8 Ιουλίου 2017: «Μόλις η Τουρκία βρέθηκε ενώπιον της πρότασης του Γενικού Γραμματέα για δεσμευτική γραπτή καταγραφή των εν δυνάμει συμβιβασμών, αναγκάστηκε να αποκαλύψει και παραδεχτεί τις πραγματικές θέσεις και προθέσεις της. Αποδείχτηκε ότι καθ’ όλη τη διάρκεια των πολυμερών διαπραγματεύσεων, δεν είχε καμιά πρόθεση να συμβιβαστεί. Επιπλέον αποδείχτηκε ότι με τη στάση της επεδίωκε να εξαπατήσει τον Γενικό Γραμματέα του ΟΗΕ. Αμέσως μετά από αυτές τις αποκαλυπτικές εξελίξεις ο Γενικός Γραμματέας του ΟΗΕ αναγκάστηκε να κηρύξει, άνευ κάθε χρονοτριβής, το τέλος της Διασκέψεως. Η Διάσκεψη, λοιπόν, τελείωσε με την αποκάλυψη/επιβεβαίωση των πραγματικών προθέσεων της Τουρκίας που στρέφονται ενάντια στο διεθνές δίκαιο και τις αποφάσεις του ΟΗΕ».
Οι διαπραγματεύσεις στο Κραν Μοντανά λήγουν άδοξα στις 7 Ιουλίου 2017 και το ελληνικό υπουργείο Εξωτερικών, εκδίδει την παραπάνω ανακοίνωση, περιγράφοντας ένα ακόμα αδιέξοδο. Στη Βουλή ο υπουργός Εξωτερικών, Νίκος Κοτζιάς τονίζει ότι η Κύπρος πρέπει να γίνει ένα κανονικό κράτος και καταγγέλλει την Τουρκία για διγλωσσία και υποκρισία, αφού η Άγκυρα στο Κραν Μοντανά εμφανίζεται αδιάλλακτη στο θέμα της παραμονής των τουρκικών στρατευμάτων στην Κύπρο, της διατήρησης του δικαιώματος επέμβασης, αλλά και των εγγυήσεων για τουλάχιστον 15 ακόμα χρόνια μέχρι την επανεξέτασή τους.
Μία ακόμα χαμένη ευκαιρία; Μάλλον όχι. Μία προσπάθεια της Τουρκίας να κάνει επίδειξη δύναμης και να απαιτήσει νομιμοποίηση των τετελεσμένων της κατοχής; Σίγουρα ναι. Ο πυρήνας του Κυπριακού είναι οι εγγυήσεις και η ασφάλεια είπε στις 11 Ιουλίου 2017 ο Ν. Κοτζιάς στη Βουλή και είχε απόλυτο δίκιο.
Το Κυπριακό είναι και παραμένει από το 1974 και μετά πρόβλημα εισβολής και κατοχής. Δίκαιη και βιώσιμη λύση σημαίνει ένα κανονικό κράτος, χωρίς στρατό κατοχής, χωρίς εγγυήσεις. Ενα κράτος ενιαίο που θα αποφασίζει για αυτό ο λαός του, ελληνοκύπριοι, τουρκοκύπριοι, μαρωνίτες, λατίνοι και…
Πόσο εφικτό είναι να γίνει αυτό 44 χρόνια μετά την εισβολή και με το Κυπριακό να μετρά μέχρι σήμερα επί της ουσίας 70 χρόνια ως «πρόβλημα»;
Η Κύπρος λόγω της ιδιαίτερης γεωστρατηγικής θέσης της έχει χαρακτηριστεί επανειλημμένα και όχι άδικα ως το αβύθιστο αεροπλανοφόρο της Μεσογείου. Από το τέλος του Β’ Παγκοσμίου και μετά ξεκινούν οι συζητήσεις για το μέλλον της Κύπρου, η οποία τότε βρισκόταν υπό βρετανική κατοχή.
