Δεν είναι σωστό «να αντιδικεί» κανείς με τους πεθαμένους, εκτός κι αν η αντιδικία εγκαθιστά τις προϋποθέσεις για μια ευρύτερη θεώρηση ενός μεμονωμένου περιστατικού, όπως είναι αυτό του να προκαλείς, πάση θυσία, βρίζοντας και συκοφαντώντας –και η εποχή μας βρίθει από ανάλογες συμπεριφορές. Κυρίως όταν η αντιδικία σε βοηθάει να καταλάβεις πως ό,τι ειπώθηκε μόνο και μόνο για να ξιπάσει ήταν καταδικασμένο να περάσει στα αζήτητα. Ποιος θυμάται σήμερα μια συνέντευξη που είχε δώσει πριν από 24 χρόνια ο πολύς τότε Ηλίας Πετρόπουλος (είχε ζητήσει μετά τον θάνατό του να τον κάψουν και τη στάχτη του να τη ρίξουν σ’ έναν υπόνομο στο Παρίσι) και το τι είχε πει στη συνέντευξή του αυτή, αν και ήταν της τάξεως ότι «ο Παπαδιαμάντης είναι μούχλας, φρενάρει εφ’ όλων των σημείων, από τον έρωτα ώς την ορθοδοξία», ότι «ο Γκάτσος ήτο μια μηδενικούρα» κι ότι «ο Τσαρούχης εντυπωσίαζε τις κουμκανατζούδες του Κολωνακίου»;
Δεν εννοούμε σαφώς ότι και ο Παπαδιαμάντης, και ο Γκάτσος, και ο Τσαρούχης συνιστούν ένα είδος ταμπού κι ότι όποιος ενδέχεται να διαφωνεί μαζί τους ή να τους αμφισβητεί καταδικάζεται αυτόματα ως εικονομάχος, για όνομα του Θεού! Τόσοι έχουν διατυπώσει επιφυλάξεις και για τους τρεις τους, αλλά αν τις θυμόμαστε είναι γιατί όσοι επιφυλάσσονταν, ενδιαφέρονταν για την ουσία του έργου των κρινομένων και όχι όπως ο Πετρόπουλος που αν τον ενδιέφερε κάτι ήταν μόνον ο θόρυβος που μπορούσε να ξεσηκωθεί.
Χωρίς να μπορεί να προβλέψει ο ταλαίπωρος πως τόσο τον θόρυβο όσο –δυστυχώς –και τον ίδιον τους ανέμενε η αφάνεια που συνιστά το αδιαμφισβήτητο μέλλον σε κάθε είδους μεθόδευση. Δεν υπάρχει κανενός είδους χαιρεκακία στις γραμμές αυτές, τόσο περισσότερο που ο Ηλίας Πετρόπουλος υπήρξε ένας σημαντικός δημιουργός. Δεν γίνεται όμως ν’ αδικείς λέγοντας για τον Γιώργο Χειμωνά ότι «είναι καλός για τα κοριτσόπουλα» ή ότι «ο Μαρωνίτης είπε ανοησίες για τον Μανόλη Αναγνωστάκη» και ν’ απολαμβάνεις μια ασυλία, από φόβο μήπως λογαριάσουν κάποιον ότι «αντιδικεί» μ’ έναν πεθαμένο, που συνιστά ακόμη μεγαλύτερη αδικία.