Μπορεί να κινείται σε χαμηλές πτήσεις ο όγκος των εμπορικών συναλλαγών της Ελλάδας με της Ρωσίας, στα 3,6 δισ. ευρώ, ωστόσο για πρώτη φορά μετά την επιβολή του εμπάργκο της Μόσχας, το 2014, παρουσίασε αύξηση κατά 20,5%.
Κι αν το μέγεθος αυτό είναι όντως χαμηλό, μιας και οι εισαγωγές της Ρωσίας αντιστοιχούν στο 6,8% του συνόλου των ελληνικών εισαγωγών και οι εξαγωγές της Ελλάδας προς τη χώρα του Πούτιν αντιστοιχούν μόλις στο 0,81% του συνόλου, εντούτοις δύο προϊόντα που φτάνουν στην πατρίδα μας είναι ζωτικής σημασίας.
Ο λόγος για το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο. Αντιστοιχούν στο 81,3% της αξίας των ελληνικών εισαγωγών από τη Ρωσία και η χώρα μας είναι σχεδόν απόλυτα εξαρτημένη ιδίως σε φυσικό αέριο. Είναι χαρακτηριστικό ότι από τις ποσότητες φυσικού αερίου 2,45 δισ. κυβικών μέτρων που προμηθεύτηκε η ΔΕΠΑ, τα 2 δισ. προέρχονται από τη ρωσική Gazprom.
Ο ενεργειακός κολοσσός της Μόσχας αποτελεί τον κύριο προμηθευτή της χώρας. Επιπλέον, το 10% των ποσοτήτων αργού πετρελαίου που εισήγαγαν τα διυλιστήρια των Ελληνικών Πετρελαίων προέρχεται από τη Ρωσία. Οι διμερείς εμπορικές συναλλαγές επηρεάστηκαν αρνητικά μετά την επιβολή του εμπάργκο και με δραματικές μάλιστα επιπτώσεις στις ελληνικές εξαγωγές αγροτικών προϊόντων. Η Ρωσία το 2014 καταλάμβανε τη 12η θέση στην παγκόσμια κατάταξη των εξαγωγικών προορισμών αγροτικών προϊόντων και τροφίμων της Ελλάδας, ενώ μετά το εμπάργκο κατέλαβε την 32η θέση.
Οσον αφορά τον τουρισμό από Ρωσία, το 2017 το 1,95% του συνόλου των αφίξεων αφορούσε Ρώσους. Το εν λόγω ποσοστό είναι σαφώς χαμηλότερο του 2013. Πέρυσι επισκέφθηκαν την Ελλάδα 588.700 άτομα, όταν το 2013 ξεπερνούσαν τα 1,3 εκατ. άτομα.
Σε εξέλιξη όμως στη χώρα μας είναι σημαντικές ρωσικές επενδύσεις. Οι άμεσες ξένες επενδύσεις ανήλθαν το 2017 στα 733 εκατ. δολάρια. Μεγάλοι τουριστικοί όμιλοι από τη Μόσχα προγραμματίζουν επενδύσεις άνω των 1,6 δισ. ευρώ στην Κρήτη και τη Ρόδο.