Το 1955 ο Γεώργιος Γρίβας ιδρύει την ΕΟΚΑ στο όνομα του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα από τους βρετανούς και το 1958 ο Ραούφ Ντεκτάς ιδρύει την εθνικιστική ΤΜΤ, η οποία καλούσε σε αγώνα κατά των Ελληνοκυπρίων. Το πρώτο αίμα μεταξύ των δύο κοινοτήτων είναι γεγονός και φυτεύονται οι σπόροι της διχόνοιας…
Η Τουρκία μπαίνει επίσημα για πρώτη φορά στο παιχνίδι του Κυπριακού στη σύγχρονη ιστορία το 1955, όταν η Βρετανία κάλεσε Ελλάδα και Τουρκία σε τριμερή Διάσκεψη στο Λονδίνο για το Κυπριακό, καθιστώντας έτσι την Τουρκία ισότιμο συνομιλητή στις υποθέσεις της Κύπρου, επιδιώκοντας να μην ξανατεθεί το Κυπριακό στον ΟΗΕ.
Την ίδια περίοδο κάνουν την εμφάνιση τους και τα πρώτα σχέδια διχοτόμησης του Νησιού. Το σχέδιο Μακ Μίλαν, πχ, το 1958 – «Σχέδιο για Συνεταιρισμό στην Κύπρο» – προέβλεπε τη σύνδεση της Κύπρου με τη Μεγάλη Βρετανία, την Ελλάδα και την Τουρκία και τη συνεργασία των τριών κρατών για τη διοίκηση του Νησιού, τη συγκρότηση δύο Κοινοβουλίων, με δύο ιθαγένειες για τους κατοίκους του και μεταβατικό στάδιο 7 χρόνων.
Οι Συνθήκες Ζυρίχης Λονδίνου και το Σύνταγμα του ‘60
Οι Συνθήκες Ζυρίχης – Λονδίνου υπογράφονται το 1960 και επί της ουσίας θέτουν τις βάσεις της διχοτόμησης, καθώς προβλέπουν:
— Τη δημιουργία ανεξάρτητου κυπριακού κράτους με επίσημες γλώσσες την ελληνική και την τουρκική, υπό την κηδεμονία της Μ. Βρετανίας, της Ελλάδας και της Τουρκίας. Τα τρία κράτη – κηδεμόνες εγγυούνταν την ανεξαρτησία της Κυπριακής Δημοκρατίας, με το δικαίωμα να επεμβαίνουν από κοινού ή το καθένα χωριστά όταν αυτή απειλείται.
— Τον αποκλεισμό οποιασδήποτε μερικής ή ολικής ένωσης του κυπριακού κράτους με κάποιο άλλο. Στο πλαίσιο αυτό, τα βασικά σημεία του κυπριακού Συντάγματος, διατυπωμένα με βάση τις αρχές των Συμφωνιών, δε θα ήταν δυνατό να τροποποιηθούν.
— Ως σύστημα διακυβέρνησης της Κύπρου ορίστηκε η Προεδρική Δημοκρατία, με Πρόεδρο Ελληνοκύπριο και αντιπρόεδρο Τουρκοκύπριο, εκλεγμένους τον πρώτο από τους ελληνικής και τον δεύτερο από τους τουρκικής καταγωγής κατοίκους του νησιού. Και ο Πρόεδρος και ο αντιπρόεδρος οπλίζονταν με το δικαίωμα του βέτο για θέματα της εξωτερικής πολιτικής, των Ενόπλων Δυνάμεων, της ασφάλειας κλπ.
— Το Υπουργικό Συμβούλιο θα αποτελούνταν από επτά Ελληνοκύπριους και τρεις Τουρκοκύπριους.
— Θα υπήρχε μία ενιαία Βουλή, όπου το 70% των εδρών θα το είχαν οι Ελληνοκύπριοι και το 30% οι Τουρκοκύπριοι (οι δύο κοινότητες θα ψήφιζαν ξεχωριστά η κάθε μία). Επίσης, θα υπήρχαν δύο ακόμη Βουλές, μία ελληνοκυπριακή και μία τουρκοκυπριακή που θα αποφάσιζαν για τα θρησκευτικά, εκπαιδευτικά και πνευματικά ζητήματα των δύο κοινοτήτων.
— Οι μεγαλύτεροι δήμοι της Κύπρου θα διχοτομούνταν.
— Η Κυπριακή Δημοκρατία θα είχε στρατό δύο χιλιάδων ανδρών, από τους οποίους το 60% θα ήταν Ελληνοκύπριοι και το 40% Τουρκοκύπριοι. Ισος αριθμός ανδρών θα αποτελούσε και τα Σώματα Ασφαλείας, αλλά εδώ ο συσχετισμός θα ήταν 70% προς 30% αντίστοιχα, με δύο αρχηγούς, έναν από κάθε κοινότητα.
