Ολοι έχουν μικρούς πειρασμούς στους οποίους αρέσκονται να ενδίδουν. Για κάποιους είναι η σοκολάτα, για άλλους ο καφές ή ακόμα και το τσιγάρο (αυτό δεν το εγκρίνουμε!). Υπάρχουν, ωστόσο, και εκείνοι που αγαπούν τα αναψυκτικά και τα καταναλώνουν συχνά με τα γεύματά τους ή σκέτα. Είναι άλλωστε φτηνά, αφήνουν μια ευχάριστη επίγευση και δίνουν την απαραίτητη ενέργεια λόγω της καφεΐνης που χρειάζεται ο οργανισμός για να κινητοποιηθεί. Ομως αυτά τα σκευάσματα στα μεταλλικά κουτάκια ή στα πλαστικά μπουκάλια δεν είναι τόσο αθώα όσο οι περισσότεροι φαντάζονται. Ακόμα κι αν πρόκειται για λάιτ εκδοχές τους που υπόσχονται μηδενικές ενοχές λόγω της έλλειψης θερμίδων.

Οταν τίθεται το ερώτημα «κανονικό αναψυκτικό ή λάιτ;», η σωστή απάντηση θα έπρεπε να είναι «τίποτα από τα δύο», μια και αμφότερα είναι ικανά να προκαλέσουν αρκετά προβλήματα στην υγεία. Ειδικά στους δρομείς που θέλουν όχι απλώς να προσέχουν τη σιλουέτα τους, αλλά ν’ ακολουθούν έναν υγιεινό τρόπο ζωής που θα αντανακλάται τελικά στις αθλητικές τους επιδόσεις.

Ζάχαρη

με το… κιλό

Θα βάζατε ποτέ σ’ ένα ποτήρι με νερό οκτώ κουταλιές με ζάχαρη για να τις πιείτε με το καλαμάκι; Μάλλον όχι. Ωστόσο, όταν ανοίγετε ένα κουτάκι με κόλα ή κάποιο άλλο ανθρακούχο αναψυκτικό, επί της ουσίας αυτό πράττετε, μια και τα περισσότερα από αυτά περιέχουν 36 γραμμάρια επεξεργασμένης ζάχαρης. Τη στιγμή που η Αμερικανική Καρδιολογική Ενωση προτείνει κατανάλωση όχι περισσότερων από έξι κουταλιές ζάχαρη ημερησίως στις γυναίκες και άλλες εννιά στους άνδρες, καταλαβαίνετε το πρόβλημα που δημιουργείται στη διατροφική σας εξίσωση αν θέλετε να είστε καλά. Η ζάχαρη, πέρα από τις διαταραχές που μπορεί να προκαλέσει στο στομάχι, μπορεί να απελευθερώσει τις ουσίες της στο αίμα, επηρεάζοντας συνολικά το κορμί και οδηγώντας τελικά στην ανάπτυξη παχυσαρκίας και μεταβολικών διαταραχών. Παράλληλα, ευθύνεται και για τις καρδιοπάθειες και φυσικά για την παρουσίαση διαβήτη.

Σαν να μην έφταναν αυτές οι ενδείξεις, τα αναψυκτικά είναι ο εφιάλτης και των οδοντιάτρων. Οχι τόσο εξαιτίας της ζάχαρης αλλά χάρη στην υψηλή περιεκτικότητα οξέων που περιέχουν. Αυτές οι ουσίες δρουν σαν διαβρωτικά στο σμάλτο των δοντιών και αυξάνουν τις πιθανότητες παρουσίασης πλάκας, κοιλοτήτων και γενικότερων φθορών στην επιφάνειά τους. Αν ακόμα δεν πειστήκατε ν’ αφήσετε κάτω το ποτήρι, διαβάστε κι αυτό: έρευνες έχουν δείξεις πως εκείνοι που καταναλώνουν συχνά αναψυκτικά υποφέρουν από κακή μνήμη. Επίσης, αποδείχθηκε πως έχουν λιγότερο ανεπτυγμένο τον ιππόκαμπο στον εγκέφαλο, το σημείο δηλαδή που ελέγχει την επεξεργασία των πληροφοριών και τη μάθηση, ενώ και η ίδια η φαιά τους ουσία είναι αισθητά μικρότερη.

Λάιτ αλλά

καθόλου αθώα

Και πάμε τώρα στα λάιτ αναψυκτικά που έχουν φτάσει να θεωρούνται ασφαλέστερες επιλογές για να σβήσει κάποιος τη δίψα του, ενώ δεν είναι καθόλου έτσι, λέει ο αμερικανός κλινικός διατροφολόγος Τζος Αξ στην ιστοσελίδα www.runtastic.com. Η πλειονότητά τους, υπογραμμίζει, παρασκευάζεται με την προσθήκη βλαβερών για την υγεία τεχνητών γλυκαντικών. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η ασπαρτάμη, η μεθανόλη, η φαινυλαλανίνη και το ασπαρτικό οξύ που έχουν την ικανότητα να διασπώνται στο αίμα και να επηρεάζουν μεταξύ άλλων το νευρολογικό σύστημα του οργανισμού. Επιπλέον, τα τεχνικά γλυκαντικά έχουν πιο έντονη εθιστική γεύση και δεν επιτρέπουν στο σώμα να συνέρχεται μετά την κατανάλωσή τους, όπως συμβαίνει με τα φρούτα για παράδειγμα. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να αυξάνουν την επιθυμία για κατανάλωση, συσσωρεύοντας τελικά γλυκαντικά στο αίμα και φέροντας τον κίνδυνο εκδήλωσης ασθενειών όπως η παχυσαρκία ή ο διαβήτης. Ακόμα και φυσικά γλυκαντικά, όπως η στέβια που είναι 250 φορές πιο γλυκιά από την κανονική ζάχαρη, δεν είναι χημικό αλλά παραμένει επεξεργασμένη, άρα βλαβερή.

Νεράκι, τσάι

ή μάτσα

Οπως είναι σαφές, και οι δύο κατηγορίες αναψυκτικών έχουν μηδενική θρεπτική αξία, μια και δεν υπάρχει τίποτα στη σύστασή του από τις ουσίες που έχει ανάγκη για τη λειτουργία του ο οργανισμός. Ετσι, μοιάζουν περισσότερο για δηλητήριο και όχι για ρόφημα. Και αφού καταρρίψαμε τον μύθο των αναψυκτικών, μένει το ερώτημα τι μπορούμε να καταναλώνουμε άφοβα στη θέση τους. Εδώ είναι εύκολη η απάντηση! Νερό. Αγνό, καλό κι ακίνδυνο. Ακόμα κι αν είναι ανθρακούχο και μια φέτα λεμόνι μέσα. Αν θέλετε κάτι πιο ανεβαστικό, προτιμήστε το τσάι. «Προσοχή, προσοχή» λέει ο δρ Τζος Αξ, υπέρμαχος της φυσικής διατροφής. «Οχι του εμπορίου που περιέχει πολλή ζάχαρη, αλλά το χύμα που μπορείτε να φτιάξετε σπίτι σας με μηδενικές τύψεις. Το μάτσα είναι μια καλή επιλογή –και της μόδας! Εχει αρκετή καφεΐνη για να ξυπνήσει, αλλά διαχέεται αργά στο αίμα και σας κρατάει για 6 με 8 ώρες, βοηθώντας παράλληλα και το ανοσοποιητικό σύστημά σας».