Ηταν το άδοξο τέλος ενός μύθου. Μύθου τόσο ισχυρού που κυριάρχησε επί δεκαετίες στην Ελλάδα, αλλά που, τελικά, δεν άντεξε στην αναμέτρηση με την πραγματικότητα. Οπως έλεγε ο Λίνκολν, «αν θέλεις να δοκιμάσεις τον χαρακτήρα κάποιου, δώσ’ του εξουσία». Το «ηθικό πλεονέκτημα», αυτό το «ιερό άβατο» μιας αριστερής δήθεν υπεροχής έναντι όλων των υπολοίπων που δεν το διέθεταν, σαρώθηκε τώρα ολοκληρωτικά από την ίδια την εξουσία της «Αριστεράς», τη μόνη άλλωστε που θα μπορούσε με τις πράξεις της να το αποκαληθώσει –και που, εν προκειμένω, τα κατάφερε όσο πουθενά.
Το ένα μαύρο κενό, που έδωσε τη χαριστική βολή στο αριστερό «ηθικό πλεονέκτημα», ήρθε πριν από μία εβδομάδα όταν με δημοσίευμα της εφημερίδας «Παραπολιτικά» έγινε γνωστός ο πρωτοφανής, από κάθε άποψη αδιανόητος διακανονισμός ενός δανείου των αδελφών του Αλέξη Τσίπρα ύψους εκατοντάδων χιλιάδων ευρώ, με μία δόση… τριακοσίων ευρώ τον μήνα. Ηταν πράγματι μία εξόχως επιτυχημένη ρύθμιση για τους οφειλέτες της: με τέτοια δόση απαιτούνται περισσότεροι από… 830 μήνες, ή, περίπου, 70 χρόνια μέχρι να ξεπληρωθεί ένα δάνειο. Δεν είναι κι άσχημα! Οι άνθρωποι είναι ξεκάθαρο ότι διαθέτουν «Το πλεονέκτημα» –όχι το «ηθικό» βεβαίως.
Το άλλο μαύρο κενό του μυθικού «κόκκινου» πλεονεκτήματος, αν και προηγείται χρονικά κατά πολύ, τώρα είναι που υπό το συνθλιπτικό βάρος αυτών των εξελίξεων έρχεται εκ νέου στη δημοσιότητα: αφορά τον Ηρακλή Τσίπρα, θείο του Πρωθυπουργού και τις σχέσεις του με τη χούντα, τόσο οικονομικά όσο και σε πεδία όπως στο ποδόσφαιρο. Μάλιστα, στο βιβλίο «Μαχητική Δημοσιογραφία» που μόλις επανεκδόθηκε και το οποίο έχει γραφτεί σε εντελώς ανύποπτο χρόνο, πολύ καιρό πριν ο Αλέξης Τσίπρας μπει στην πολιτική, ο Ηρακλής Τσίπρας κατονομάζεται από τον συγγραφέα παλαιό Αριστερό δημοσιογράφο Γιάννη Χαλκιαδάκη ευθέως και πολλάκις τόσο για τις σχέσεις αυτές όσο και ως υπεύθυνος για την κατάδοση αντιστασιακής ομάδας στη χούντα, σε σύνδεση μάλιστα της αποφυγής του στατοδικείου και της τοποθέτησής του ως παράγοντα σε μεγάλη ποσοσφαιρική ομάδα της Αθήνας από τον διαβόητο Ασλανίδη. Σε όλα αυτά, αλλά και σε άλλες παρόμοιες καταγγελείες, ουδέποτε υπήρξαν μέχρι σήμερα επαρκείς απαντήσεις. Ουσιαστικά, καθόλου απαντήσεις. Και ίσως σε αυτά να κρύβονται, εκτός πολλών άλλων, και οι πολιτικές απαντήσεις για την ευκολία με την οποία ο Αλέξης Τσίπρας συνέπραξε κυβερνητικά με μία έκφραση της ελληνικής Ακροδεξιάς.
