Κάθε συζήτηση για την κατάσταση στην οποία βρίσκεται η Δικαιοσύνη στη χώρα μας στην παρούσα χρονική συγκυρία επισκιάζεται δυστυχώς από την προπετή και –τολμώ να πω –ατεκμηρίωτη εξαγγελία του υπουργού Δικαιοσύνης να τριχοτομήσει το Πρωτοδικείο Αθηνών. Οι δικηγόροι της Αθήνας δίνουν μέσα από το δημοψήφισμα του ΔΣΑ μαζική, ηχηρή και συντριπτική απάντηση στον υπουργό. Λένε «όχι» στην εξόφθαλμη απόπειρα επαγγελματικής εξόντωσής της μεγάλης πλειοψηφίας των μεσαίων και μικρών καθημερινά μαχόμενων δικηγόρων. Διότι οι συλλειτουργοί της Θέμιδας, οι οποίοι ήδη ασκούν το λειτούργημά τους σε εξόχως αντίξοες συνθήκες, καλούνται τώρα να «τριχοτομηθούν» για να αντεπεξέλθουν στις επαγγελματικές τους υποχρεώσεις.
Η δημιουργία των νέων Πρωτοδικείων δεν απαντά με πειστικό τρόπο σε κανένα από τα πραγματικά προβλήματα της Δικαιοσύνης, τα οποία το δικηγορικό σώμα έχει σταθερά επισημάνει, όπως:
n οι τραγικές καθυστερήσεις στην απονομή της, ιδίως στα διοικητικά δικαστήρια
n η σχεδόν πλήρης ανυπαρξία ηλεκτρονικής λειτουργίας της δικαιοσύνης (e-justice), που παραπέμπει σε δικαστήρια του περασμένου αιώνα, και
n η αναιμική καλλιέργεια εκούσιων και αποτελεσματικών, εναλλακτικών μορφών επίλυσης διαφορών, όπως η (εθελοντική) διαμεσολάβηση και η διαιτησία, που προωθούν μόνοι –και χωρίς ουσιαστική στήριξη –οι δικηγορικοί σύλλογοι.
Η πλήρης έλλειψη ανταπόκρισης από την πλευρά της πολιτικής ηγεσίας καταδεικνύει πόσο χαμηλά στις προτεραιότητές της βρίσκονται τα ζητήματα αυτά.
Ο υπουργός με τη στάση του, αντιθέτως, απαξιώνει έτι περαιτέρω τη λειτουργία του Πρωτοδικείου Αθηνών, το οποίο λειτουργεί υποστελεχωμένο σε δικαστές και υπαλλήλους, υποχρηματοδοτούμενο και με πενιχρή υλικοτεχνική υποδομή. Είναι ενδεικτικό ότι ο ΔΣΑ έχει επωμιστεί λειτουργικές δαπάνες της πρώην Σχολής Ευελπίδων, από την τοποθέτηση και συντήρηση κλιματιστικών μηχανημάτων μέχρι την προμήθεια χαρτιού εκτύπωσης.
Εξάλλου, η δημιουργία νέων Πρωτοδικείων κινείται στον αντίποδα της ευρωπαϊκής εμπειρίας η οποία επιδεικτικά παραγνωρίζεται. Σε όλη σχεδόν την Ευρώπη υπάρχει σαφής τάση συγχώνευσης των πρωτοβάθμιων δικαστικών σχηματισμών, και όχι πολλαπλασιασμού τους, όπως διατείνεται ο υπουργός.
Τα πραγματικά κίνητρα εξαγγελίας νέων Πρωτοδικείων, όπως και νέων νομικών σχολών ανά την επικράτεια, πρέπει ασφαλώς να αναζητηθούν αλλού. Οι όποιες τυχόν επικοινωνιακές ή εκλογικές σκοπιμότητες, όμως, είναι αδιάφορες για τη νομική κοινότητα, που βλέπει τη Δικαιοσύνη να κατακρημνίζεται αβοήθητη. Αδιάφορες είναι και για τον ελληνικό λαό, ο οποίος εύλογα αναρωτιέται από πού θα βρεθούν οι απαιτούμενοι πόροι και γιατί το δημόσιο χρήμα διατίθεται για νέα Πρωτοδικεία όταν ο ίδιος στερείται βασικών κοινωνικών αγαθών και παροχών (νοσοκομεία, παιδικοί σταθμοί, Βοήθεια στο Σπίτι και κοινωνικές δομές στήριξης εν γένει).