— Η Μ. Βρετανία θα διατηρούσε τις βάσεις της στις περιοχές Ακρωτήρι, Επισκοπή, Παραμάλι, Δεκέλεια, Πέργαμος, Αγιος Νικόλαος και Ξυλοφάγου, καθώς και το δικαίωμα να χρησιμοποιεί το λιμάνι της Αμμοχώστου και το αεροδρόμιο της Λευκωσίας. Επίσης, στο Νησί θα στάθμευε τριμερές στρατηγείο Ελλάδας, Τουρκίας και Κύπρου, καθώς και ελληνική στρατιωτική δύναμη 950 ανδρών και τουρκική 650 για την εγγύηση τήρησης των συμφωνιών.
Με τις Συνθήκες Ζυρίχης – Λονδίνου η Κυπριακή Δημοκρατία αποκτά κρατική υπόσταση και δημιουργείται το Σύνταγμα του ’60. Ταυτόχρονα αρχίζουν και οι προπάθειες ακύρωσής του.
Τα Ματωμένα Χριστούγεννα
Στις 30 Νοεμβρίου του 1963 ο Μακάριος παρουσιάζει τα 13 σημεία τα οποία απορρίπτει Άγκυρα και στα οποία προτεινε συνταγματικές αλλαγές σε 13 σημεία που καταργούσαν το τουρκοκυπριακό βέτο, θα καταργούσαν τους χωριστούς δήμους και τις αναλογίες στους Δημόσιους Υπάλληλους και στον Στρατό.
Η Άγκυρα στις 16 Δεκεμβρίου απόρριψε τα 13 σημεία συνταγματικής αναθεώρισης του Μακαρίου και απείλησε με επέμβαση σε περίπτωση που προχωρούσε μονομερώς η Ε/κ πλευρά σε αναθεώρηση.Το 1963 έρχονται τα «Ματωμένα Χριστούγεννα» και αφορούν το ξέσπασμα διακοινοτικών ταραχών στην Κύπρο το 1963, μεταξύ Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων. Οι ταραχές ξέσπασαν μέσα σε ένα κλίμα έντασης, όταν ο πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας, Αρχιεπίσκοπος Κύπρου Μακάριος ο Γ’, πρότεινε συνταγματικές αλλαγές ενώ, ταυτόχρονα, στις δυο κοινότητες της Κύπρου υπήρχαν παραστρατιωτικές εθνικιστικές ομάδες έτοιμες για ένοπλη σύγκρουση. Οι συγκρούσεις τελικά ξέσπασαν στις 21 Δεκεμβρίου και κρατήσανε για 10 μέρες. Η κρίση είχε ως αποτέλεσμα το θάνατο 364 Τουρκοκυπρίων και 174 Ελληνοκυπρίων ενώ 18,667-25,000 Τουρκοκύπριοι εγκατέλειψαν τα σπίτια τους.
Στις 30 Δεκεμβρίου χαράχθηκε η “πράσινη γραμμή” στη Λευκωσία από το Βρετανό στρατηγό Γιανγκ, κατά μήκος του κέντρου της πόλης για να χωρίσει τις βόρειες τουρκοκυπριακές από τις νότιες ελληνοκυπριακές συνοικίες της.Οι βρετανοί στρατιώτες ορίστηκαν ως «ειρηνευτική δύναμη» αναλαμβάνοντας το ρόλο του μεσολαβητή που επεδίωκαν εξαρχής.
Ακολουθεί το 1964 και τα σχέδια Άτσεσον ο οποίος υποβάλλει τις προτάσεις του με φόντο τη διχοτόμηση, ενώ αρχίζει να καλλιεργείται και η ιδέα της πραξικοπηματικής ένωσης της Κύπρου με την Ελλάδα, ενώ η Τουρκία ετοιμάζεται να παρέμβει στρατιωτικά σε αυτό το ενδεχόμενο και να πάρει με τη δύναμη των όπλων όσα το σχέδιο Ατσεσον τής έδινε. Τα σχέδια δεν ευδοκιμούν.
