Η οικονομική πολιτική είναι η τέχνη της εξασφάλισης με δημόσιες παρεμβάσεις της ισορροπίας ανάμεσα σε διάφορες αντιφατικές δυνάμεις και τάσεις της αγοράς. Οταν π.χ. υπάρχει πληθωριστική πίεση, μπορείς να μειώσεις τα επιτόκια, που σημαίνει ότι περιορίζεται η εισροή κεφαλαίων, οι επενδύσεις και η απασχόληση. «Κρυώνεις» δηλαδή την οικονομία που έχει υπερθερμανθεί. Αλλα μέσα για να καταλήξεις στο ίδιο αποτέλεσμα είναι η μείωση των δημοσίων επενδύσεων, που οδηγεί στον περιορισμό των μεγάλων δημοσίων έργων.
Για χρόνια τώρα ο καπιταλισμός ασχολήθηκε με τη ρύθμιση της αγοράς. Γράφτηκαν εκατοντάδες χιλιάδες σελίδες, έγιναν σημαντικοί πειραματισμοί. Το κυκλικό κύμα που οδηγεί στην περιοδική ύφεση δεν μπόρεσε να τιθασευτεί. Η συσσώρευση κεφαλαίου έχει τους δικούς της ρυθμούς και επιβάλλει τους δικούς της νόμους.
Στην προσπάθεια να τιθασεύσεις το τέρας της συγκυρίας μπορεί να κάνεις λάθη. Αυτά μπορεί να οδηγήσουν σε δύο καταστάσεις ιδιαίτερα νοσηρές: τον στασιμοπληθωρισμό (stagflation), όταν ο πληθωρισμός αυξάνεται αλλά η οικονομία δεν επωφελείται για να καλύψει την αυξημένη ζήτηση με μεγαλύτερη παραγωγή. Το αντίθετο συμβαίνει όταν οι κρατικές παρεμβάσεις οδηγούν τις τιμές των προϊόντων μιας ενδιαφέρουσας επενδυτικά και από την άποψη του τζίρου αγοράς στο να αντιμετωπίζουν πτωτικό επίπεδο, που σημαίνει τις περισσότερες φορές απαισιοδοξία για το μέλλον της συγκεκριμένης οικονομίας.
Οι λογαριασμοί του κράτους πρέπει να είναι ισορροπημένοι. Αφήνοντας ένα μικρό περιθώριο για ελλείμματα «τριβής», η νομοθεσία της νομισματικής ζώνης του ευρώ όρισε ότι το περιθώριο τέτοιων ελλειμμάτων δεν μπορεί να ξεπερνάει το 3%. Το 3% δεν αποτελεί ένα optimum. Είναι όριο που δεν πρέπει να διαβείς, κόκκινη γραμμή όπως θα έλεγαν οι επαναστάτες του γλυκού νερού που μας κυβερνούν. Οι δυνατές οικονομίες κινούνται πολύ κάτω από αυτό το όριο. Η Γερμανία παραδείγματος χάριν. Οι οικονομίες που έχουν αδυναμίες είτε ισορροπιών εξωτερικού εμπορίου, είτε σε ό,τι αφορά την παραγωγικότητα σπρώχνουν για να υπερβούν αυτό το όριο και η πολιτική εξουσία οφείλει να επεμβαίνει για να καταστείλει αυτήν την τάση.
Οταν για μακρό χρονικό διάστημα το κράτος έχει ελλείμματα που υπερβαίνουν το 3%, δηλαδή ξοδεύει ανεπίτρεπτα περισσότερο από ό,τι εισπράττει από την οικονομία μέσω του φόρου, τότε διογκώνεται το δημόσιο χρέος και η πληρωμή του καθίσταται αβέβαιη.
Το χρέος είναι μη βιώσιμο, η οικονομία όταν έχει εθνικό νόμισμα στη διάθεσή της καταδικάζεται στην υποτίμηση, που είναι ένα είδος χρεοκοπίας και όταν δεν έχει εθνικό νόμισμα επιζεί χάρη στη βοήθεια των μελών της νομισματικής ζώνης στην οποία ανήκει και εισπράττει νουθεσίες και ελέγχους με τη μορφή των Μνημονίων, που συνοδεύουν τις εκταμιεύσεις των συγκεκριμένων ποσών, που εμποδίζουν την άτακτη χρεοκοπία.
Αυτά είναι στοιχειώδεις κανόνες της οικονομίας. Θα ντρεπόμουν που τα γράφω τόσο λεπτομερειακά και διδακτικά αν δεν μας κυβερνούσε η τσογλανοπαρέα που μας κυβερνά. Είναι κάτι χειρότερο από αγράμματοι. Εχω πει επανειλημμένα ότι είναι ημιμαθείς. Δηλαδή είναι αγράμματοι που νομίζουν ότι τα ξέρουν όλα. Ετσι σεμνύνονται, γιατί επιτυγχάνουν συνεχώς μεγαλύτερα πλεονάσματα, μεγαλύτερα ακόμα και από τον στόχο των Μνημονίων. Ενα πλεόνασμα που υπερβαίνει το μέτρο (εν προκειμένω το 3%) οδηγεί τη συγκεκριμένη οικονομία στη στασιμότητα και καταδικάζει τους πολίτες στη δουλεία της εξυπηρέτησης ενός χρέους που ουδέποτε μειώνεται, γιατί τρέφεται από τις σάρκες των εργαζομένων και των παραγωγών. Γι’ αυτό και οι κομπασμοί των μουσάτων και των δεσποιναρίων της τσογλανοπαρέας ότι πετυχαίνουν συνεχώς αυξημένο πλεόνασμα σε κάθε προϋπολογισμό είναι όχι μόνο εγκληματικοί αλλά είναι και κάτι αφάνταστα χειρότερο, είναι λάθος.
Με τον κ. Αλέκο Αλαβάνο ουδέποτε συνέπεσα στις πολιτικές απόψεις. Δεν μπορώ να διαφωνήσω όμως μαζί του σε μια ενδιαφέρουσα ιδέα που προτείνει στον δημόσιο διάλογο: το ΚΚΕ άντεξε την πτώση του κομμουνισμού, στη διάλυση της Σοβιετικής Ενωσης και της Γιουγκοσλαβίας. Η τσογλανοπαρέα διασύρει κάθε έννοια Αριστεράς στη χώρα και αυτό ας το έχουν υπόψη τους όσοι θεωρούν λύση για όλα τα δεινά της εποχής την ανασυγκρότηση της Κεντροαριστεράς. Το μεγάλο δίδαγμα αυτών των εκλογών που έρχονται δεν θα είναι η ήττα του Τσίπρα. Αυτό είναι δεδομένο. Θα είναι δυστυχώς η στροφή προς τα δεξιά της κοινωνίας στο σύνολό της.