Χάνονται σπίτια. Ολα τα παραπάνω καθίστανται ακόμα πιο τραγικά για τη Δημοκρατία και την Ελλάδα, καθώς συμβαίνουν σε μια χώρα όπου, την ίδια ώρα, χάνονται σπίτια για 5.000 ευρώ, επίσης «για πρώτη φορά Αριστερά», ενώ η πλειοψηφία του πληθυσμού, που αδυνατεί πλέον να τα βγάλει πέρα, παρακολουθεί την πρωθυπουργική οικογένεια να απολαμβάνει λουδοβίκειες ρυθμίσεις, όταν εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι δεν μπορούν να κάνουν τίποτα πια όχι απλώς με τα δάνειά τους, αλλά ούτε καν με τα χρέη τους για το ηλεκτρικό ρεύμα. Η φτώχεια στην Ελλάδα έχει πλέον αγγίξει επίπεδα πολύ περασμένων δεκαετιών, όπως και η απελπισία: ήταν οι δεκαετίες στις οποίες χτίστηκε αυτό το «ηθικό πλεονέκτημα» που, τώρα κονιορτοποιείται. Αν μάλιστα επαληθευτούν στη Δικαιοσύνη και τα όσα καταγγέλλονται για πλαστές ενημερότητες, τότε θα έχει γίνει και το βήμα της ολοκληρωτικής μετάλλαξης από το έτσι κι αλλιώς νεκρό πια «ηθικό πλεονέκτημα» στο ακόμα χαμηλότερο επίπεδο του ποινικά κολάσιμου.
Ολα αυτά δεν συνέβησαν εν αιθρία. Σημάδια προϋπήρξαν πολλαπλά, με περιστατικά στα οποία ο εν λόγω μύθος δοκιμάστηκε ήδη από τον πρώτο καιρό της κυβέρνησης Τσίπρα – Καμμένου. Ομως, μέχρι σήμερα, εξαιρουμένων των αναπάντητων ερωτημάτων για τις σχέσεις με τη χούντα, ερωτήματα που καλύφθηκαν από το ευρύτερο «ηθικό πλεονέκτημα», κανένα από αυτά δεν οδηγούσε ευθέως στον ίδιο τον Πρωθυπουργό διά της άμεσης οικογένειάς του στα χρόνια της εξουσίας του. Και αυτό είναι που κάνει τη διαφορά. Μπορεί να φανταστεί ο καθένας άλλωστε το τι θα είχε συμβεί στην Ελλάδα αν μία τέτοια ρύθμιση αφορούσε τη στενή οικογένεια οποιουδήποτε άλλου Πρωθυπουργού της Μεταπολίτευσης: θα είχε οδηγηθεί σε παραίτηση, με τον ίδιο τον Τσίπρα και τους συν αυτώ να κραδαίνουν το «ηθικό πλεονέκτημά» τους στα τηλεοπτικά παράθυρα και στις πλατείες. Και ορθώς: σε καμία χώρα του δυτικού κόσμου πρωθυπουργός δεν θα μπορούσε και δεν θα έπρεπε να σταθεί στη θέση του έπειτα από αυτά.
Επαρση. Με την έπαρση του ανθρώπου που κατάφερε πολλάκις να ξεγελάσει έναν ολόκληρο λαό, ο Αλέξης Τσίπρας, αντί να απολογείται, ως όφειλε, επιτίθεται. Ξεχνά όμως την άλλη ρήση του Λίνκολν: «Μπορείς να τους ξεγελάς όλους για λίγο καιρό, λίγους όλο τον καιρό, αλλά όχι όλους όλο τον καιρό». Και εδώ ακριβώς βρισκόμαστε τώρα: στη στιγμή που άπαντες γνωρίζουν πια ότι το «ηθικό πλεονέκτημα» ήταν στην πραγματικότητα το στυγνό πλεονέκτημα στην ανεξέλεγκτη νομή της εξουσίας. Και που η ασπίδα του δεν υπάρχει πια για να προστατεύσει αυτούς που το χρησιμοποιούν, ιδίως δε από τους απλούς πολίτες της ίδιας της Αριστεράς, που, οι ίδιοι, δεν διαθέτουν αδελφό πρωθυπουργό. Δεν διαθέτουν «Το Πλεονέκτημα». Διαθέτουν όμως συνείδηση, λογική και ψήφο.