Η κοινωνία χωρίζεται όλο και βαθύτερα ανάμεσα σε «αυτούς που δίνουν» και σε «αυτούς που παίρνουν». Μέλημα της κυβέρνησης είναι να πείσει πως αυτοί που παίρνουν είναι συντριπτικά περισσότεροι. Και πως οι άλλοι είναι καταδικασμένοι από τις συνθήκες να σκύψουν το κεφάλι και να υποστούν τις συνέπειες. Παθητικά η αντιπολίτευση αποδέχεται αυτή τη συλλογιστική. Αφενός μεν αποφεύγοντας να αντισταθεί στη λογική της «κακόμοιρης κοινωνίας» που απαιτεί λογής παροχές κι αφετέρου αντιμετωπίζοντας «αυτούς που παίρνουν» σαν ένα αδιαπέραστο τείχος που αποτελεί χάσιμο χρόνου η οποία προσπάθεια εκπόρθησής του. Δεν τολμάει έτσι να μιλήσει για απολύσεις στον δημόσιο τομέα λ.χ. που μηδενίζουν όμως στην ουσία την προσπάθεια να πείσει για μειώσεις φόρων. Και να εξηγήσει σε πολλούς δύσπιστους πως έχει προτάσεις με προοπτική που θα τους απελευθερώσουν από τα σημερινά αδιέξοδα.
Ποιοι τελικά είναι «αυτοί που δίνουν»; Κατ’ αρχήν όσοι έχουν στην κατοχή τους κάποιας σημασίας περιουσιακά στοιχεία. Μικρή ή μεγάλη ιδιοκτησία, χωράφια, κτήματα, αστικά ή αγροτικά ακίνητα, αυτοκίνητο ή κάθε άλλου είδους μέσο μεταφοράς που πληρώνει τέλη και φόρους για να κινείται. Ολοι εκείνοι επίσης που κατέχουν την όποια μικρή ή μεγάλη εμπορική επιχείρηση και μεταποιητική μονάδα που είτε είναι οικογενειακή επιχείρηση είτε κατορθώνει να απασχολήσει από δύο ανθρώπους και πάνω. Ολοι αυτοί είναι καταδικασμένοι να καταβάλουν ουσιαστικά λύτρα στο κράτος, δίχως την προσδοκία κάποιας ανταποδοτικής υπηρεσίας ή παροχής από αυτό.
Κι όσοι προσφέρουν επίσης μισθωτές υπηρεσίες σε έναν ή περισσότερους εργοδότες –είτε με μπλοκάκι είτε μέσω μισθολογίου –βρίσκονται όμηροι ενός συστήματος που τους επιβαρύνει συνεχώς για να συντηρήσει δημόσιους φορείς και διορισμένους υπαλλήλους. Το ίδιο και οι συνταξιούχοι της πραγματικής εργασίας, που πληρώνουν φόρους από αποδεκατισμένες απολαβές για τις οποίες θυσίασαν μια ζωή πάνω στη λογική ενός πλάνου εξασφαλισμένης αποστρατείας.
Κι όλα αυτά ώστε αυτοί που απαρτίζουν το Δημόσιο να αισθάνονται εξασφαλισμένοι. Και προκλητικά η Αριστερά να ομιλεί εκ μέρους τους. Κοινοτικός αξιωματούχος ομολόγησε πως όλες οι φορολογικές επιβαρύνσεις υπήρξαν επιλογές της κυβέρνησης, προκειμένου να μην πειράξει τους φορείς του Δημοσίου και να μη μειώσει δαπάνες που θα πείραζαν τους βολεμένους. Και είναι έωλο το επιχείρημα πως κι αυτοί «δίνουν» μέσω φόρων. Δίνουν κατ’ αρχήν απ’ αυτά που ούτως ή άλλως παίρνουν από την κοινωνία.
Η αντιπολίτευση να καταλάβει πως η κοινωνία δεν έχει άλλα περιθώρια υπομονής. Η οργή με τον υποαπασχολούμενο αλλά τεράστιο δημόσιο τομέα ξεχειλίζει. Ο κόσμος βαρέθηκε να υπομένει τη ρητορική της φροντίδας δήθεν των αδυνάτων που σηματοδοτεί στην πράξη διαφθορά, ακινησία και κατρακύλα σε αποτελμάτωση. Κοιτάξτε τον κόσμο που υποφέρει στα μάτια και σηκώστε το γάντι της πρόκλησης…