Το 1971 ο Γεώργιος Γρίβας ιδρύει την ΕΟΚΑ Β’, την εθνικιστική ένοπλη παραστρατιωτική οργάνωση, με στόχο ένοπή δράση και δημιουργία συνθηκών ένωσης με την Ελλάδα. Η ΕΟΚΑ Β΄ για την συγκρότηση, εξοπλισμό και συντήρηση της απαιτούσε ένα μεγάλο χρηματικό ποσό. Σύμφωνα με τον Μακάριο Δρουσιώτη, η χρηματοδότηση φαίνεται να προέρχεται από την CIA μέσω της Αθήνας.
Στις 15 Ιούλη 1974, με εντολή της ελλαδικής χούντας γίνεται το πραξικόπημα με την ΕΟΚΑ Β’ σε πρωταγωνιστικό ρόλο και στόχο την ανατροπή του Μακαρίου.
Πρόεδρος της πραξικοπηματικής κυβέρνησης αναλαμβάνει ο Νίκος Σαμψών, ο άνθρωπος που περηφανευόταν σύμφωνα με διηγήσεις ότι είχε σκοτώσει έναν άνθρωπο για κάθε έτος της ηλικίας του…
Πέντε μέρες μετά, σαν σήμερα, 20 Ιουλίου 1974 ακολούθησε η τουρκική εισβολή, που δε συναντά καμία αντίσταση…
Ο δεύτερος Αττίλας γίνεται στις 14 Αυγούστου 1974.
Χαρακτηριστικές είναι οι αποκαλύψεις σχετικά με τις εν ψυχρώ δολοφονίες αιχμαλώτων και αμάχων από τα τουρκικά στρατεύματα.
Προσπάθειες για λύση
Οι πρώτες προσπάθειες για λύση του Κυπριακού ξεκινούν το Δεκέμβρη του 1974, υπό την αιγίδα των ΗΕ, οπότε και ορίζεται η επίσημη έναρξη συνομιλιών το Γενάρη του 1975 με θέμα τις «αρμοδιότητες της κεντρικής κυβέρνησης».
Ο Ρ. Ντεκτάς ανακηρύσσει τα κατεχόμενα σε «Τουρκικό Ομοσπονδιακό Κράτος» στις 13/2/1975 και οι επαφές αναβάλλονται. Τότε η Κυπριακή Δημοκρατία προσφεύγει στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ, εξασφαλίζοντας το ψήφισμα 367, που απαιτεί επανέναρξη των συνομιλιών και οδηγεί στο γύρο συνομιλιών της Βιέννης, υπό την αιγίδα του γγ του ΟΗΕ, Κουρτ Βάλντχάιμ. Τότε συμφωνείται η παράδοση τουρκοκυπρίων στα κατεχόμενα από τις ελεύθερες περιοχές και ο Ρ. Ντεκτάς ξεκινά εκκαθαρίσεις των κατεχομένων από Ελληνοκύπριους εγκλωβισμένους, με αποτέλεσμα να ακυρωθεί ο τέταρτος γύρος των συνομιλιών.
Συμφωνίες Υψηλού Επιπέδου
Το Φεβρουάριο του 1977 ο τότε Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας, Αρχιεπίσκοπος Μακάριος και ο Τουρκοκύπριος ηγέτης Ραούφ Ντενκτάς συνάπτουν την πρώτη Συμφωνία Υψηλού Επιπέδου βάσει της οποίας δηλώνουν:
1. Επιζητούμε μια ανεξάρτητη, αδέσμευτη δικοινοτική ομόσπονδη Δημοκρατία.
2. Το έδαφος υπό τη διοίκηση της κάθε κοινότητας πρέπει να συζητηθεί υπό το φως της οικονομικής βιωσιμότητας ή παραγωγικότητας και της ιδιοκτησίας γης.
3. Θέματα αρχών όπως η ελευθερία διακίνησης, ελευθερία εγκατάστασης, το δικαίωμα περιουσίας και άλλα εξειδικευμένα ζητήματα, είναι ανοικτά για συζήτηση, λαμβάνοντας υπόψη τη θεμελιώδη βάση ενός δικοινοτικού ομοσπονδιακού συστήματος και ορισμένες πρακτικές δυσκολίες, οι οποίες μπορεί να προκύψουν για την τουρκοκυπριακή κοινότητα.
4. Οι εξουσίες και αρμοδιότητες της κεντρικής ομοσπονδιακής κυβέρνησης θα είναι τέτοιες, ώστε να διασφαλίζουν την ενότητα της χώρας λαμβανομένου υπόψη και του δικοινοτικού χαρακτήρα του κράτους.
