Το όνειρο είναι για μένα η εσώτερη νυχτερινή έξοδος της ψυχής μου προς την απελευθέρωση από την καταπίεση της πεζής καθημερινότητας, οδός εκτόνωσης των ανεκπλήρωτων συναισθημάτων, πόθων και στόχων της μέρας που μόλις έδυσε, έστω και αν τα περισσότερα όνειρα εξαϋλώνονται χωρίς να αφήσουν ίχνη μες στη μνήμη μου. Τα όνειρα μιας θερινής νύχτας, για παράδειγμα, έχουν κατά κανόνα ερωτικό περιεχόμενο.
Οι ποικίλες άυλες, γενικά, εικόνες των ονείρων (τρομακτικές, ευχάριστες, συγκεχυμένες) είναι συμβολικές και υπαινικτικές, δεν επιδέχονται λογική ερμηνεία, είναι μάταιες, νομίζω, οι όποιες προσπάθειες, από αρχαιοτάτων χρόνων έως σήμερα (ψυχολόγων, νευροφυσιολόγων, αστρολόγων, αγυρτών και «ονειροκριτών») να τα εντάξουν σε πλαίσια λογικά. Ωστόσο, σε κάποιες περιπτώσεις θα μπορούσε να δοθεί μια εξήγηση: Ξυπνώντας ενίοτε κάθιδρος στη διάρκεια ενός ονείρου, κυνηγημένος από κακόβουλους δαίμονες ή ανθρώπους, ή φτάνοντας καθυστερημένος στην κλειστή εξώπορτα του σχολείου, αλλάζω τάχιστα πλευρό για να απελευθερώσω το αναίσθητο από το μούδιασμα χέρι μου που κινδυνεύει να παραλύσει. (Πρόβλημα αλήθεια τα «ξεκρέμαστα» χέρια μας, που έπαψαν προ πολλού να λειτουργούν ως φτερά.) Το εφιαλτικό όνειρο, σκέπτομαι, γεννήθηκε μέσα μου για να με σώσει από κάποια οργανική βλάβη, είναι επομένως λυτρωτικό. Αναγκαία λοιπόν τα όνειρα, μας προστατεύουν, μας προβληματίζουν, ενίοτε μας συνετίζουν, αποτελούν ένα ασυνείδητο «μεταφυσικό» διάλειμμα με όλα τα δυσάρεστα ή ευχάριστα παρεπόμενα, ένα παράγωγο άυλο της υλικής υπόστασής μας, κομμάτι αναπόσπαστο της θνητής ύπαρξής μας.
Διαπιστώνω, πάντως, ότι οι περισσότεροι συγχέουν ανεπίτρεπτα τα όνειρα και τις ονειροφαντασίες με το όραμα, που έχει συγκεκριμένη και όχι συγκεχυμένη μορφή, δημιουργείται όχι υποσυνείδητα, αλλά συνειδητά και σε κατάσταση σχετικής εγρήγορσης όχι ύπνου. Σύμφωνα με αυτά που γνωρίζω, ένα όραμα καταγραμμένο με ημερομηνία γίνεται στόχος, ένας στόχος κατανεμημένος σε φάσεις γίνεται σχέδιο, ένα σχέδιο που υποστηρίζεται από πράξη μεταβάλλει το όραμα σε πραγματικότητα. Ομολογώ ότι, ακολουθώντας κατά γράμμα αυτόν τον κανόνα, μετατρέπω ή προσπαθώ να μετατρέψω, σε βάθος χρόνου βέβαια, τα οράματά μου σε πραγματικότητες.
Θα μπορούσε να ισχυριστεί κανείς ότι το όραμα είναι όνειρο που κάνουμε με ανοικτά ή κλειστά τα μάτια, όταν βρισκόμαστε μεταξύ ύπνου και ξυπνήματος, χωμένοι ακόμη στα ζεστά και μαλακά κλινοσκεπάσματα. Κατά το σύντομο εκείνο χρονικό μεσοδιάστημα της διάλυσης του σκότους, που αποκαλείται λυκόφως ή λυκαυγές, οι νευρώνες του εγκεφάλου μου, χαλαροί και ξεκούραστοι, ξαναβρίσκουν τις επαφές τους, επεξεργάζονται με ταχύτητες ανώτερες των ηλεκτρονικών υπολογιστών όλα τα εκκρεμή μέσα μου θέματα και με εκπληκτικές απαστράπτουσες διασυνδέσεις βρίσκουν άμεσα τις άριστες λύσεις. Εγείρομαι τότε ευδιάθετος, κάνω το μπάνιο μου, ξυρίζομαι, βάζω κολλύριο στα μάτια, διαλέγω καθαρό πουκάμισο στην απόχρωση του μπλε, παίρνω το πρωινό μου και σπεύδω στην εφαρμογή της λύσης που μου πρότεινε το όνειρο του λυκόφωτος, χρησιμοποιώντας τη σύγχρονη ψηφιακή τεχνολογία.
ομότιμος καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Κρήτης
και ανασκαφέας της Αρχαίας Μεσσήνης