Κατά μια έννοια, ανήκει στη γενιά του brain drain –χωρίς όμως τη συνηθισμένη αντίδραση. Ο Δημήτρης Σκύλλας, συνθέτης σύγχρονης κλασικής μουσικής και πιανίστας, μεγάλωσε στον Βόλο και τα τελευταία χρόνια ζει στο Λονδίνο. Συνθέσεις του μάλιστα έχουν ακουστεί στο Royal Albert Hall, το Αβαείο του Ουέστμινστερ και στη Σκωτία. Την ερχόμενη Παρασκευή θα ακούσουμε την πιο πρόσφατη δημιουργία του, καθώς υπογράφει τη μουσική στην «Ηλέκτρα», που ανεβαίνει στην Επίδαυρο σε σκηνοθεσία του Θάνου Παπακωνσταντίνου. Μιλήσαμε μαζί του για την παράσταση, την Επίδαυρο και τη μουσική σύνθεση.

ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ. Εχω δύο κινητά παλαιάς τεχνολογίας. Η ιδανική σχέση με την τεχνολογία για μένα είναι να τη χρησιμοποιώ όσο και όποτε μπορώ. Δεν την αφήνω να με καπελώσει –την καπελώνω εγώ. Αγαπώ το φλερτ, την ανεμελιά και δεν μπορώ να φανταστώ τον εαυτό μου με ένα κινητό στο χέρι και το βλέμμα μου κολλημένο στην οθόνη. Θέλω να φλερτάρω, να κοιτάζω, να μυρίζω. Η οικονομία για μένα είναι πολύ σημαντική και εκείνη που δίνει διαχρονικότητα στα έργα. Και πρέπει να είσαι πολύ ισχυρός μέσα σου για να χρησιμοποιήσεις το υλικό σου με οικονομία. Στην «Ηλέκτρα» έχουμε πέντε όργανα επί σκηνής και Χορό 12 ατόμων, που δεν μιλάνε, αλλά τραγουδάνε –αυτή είναι η πρόταση που σκεφτήκαμε μαζί με τον Θάνο Παπακωνσταντίνου. Αυτό σημαίνει ότι δεν έχουμε τίποτα ηχογραφημένο. Είναι όλα φυσικά. Με τέτοιο δυναμικό θα μπορούσα να κάνω στην Επίδαυρο 1.500 συνδυασμούς. Τελικά προτίμησα να δώσω λιτές αλλά δυναμικές γραμμές, φέρνοντας έτσι και τον εαυτό μου σε έναν τεράστιο διάλογο με το έργο.

ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΟΙ. Αναρωτήθηκα μέχρι πού είναι τα όριά μου. Σκέφτηκα πολλές φορές ότι πρέπει να πω σε όσους πιστεύουν πως η τέχνη δεν έχει όρια ότι όλα αυτά είναι ρομαντικές βλακείες. Η οριοθέτηση είναι που δημιουργεί εκρήξεις. Αυτό ισχύει στον έρωτα, στις φιλίες και γενικά στις ανθρώπινες σχέσεις. Είναι ωραίοι οι περιορισμοί! Αν δεν είχα χρονικούς περιορισμούς, δεν θα έγραφα ποτέ. Θα ‘ταν όλα μισά τα έργα. Θα τα ξαναέφτιαχνα, θα τα ξαναδιόρθωνα και θα χανόμουν σ’ αυτόν τον κύκλο. Αν δεν έχω deadline, τα δημιουργώ ο ίδιος για να προχωρήσει αυτό που κάνω. Διαφορετικά, χάνομαι. Θα αναφερθώ ξανά στη σχέση μου με την τεχνολογία για να πω ότι, παρόλο που έχω στη διάθεσή μου άπειρες δυνατότητες, με γοητεύει να χρησιμοποιήσω τα όργανα φυσικά. Να ξέρω πως ακόμα κι αν υπάρξει μια καταστροφή το βράδυ η παράσταση θα γίνει. Η αφήγηση της ιστορίας θα γίνει ό,τι και αν συμβεί, επειδή υπάρχει το πρώτο υλικό, ο πυρήνας.