Η συμφωνία δεν τηρείται
Φτάνουμε στο Μάιο του 1979 και ο τότε πρόεδρος της Κύπρου, Σπύρος Κυπριανού και ο Ρ. Ντενκτάς, υπό την αιγίδα των ΗΕ καταλήγουν σε δεύτερη συμφωνία Υψηλού Επιπέδου, σύμφωνα με την οποία συμφωνούν στα εξής:
1. Επανάληψη των διακοινοτικών συνομιλιών στις 15 Ιουνίου 1979.
2. Η βάση των συνομιλιών θα είναι οι κατευθυντήριες γραμμές Μακαρίου – Ντενκτάς της 12ης Φεβρουαρίου 1977 και τα ψηφίσματα των Ηνωμένων Εθνών που είναι σχετικά με το κυπριακό πρόβλημα.
3. Πρέπει να υπάρχει σεβασμός για τα ανθρώπινα δικαιώματα και τις βασικές ελευθερίες όλων των πολιτών της Δημοκρατίας.
4. Οι συνομιλίες θα καλύψουν όλες τις εδαφικές και συνταγματικές πτυχές.
5. Προτεραιότητα θα δοθεί στην επίτευξη συμφωνίας για την επανεγκατάσταση στα Βαρώσια υπό την αιγίδα των Ηνωμένων Εθνών ταυτόχρονα με την έναρξη της μελέτης από τους συνομιλητές των συνταγματικών και εδαφικών πτυχών μιας συνολικής διευθέτησης. Μόλις επιτευχθεί συμφωνία για τα Βαρώσια θα εφαρμοστεί, χωρίς να αναμένεται η έκβαση των συζητήσεων για άλλες πτυχές του κυπριακού προβλήματος.
6. Η αποχή από οποιαδήποτε ενέργεια, η οποία θα μπορούσε να θέσει σε κίνδυνο την έκβαση των συνομιλιών, και ειδική έμφαση θα δοθεί σε αρχικά πρακτικά μέτρα και από τις δύο πλευρές για την προώθηση καλής θέλησης, αμοιβαίας εμπιστοσύνης και την επάνοδο σε ομαλές συνθήκες.
7. Η αποστρατιωκοποίηση της Κυπριακής Δημοκρατίας αντιμετωπίζεται, και θέματα σχετικά με αυτή θα συζητηθούν.
8. Η ανεξαρτησία, κυριαρχία, εδαφική ακεραιότητα και το αδέσμευτο της Δημοκρατίας θα πρέπει να τυγχάνουν επαρκών εγγυήσεων έναντι της ένωσης, ολικώς ή μερικώς, με οποιαδήποτε άλλη χώρα και έναντι οποιασδήποτε μορφής διχοτόμησης ή απόσχισης.
9. Οι διακοινοτικές συνομιλίες θα διεξαχθούν με συνεχή τρόπο, αποφεύγοντας οποιαδήποτε καθυστέρηση.
10. Οι διακοινοτικές συνομιλίες θα διεξαχθούν στη Λευκωσία.
Ούτε αυτή η προσπάθεια αποδίδει και φτάνουμε στις 15/11/1983, ο Ραούφ Ντενκτάς ανακηρύσσει το ψευδοκράτος, υπό το όνομα «Τουρκική Δημοκρατία της Βορείου Κύπρου» με αποτέλεσμα νέα προσφυγή της Κυπριακής Δημοκρατίας στο ΣΑ του ΟΗΕ.
Οι προσπάθειες για λύση συνεχίζονται από το 1983 έως 2001 χωρίς κανένα αποτέλεσμα.
Το 2004 φτάνουμε στο δημοψήφισμα για το Σχέδιο Ανάν. Ένα σχέδιο που μόνο λύση δεν έδινε. Το σχέδιο εγκρίνεται από τους τουρκοκύπριους και απορρίπτεται από τους ελληνοκύπριους.
Η τελευταία απόπειρα στην οποία πίστεψαν όλοι οι συνομιλίες του Κραν Μοντανά, το 2017…
Σήμερα 20 Ιουλίου 2018 συμπληρώνονται 44 χρόνια τουρκικής κατοχής. Και κάθε χρόνος είναι πιο δύσκολος. Κάθε μέρα είναι και ένα βήμα πιο μακριά από τη λύση.