«Στην Ελλάδα διεξάγεται εδώ και τρία χρόνια δίκη με κατηγορούμενο το νεοναζιστικό κόμμα της Χρυσής Αυγής, τρίτη μεγαλύτερη δύναμη στο ελληνικό κοινοβούλιο. Η δίκη για το NSU στο Μόναχο θα μπορούσε να αποτελέσει πρότυπο για Έλληνες δικαστές» σχολιάζει ο ελληνογερμανός δημοσιογράφος Γιάννης Παπαδημητρίου, σε άρθρο που δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα του γερμανικού ραδιοφώνου Deutschlandfunk.
Όπως τονίζεται στο άρθρο, «πρωτοσέλιδα εφημερίδων που έκαναν λόγο για τη “δίκη του αιώνα” στη Γερμανία έστρεψαν την προσοχή των Ελλήνων στη δίκη του NSU. Η Ελλάδα συνδεόταν, ωστόσο, επίσης με την υπόθεση λόγω του γεγονότος ότι μεταξύ των θυμάτων υπήρχε κι ένας Έλληνας, ο Θεόδωρος Βουλγαρίδης, μετανάστης δεύτερης γενιάς από το Μόναχο, που δολοφονήθηκε άγρια στην ηλικία των 41 ετών. Στην ελληνική δίκη κατά της Χρυσής Αυγής κατηγορούμενος είναι ο επικεφαλής του κόμματος Νίκος Μιχαλολιάκος, ο εκπρόσωπος του κόμματος Ηλίας Κασιδιάρης κι άλλα 67 μέλη του κόμματος. Οι κατηγορίες εις βάρος τους αφορούν στη σύσταση εγκληματικής οργάνωσης και επισύρουν μεγάλες ποινές φυλάκισης. Υπ’ αυτή την έννοια η δίκη του NSU θα μπορούσε να αποτελέσει πρότυπο και για τους Έλληνες δικαστές».
Το γεγονός ότι η δίκη του NSU διήρκεσε πέντε χρόνια είναι ασυνήθιστο, αλλά και κατανοητό δεδομένης της δυσκολίας με τα αποδεικτικά στοιχεία, επισημαίνει ο Παπαδημητρίου. Το δικαστήριο, σημειώνει, έπρεπε να συγκεντρώσει όλα τα στοιχεία, να τα εξετάσει με επιμέλεια και να τα ερμηνεύσει. Το ότι η κύρια κατηγορουμένη Beate Zschape επέλεξε να σιωπήσει για τόσο διάστημα, δεν έκανε τα πράγματα ευκολότερα, ήταν όμως κάτι αναμενόμενο.
Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης στην Αθήνα, με αριστερή κατεύθυνση, υποστηρίζουν ότι ηγετικά στελέχη του ελληνικού νεοναζιστικού κόμματος διατηρούσαν καλές επαφές με το NSU- με την ομάδα, δηλαδή, που ευθύνεται για τον θάνατο ενός Έλληνα στη Γερμανία. Όσο τολμηρή κι αν είναι αυτή η εικασία, δείχνει πόσο σημαντικό θα ήταν να συνεχιζόταν η πολιτική εξέταση της σειράς δολοφονιών. Τον Ιανουάριο του 2014, μάλιστα, ένας υποστηρικτής του NSU φέρεται να εμφανίστηκε στο δικαστήριο του Μονάχου φορώντας Τ-shirt της Χρυσής Αυγής.
Ο δημοσιογράφος εν συνεχεία διερωτάται εάν Έλληνες που ζουν στη Γερμανία υπάρχει περίπτωση να κινδυνεύουν από την ακροδεξιά βία, εκτιμά ωστόσο ότι, με τη σημερινή οπτική, δεν θα έπρεπε να υπάρχουν τέτοιου είδους ανησυχίες. Αναφέρεται ωστόσο στις προκαταλήψεις και στα στερεότυπα που προβλήθηκαν εις βάρος των Ελλήνων κατά τη διάρκεια της ελληνικής οικονομικής κρίσης. Στον τύπο γινόταν λόγος, όπως γράφει, για τεμπέληδες Νοτιοευρωπαίους και για αυστηρούς Βορειοευρωπαίους που περικόπτουν συντάξεις και κοινωνικές παροχές.
«Αυτό είναι το υλικό, από το οποίο προκύπτουν διενέξεις, εάν δεν κάνει κανείς κάτι εγκαίρως για να αντικρούσει αυτή την εικόνα. Ωστόσο η κρίση στην Ελλάδα μοιάζει πλέον να αποκλιμακώνεται, καθώς η χώρα κατά πάσα πιθανότητα τον Αύγουστο θα ολοκληρώσει επιτυχώς το τρέχον πρόγραμμα διάσωσης και θα επιστρέψει στις χρηματαγορές- ακόμη κι αν οι περισσότεροι σχολιαστές στην Αθήνα συμφωνούν στο ότι με τον Έλληνα ασθενή θα χρειαστεί να ξαναασχοληθούμε και στο μέλλον».
«Εάν δεν υπήρχε η κρίση χρέους, ο φόβος για τα στερεότυπα ή για πράξεις βίας θα ήταν μάλλον μικρή. Οι Έλληνες στη Γερμανία έχουν πετύχει σε μεγάλο βαθμό την ενσωμάτωση και αποτελούν την πληθυσμιακή ομάδα μεταξύ των αλλοδαπών στη Γερμανία με τα υψηλότερα ποσοστά στην κτήση απολυτηρίου λυκείου. Ωστόσο στη δημόσια ζωή- σε πολιτικά κόμματα ή στα ΜΜΕ- δεν εκπροσωπούνται καθόλου.
Πολλοί Έλληνες θα εύχονταν το μεταναστευτικό υπόβαθρο να μην γίνεται αντιληπτό ως απειλή ή ως παράγων ανασφάλειας, αλλά ως στοιχείο εμπλουτισμού (της κοινωνίας). Υπό την προϋπόθεση, βεβαίως, ότι στη Γερμανία τηρούνται το δίκαιο και ο νόμος» καταλήγει το δημοσίευμα.