ΧΑΡΟΥΜΕΝΗ ΖΩΗ. Αν αφήσουμε έξω όλα τα πρακτικά, υπάρχει απίστευτη ομορφιά όταν έχεις ένα τρομπόνι ή ένα κλαρινέτο με φυσικό ήχο. Θεωρώ ότι αυτή η συνομιλία με κάτι πιο κλασικό δημιουργεί μια πρόταση για το θέατρο. Να μην ξεχνάμε τι σημαίνει μουσική σύνθεση! Το να γράψω μουσική στον υπολογιστή μου, διάφορα ηχοτοπία, δεν με βάζει σε καμία εγρήγορση. Αυτό που μου δημιουργεί επιθυμίες είναι η ίδια η ζωή μου. Αν έπρεπε να επιλέξω μεταξύ της χαρούμενης ζωής και της καριέρας, θα διάλεγα την πρώτη. Δεν με ενδιαφέρει να κάνω τέχνη και να απομονωθώ. Είμαι party animal. Εχω γράψει έργα μέσα στα πιο τρελά πάρτι. Ηταν τα μπάσα τέρμα στ’ αφτιά μου κι εγώ σκεφτόμουν ψαλμωδίες. Η μουσική και στο θέατρο και στον κινηματογράφο φωτίζει τις αθέατες πλευρές –ή τουλάχιστον προσπαθεί –του έργου. Το ίδιο επιδίωξα και στην «Ηλέκτρα». Ευτυχώς, ο Θάνος Παπακωνσταντίνου είναι εραστής της μουσικής και θεωρώ ότι την αγαπάει ισότιμα με το θέατρο. Εχει πει κιόλας ότι αν μπορούσε, θα έκανε περισσότερο όπερα.

ΜΑΝΙΑ. Δεν είχα σκοπό να γράψω για την Επίδαυρο. Ημουν στο Λονδίνο σε άλλα πλάνα. Ο Θάνος με προσέγγισε και μου είπε ότι θέλει ο Χορός να είναι μόνο μουσική, γεγονός που με γοήτευσε. Εχω μια εμμονή με τις γυναικείες φωνές. Κι έτσι αρχίσαμε να αναλύουμε το κείμενο και να ψάχνουμε την ηχητική ψυχογραφία του υλικού. Η λέξη που χαρακτηρίζει αυτό το ψυχογράφημα είναι η «μανία»! Και διαπνέει αυτό το πολύ σκοτεινό έργο του Σοφοκλή. Στη μουσική που έγραψα υπάρχουν όλες οι αναφορές μου: το παγανιστικό στοιχείο, τα μοιρολόγια, η μουσική του 10ου αιώνα, οι γυναικείες φωνές. Μας ενδιαφέρει –τον Θάνο κι εμένα –το υψηλό, η ψυχική ανάταση που βγαίνει μέσα από τον λόγο, από το σώμα, από την εικόνα και τον ήχο. Δεν χρειάστηκε να προσπαθήσω πολύ για να γράψω τραγούδια. Χρειάστηκε να επενδύσω χρόνο. Νομίζω ότι η μουσική μου είχε το στοιχείο της τραγωδίας πριν από την Επίδαυρο: όπως τα μοιρολόγια που έγραψα και παρουσιάστηκαν στη Σκωτία, στην Αγγλία και εδώ στην Ελλάδα είναι ένα είδος τραγωδίας.

ΑΛΗΤΕΙΑ ΚΑΙ ΧΑΡΑ. Με γοητεύει η έκφραση του ανθρώπινου πόνου. Κι αυτό δημιουργεί αντίστιξη με αυτό που είμαι πραγματικά: party animal. Είμαι ένας αλήτης που κυκλοφορεί και δεν φοβάται να πει ότι περνάει καλά. Δεν νιώθω ενοχή. Μ’ αρέσουν τα ταξίδια, τα εστιατόρια, διαβάζω, κάνω έρωτα, ζω. Το νόημα είναι η ισορροπία ανάμεσα στις δύο αντίθετες πλευρές μου. Δηλαδή να μπορώ τη μια στιγμή να γράφω ένα κομμάτι κάπου στη Νότια Γαλλία ή στην Πορτογαλία και την άλλη ώρα να χορεύω, να πίνω Καμπάρι και να ξαναγυρνάω από τρελό ξενύχτι και να ξαναγράφω.

ΚΛΑΣΙΚΗ ΜΟΥΣΙΚΗ. Δεν θα μπορούσα να δουλέψω στο θέατρο ως σκηνοθέτης ή ως ηθοποιός επειδή το έργο τους γεννιέται και πεθαίνει εκείνη τη στιγμή. Μιλώντας απολύτως ειλικρινά θα πω ότι γράφοντας μια παρτιτούρα σκέφτομαι πώς θα μπορούσε να «επικοινωνεί» και ύστερα από 200 χρόνια. Εχει λίγο ψώνιο αυτό που λέω και το παραδέχομαι. Ξεκίνησα με φόρα, προσπαθούσα να επικοινωνώ τη δουλειά μου και είχα πολλές τύψεις. Τώρα πια όχι. Η κλασική μουσική έχει σαφώς λιγότερο κοινό. Είναι πιο δύσκολη τέχνη, επειδή δεν αφορά έννοιες ή λέξεις. Μπορείς άνετα να αφαιρεθείς σε ένα θεατρικό έργο και να ξαναμπείς σε αυτό, γιατί θα ακολουθήσεις τα λόγια. Το ίδιο συμβαίνει και στον κινηματογράφο. Στη μουσική αν δεν ακολουθήσεις το βάθος τής ροής της, την έχασες.