Η πραγματοποίηση της 20ής Συνόδου Ευρωπαϊκής Ενωσης – Κίνας στο Πεκίνο επιβεβαίωσε τις υπάρχουσες προοπτικές περαιτέρω συνεργασίας. Οι προοπτικές αυτές γίνονται ακόμα μεγαλύτερες, καθώς η πολιτική του Ντόναλντ Τραμπ φέρνει –κατά τρόπο παράδοξο –Ευρωπαϊκή Ενωση και Κίνα πιο κοντά. Οι δύο πλευρές, για παράδειγμα, υποστηρίζουν το ελεύθερο εμπόριο και πλήττονται από τον νέο προστατευτισμό του αμερικανού προέδρου. Eπίσης εργάζονται για να διατηρήσουν ενεργή τη συμφωνία για το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν και εξακολουθούν να δεσμεύονται από τη συμφωνία των Παρισίων για το κλίμα μετά την αμερικανική αποχώρηση.
Ωστόσο, είναι εξαιρετικά τολμηρό ακόμα και να υποτεθεί ότι η Ευρωπαϊκή Ενωση θα προσπαθήσει να αντικαταστήσει τις Ηνωμένες Πολιτείες με την Κίνα. Ετσι κι αλλιώς η Ευρώπη δεν είναι σε θέση να λαμβάνει σημαντικές αποφάσεις από μόνη της χωρίς προηγούμενη αμερικανική υποστήριξη ή συνεισφορά. Αλλά ούτε πρόκειται να εγκαταλείψει τις ιστορικές προτεραιότητες της εξωτερικής της πολιτικής υποστηρίζοντας την Κίνα σε θέματα όπως η Νότιος Σινική Θάλασσα.
Η πραγματικότητα είναι πως η Ευρωπαϊκή Ενωση φοβάται την Κίνα για γεωπολιτικούς και οικονομικούς λόγους. Γι’ αυτό αποφάσισε τον περασμένο Σεπτέμβριο να εισαγάγει ένα πλαίσιο καλύτερου ελέγχου των κινεζικών επενδύσεων εντός ευρωπαϊκού εδάφους. Η Ελλάδα έχει βρεθεί στο στόχαστρο των Βρυξελλών ιδίως μετά την ολοκλήρωση της ιδιωτικοποίησης του Οργανισμού Λιμένος Πειραιώς. Ωστόσο, είναι άδικο για τη χώρα να πιέζεται από τους δανειστές της να πραγματοποιεί ιδιωτικοποιήσεις στο πλαίσιο των μνημονιακών της υποχρεώσεων αλλά, όταν συνεργάζεται με κρατικές κινεζικές εταιρείες που κερδίζουν έργα με διαφανείς διαγωνισμούς, να έρχεται αντιμέτωπη με τέτοιου είδους εύκολη κριτική.
Η Ευρωπαϊκή Ενωση χρειάζεται οικονομικά την Κίνα και είναι αυτή που την έχει προσκαλέσει να συμμετάσχει σε πρωτοβουλίες όπως το επενδυτικό πακέτο Γιούνκερ. Αντί να αποθαρρύνει κινέζους επενδυτές οι οποίοι δίνουν θέσεις εργασίας σε χώρες που πλήττονται από την κρίση όπως η Ελλάδα, θα πρέπει να αναζητήσει καλύτερους τρόπους συνέργειας μαζί τους. Επειδή όμως η Ευρωπαϊκή Ενωση είναι δραματικά αργή στον τρόπο λειτουργίας της, το καλό παράδειγμα μπορούν να δώσουν ευρωπαϊκές και κινεζικές εταιρείες που προχωρούν σε συμπράξεις από μόνες τους. Πρότυπο σύμπραξης είναι αυτό μεταξύ του Ομίλου Κοπελούζου και της China Energy, που πριν από λίγες μέρες προχώρησαν στην υλοποίηση τής από τον Μάιο του 2017 συμφωνίας συνεργασίας τους.
Η Κίνα δεν φταίει για τη σημερινή οικονομική αδυναμία της Ευρώπης, ιδίως στα κράτη του Νότου και της Ανατολικής και Κεντρικής Ευρώπης. Οι Βρυξέλλες δίνουν σωστά έμφαση στον σεβασμό του ευρωπαϊκού πλαισίου, αλλά την ίδια στιγμή η λιτότητα και η ανεργία χρειάζονται άμεσες, πρακτικές απαντήσεις και όχι θεωρητικές συμβουλές.
Ο δρ Γιώργος Ν. Τζογόπουλος είναι επιστημονικός συνεργάτης στο Begin Sadat Centre for Strategic Studies (Ισραήλ) και διδάσκων Διεθνών Σχέσεων στο Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης