Εχω την αίσθηση πως όσοι ευυπόληπτοι συμπολίτες μας αγόρασαν κατά καιρούς τη θεωρία του «εκπολιτισμένου ΣΥΡΙΖΑ» κινδυνεύουν να πετάξουν το εμπόρευμα.
Ο ΣΥΡΙΖΑ οδεύει στον δρόμο των εκλογών παραμένοντας εκείνο που πάντα ήταν: ένας Καρανίκας ντυμένος Πολάκης.
Στην απέραντη απλοϊκότητά του, ο ένας χαρακτηρίζει όλους τους άλλους «ακροδεξιούς» –«εθνίκια» κατά την προσφιλή έκφρασή του…
Και στην απόλυτη ασυδοσία του, ο δεύτερος θεωρεί όλους τους άλλους «λαμόγια».
Προφανώς η περίπτωσή τους θα κριθεί στην κάλπη. Απλώς σε κάποια πιο σοβαρή χώρα ίσως της κάλπης να είχε προηγηθεί η επιστήμη.
Θα ήταν λάθος όμως να πιστέψει κανείς ότι αυτός «ο Καρανίκας ντυμένος Πολάκης» είναι μια ακραία περίπτωση ή ένας τυχαίος συμβολισμός.
Είναι ένα ευρύτερος και αφοπλιστικός τρόπος σκέψης που διαμόρφωσε τον ΣΥΡΙΖΑ, που καθοδηγεί τον ΣΥΡΙΖΑ και από τον οποίο ο ΣΥΡΙΖΑ δεν μπορεί να απαλλαγεί. Αποτελεί συστατικό στοιχείο της ύπαρξής του.
Πάρτε για παράδειγμα το Σκοπιανό. Ενδεχομένως ο ΣΥΡΙΖΑ να έχανε ούτως ή άλλως τις εκλογές. Με το Σκοπιανό όμως κινδυνεύει να υποστεί μια βαρύτερη ήττα.
Τι πήγε λάθος; Καταρχήν το σημείο εκκίνησης.
Οι πρωτεργάτες της λύσης και οι ευάριθμοι υποστηρικτές τους μπορεί να διαφέρουν σε πολλά αλλά έχουν ένα κοινό χαρακτηριστικό. Βαθιά μέσα τους, ενδεχομένως και δημοσίως, θεωρούν ότι το Σκοπιανό δεν είναι σοβαρό θέμα.
Πιστεύουν ότι δημιουργήθηκε σχεδόν εκ του μη όντος από κάποιο καπρίτσιο του Μητσοτάκη και του Σαμαρά, ότι κακώς διαιωνίστηκε μέσα στον χρόνο, ότι οι Σκοπιανοί έχουν τα δίκια με το μέρος τους, ότι πρέπει να λυθεί πατ-κιουτ κι όσοι δεν το αναγνωρίζουν είναι ακροδεξιοί, σοβινιστές και πατριδοκάπηλοι.
«Ενα φάντασμα που πλανάται χωρίς πραγματικές πολιτικές επιπτώσεις» (Ηλίας Νικολακόπουλος, 15/7).
Είναι έτσι; Προσωπικά δεν γνωρίζω κανένα όργανο αντικειμενικής μέτρησης της σοβαρότητας των θεμάτων.
Δεν ξέρω, ας πούμε, πόσο σοβαρή αξιολογείται η δολοφονία ενός αυστριακού αρχιδούκα στο Σαράγεβο από έναν σέρβο εθνικιστή, αλλά το 1914 κόστισε έναν Παγκόσμιο Πόλεμο και 19 εκατομμύρια νεκρούς.
Ως εκ τούτου, η υποτίμηση της σοβαρότητας του Σκοπιανού ως «ταυτοτικού ζητήματος» είναι μια εξαιρετικά ρηχή, αυθαίρετη και απλουστευτική ανάγνωση. Σε σημείο που απορεί κανείς πώς ο Τσίπρας (στον οποίο δεν λείπει το αισθητήριο…) την αγόρασε.
Υποθέτω από φτηνό πολιτικό υπολογισμό για να διχάσει την αντιπολίτευση –άλλη εξήγηση δεν μπορώ να βρω…
Τελικά, όμως, ο υπολογισμός έπεσε έξω, η αντιπολίτευση βρίσκεται καβάλα στ’ άλογο και «το φάντασμα» έμεινε ολοζώντανο στα χέρια του Πρωθυπουργού.
Από εκεί και πέρα, δεν μπορεί να κάνει ούτε μπροστά ούτε πίσω, για να μη χάσει και στα δυο ταμπλό.
Εγκλωβίστηκε στο «χαμένο σύμβολο» μιας ιδιόμορφης δικαιωματικής μειοψηφίας που νομίζει ότι διατηρεί ανοιχτούς λογαριασμούς με την Ιστορία από το 1992. Και κατέληξε να καταριέται τη συντριπτική πλειοψηφία εκείνων στους οποίους ήλπιζε να απευθυνθεί.
Δεν λέω προφανώς ότι θα έχανε τις εκλογές για το Σκοπιανό –οι εκλογές κρίνονται πάντα στη διακυβέρνηση. Αλλά το Σκοπιανό εμβάθυνε την «υγειονομική ζώνη» που έχει διαμορφωθεί γύρω από τον ΣΥΡΙΖΑ.
Φυσικά, το Σκοπιανό δεν είναι το μόνο παράδειγμα, αν και συμβολικά κορυφαίο.
Στις 30 Ιουνίου, μια βουλευτίνα του ΣΥΡΙΖΑ και καθηγήτρια πανεπιστημίου δήλωνε σε διεθνές μέσο ενημέρωσης ότι «το πρόβλημα δεν είναι οι πρόσφυγες αλλά η πολιτική της Ευρώπης» (Σία Αναγνωστοπούλου).
Χρειάζεται μεγάλη δόση ιδιορρυθμίας ή ιδεοληψίας για να πιστεύει κανείς ότι το Προσφυγικό πάει να τινάξει στον αέρα την Ευρωπαϊκή Ενωση, διαλύει ευρωπαϊκές κοινωνίες, κρίνει κυβερνήσεις και εκλογές, αλλά «δεν είναι πρόβλημα».
Απορρέει από μια αντίληψη κοινή στο Σκοπιανό και το Προσφυγικό που προκρίνει τις ευαισθησίες ή τις μανίες κάποιων ακτιβιστών έναντι της μεγάλης κοινωνικής πλειονότητας και προτάσσει τα δικαιώματα επιμέρους ομάδων έναντι των ατομικών δικαιωμάτων.
Συνολικά, δηλαδή, έχουμε ένα διττό φαινόμενο:
Την αδυναμία της Αριστεράς να κατανοήσει και να εντάξει στον ορίζοντά της τις εξελίξεις του σύγχρονου κόσμου –κυρίως σε ό, τι αφορά τα ζητήματα ταυτότητας, ασφάλειας και ενσωμάτωσης.
Τη δαιμονοποίηση του δυσνόητου με υστερίες περί φασισμού, ρατσισμού κι εθνικισμού.
Οι τριακόσιοι τόσοι φίλοι του ΣΥΡΙΖΑ που υπέγραψαν ένα κείμενο για τη Συμφωνία των Πρεσπών δηλώνουν (ούτε λίγο ούτε πολύ!) ότι ευαισθητοποιήθηκαν επειδή βρέθηκαν «αντιμέτωποι με το τέρας του φασισμού» -το οποίο ευτυχώς κανείς άλλος δεν έχει καταφέρει να διακρίνει…
Κάπως έτσι η δική τους ανικανότητα να ερμηνεύσουν τι συμβαίνει βαφτίστηκε «άνοδος της Ακροδεξιάς». Και στην πραγματικότητα κατέληξαν να πολεμούν παλιούς εχθρούς σε έναν καινούργιο κόσμο.
Τα «εθνίκια» που μάχεται ο Καρανίκας. Οι «ακροδεξιοί, οι πατριδοκάπηλοι, η φαιά προπαγάνδα» που φωνάζει ο Κοντονής στα σοκάκια των Γιαννιτσών.
Ακόμη όμως κι αν δεν άλλαξαν οι εχθροί, άλλαξε ο κόσμος. Μένει μόνο η εμμονή στα παρωχημένα στερεότυπα.
Ο γραμματέας του ΣΥΡΙΖΑ χαρακτήρισε «εγκληματική» τη στάση της ΝΔ στα εθνικά θέματα επειδή «δεν έχει ολοκληρώσει τα συμβόλαιά της με τη διαπλοκή της οικονομικής ελίτ και των ΜΜΕ» (11/7) –νάτη και η «διά πάσαν νόσον…» διαπλοκή που εμποδίζει να λυθεί το Σκοπιανό!
Στις 7 Ιουλίου (μιλώντας για τη νέα Δεξιά του Τραμπ) ο «Economist» έκανε μια εξαιρετική παρατήρηση:
«Οι κακές ιδέες τρέφουν η μια την άλλη. Οσο περισσότερο η προοδευτική Αριστερά επικεντρώνεται σε πολιτικές μειονοτικών ή μειοψηφικών ομάδων τόσο περισσότερο η “τραμπική” Δεξιά θα επικεντρώνεται σε πολιτικές εθνικής ταυτότητας» (σ. 30).
Σαν να μιλούσε για το Σκοπιανό!
Υποθέτω πως από ευγένεια ο συντάκτης αποσιώπησε ποιος έχει το πάνω χέρι σε έναν τέτοιο ανταγωνισμό.
Κι είμαι βέβαιος πως δεν είχε στο μυαλό του ούτε τον Καρανίκα, ούτε τον Πολάκη, ούτε καν έναν Καρανίκα ντυμένο Πολάκη.