη έφερε η Ρωσία ήταν επίσης μυστική. Τώρα, η διερεύνηση της δηλητηρίασης στο Σάλσμπερι γίνεται επίσης χωρίς να παρέχεται διαφανής πληροφόρηση στο κοινό, χωρίς να δοθεί κανένα στοιχείο σε εμάς, συμπεριλαμβανομένης της πρόσβασης σε έναν ρώσο πολίτη και ούτω καθεξής. Τώρα αυτή η λογική του “πολύ πιθανού” γίνεται μεταδοτική».

ΧΑΜΗΛΟΙ ΤΟΝΟΙ. Η Αθήνα προσπαθεί να κρατήσει χαμηλούς τόνους μετά την κίνηση για απέλαση και επιμένει ότι οι ισχυρισμοί περί δήθεν αμερικανικών πιέσεων προς την Ελλάδα είναι απολύτως αβάσιμοι. Ο υπουργός Επικρατείας Αλέκος Φλαμπουράρης, μιλώντας στον Σκάι χθες, ανέφερε ότι εξαντλήθηκαν όλα τα διπλωματικά περιθώρια πριν προχωρήσει η απέλαση και ξεκαθάρισε ότι δεν υπήρξε καμία παρέμβαση από τις ΗΠΑ.

Ταυτόχρονα, η ελληνική κυβέρνηση, εν μέσω μηνυμάτων από τη Ρωσία περί αναστολής ρωσικών επενδύσεων στην Ελλάδα, εμμένει στη γραμμή ότι η ρωσική πλευρά δυσκολεύεται να αντιληφθεί ότι ένα μικρό κράτος μπορεί και είναι σε θέση να υπερασπιστεί τα εθνικά του συμφέροντα. «Δυσκολεύονται επίσης στην προκειμένη να αντιληφθούν ότι δεν αφήνουμε να παρεμβαίνουν τρίτες δυνάμεις στα εσωτερικά μας» είναι ένα από τα επιχειρήματα της ελληνικής πλευράς, όπως εκπέμπεται αρμοδίως από διπλωματικές πηγές.