Η πρώτη της παρουσίαση ήταν το καλοκαίρι του 2016 στο Ηρώδειο. Τότε ο Στίβεν Λάνγκριτζ είχε στήσει ένα σύγχρονο και παράλληλα αιχμηρό περιβάλλον για να διηγηθεί την ιστορία της με αναφορές στα όρια και στη φτώχεια, την ελευθερία και τη σκλαβιά. Η «Κάρμεν» του Μπιζέ επιστρέφει δύο χρόνια αργότερα, αυτή τη φορά μέσα από την ερμηνεία της Ανίτα Ρατσβελισβίλι, με μουσική διεύθυνση του Λουκά Καρυτινού. Η μέτζο σοπράνο, μία από τις κορυφαίες λυρικές πρωταγωνίστριες στον κόσμο, έρχεται για πρώτη φορά στην Ελλάδα για να ερμηνεύσει τον ρόλο που την ανέδειξε ως την «πιο επιτυχημένη Κάρμεν της εποχής μας», σύμφωνα με την άποψη των κριτικών της όπερας.
Στην παραγωγή που επιμελείται σκηνοθετικά εκ νέου ο Λάνγκριτζ, η αφήγηση των περιπετειών συνεχίζει να τοποθετείται στην Ευρώπη των κλειστών συνόρων και της φτώχειας. «Η παραγωγή με ξάφνιασε αρκετά. Πριν από δύο χρόνια η μετανάστευση και η αναζήτηση ενός νέου σπιτιού βρίσκονταν στο επίκεντρο της επικαιρότητας, αλλά ο σκηνοθέτης μου έλεγε πως δύο χρόνια αργότερα όλα αυτά θα ήταν κάτι παλιό. Ωστόσο σήμερα μιλάμε όλο και περισσότερο για τα ίδια θέματα. Για τη μετανάστευση, ανθρώπους που χάνουν τα σπίτια τους ή πρέπει να φύγουν για να βρουν ένα νέο σπίτι. Ολα αυτά γίνονται όλο και πιο ενδιαφέροντα για τον κόσμο. Αυτό με έκανε να πιστεύω ότι πιθανόν δεν πρέπει τελικά να έχουμε σύνορα στον κόσμο. Φυσικά χρειαζόμαστε κανόνες, αλλά το να έχουμε τελικά αυτού του είδους τα σύνορα που διώχνουν τους ανθρώπους από τις χώρες για να ψάξουν καταφύγιο είναι πραγματικά τρελό. Στη Συρία γίνεται το πιο τρελό πράγμα στον κόσμο. Και στο τέλος όλοι το μόνο που κάνουμε είναι να πατάμε likes και να βάζουμε θλιμμένα εικονίδια στο Facebook. Αλλά πραγματικά δεν κάνουμε τίποτε άλλο. Αισθάνομαι πολλές φορές προνομιούχα να κάνω κάτι σαν αυτό, να είμαι κομμάτι του καλλιτεχνικού κόσμου που μπορεί να στέλνει τα σωστά μηνύματα και ίσως να αλλάξει κάτι. Τουλάχιστον να προσπαθώ να αλλάξω κάτι» τονίζει η Ρατσβελισβίλι μιλώντας στο «Νσυν».
ΔΙΑΧΡΟΝΙΚΗ ΟΠΕΡΑ. Αν και έχουν περάσει 143 χρόνια από την πρώτη παρουσίαση της «Κάρμεν», η όπερα εξακολουθεί να προκαλεί αφού η ηρωίδα υπερασπίζεται διαρκώς την ελευθερία της και το δικαίωμά της να επιλέγει η ίδια τους ερωτικούς συντρόφους της, όχι να την επιλέγουν αυτοί. «Αν διαβάσεις τη νουβέλα και μετά το λιμπρέτο, θα δεις ότι αυτή δεν είναι από τη συγκεκριμένη εποχή. Είναι μια τελείως διαφορετική γυναίκα από όλες τις γυναίκες γύρω της. Είναι από τις ημέρες μας. Είναι πολύ μοντέρνα, όπως εμείς, και παλεύει συνεχώς για τα δικαιώματά της. Και αυτό την κάνει σύγχρονη. Στέλνει ένα πολύ ισχυρό μήνυμα για την ελευθερία και την προσωπική επιλογή –η οποία βέβαια τελικά τη σκοτώνει. Οι άνθρωποι συνήθως νομίζουν ότι το έργο έχει να κάνει με την Κάρμεν που αγαπάει τους άντρες και περιτριγυρίζεται από αυτούς. Αλλά αυτή η όπερα έχει να κάνει με την ελευθερία της επιλογής. Αυτή την ιδέα προσπαθώ πάντα να δείχνω όταν παίζω. Οτι δηλαδή προτιμώ να πεθάνω, παρά να μην κάνω αυτό που θέλω. Είναι αυτό πολύ ισχυρό κομμάτι της Κάρμεν» υπογραμμίζει η μέτζο σοπράνο.
Κατά μία έννοια, η Κάρμεν αναδεικνύεται μέσα από το λιμπρέτο ως μια εν δυνάμει φεμινίστρια πριν από δύο αιώνες. «Είναι φεμινίστρια με όλη τη σημασία της λέξης. Γιατί παλεύει για τα δικαιώματά της και επίσης πάντα λέει στα κορίτσια που είναι γύρω της να πολεμούν για αυτά που θέλουν, αλλά είναι πολύ αδύναμα για να το κάνουν. Γι’ αυτό και είναι μόνη της σε αυτήν την κοινότητα. Φίλους δεν έχει, ούτε οικογένεια ούτε κανέναν. Είναι πολύ μοναχική» προσθέτει η καλλιτέχνις και συνεχίζει: «Αν η Κάρμεν ζούσε σήμερα, θα πολεμούσε μέχρι το τέλος. Θα πολεμούσε για το δίκιο. Θα ήταν σαν αυτούς τους πολύ δυνατούς ακτιβιστές που συμπαρασύρουν τους ανθρώπους και κάνουν διαδηλώσεις και ομιλίες και δεν φοβούνται, αλλά τελικά καταλήγουν νεκροί. Γιατί σε κανέναν δεν αρέσουν οι άνθρωποι σαν και αυτούς, σε κανένα δεν αρέσει να ακούει την αλήθεια όλη την ώρα».
ΤΗΝ ΕΠΟΧΗ ΤΟΥ #METOO. Η σύγχρονη ανάγνωση του έργου που προτείνει ο καλλιτεχνικός διευθυντής της Οπερας του Γκέτεμποργκ βρίσκει αναλογίες με όλα όσα συμβαίνουν καθημερινά γύρω μας. Παρ’ όλα αυτά, όταν ξεκινούσε, δεν είχε ίσως υπολογίσει στην εξίσωση της παράστασης την παράμετρο του #metoo και όλων των σκανδάλων σεξουαλικής κακοποίησης που έρχονται από τη βιομηχανία του θεάματος, που κατά μία έννοια δένουν με τα μηνύματα της γυναικείας χειραφέτησης στην όπερα του Μπιζέ. «Η Κάρμεν στην εποχή του #metoo στέλνει όλα τα σωστά μηνύματα για τις γυναίκες. Κι εμείς σίγουρα μπορούμε να τα χρησιμοποιήσουμε αυτά για να βοηθήσουμε τις γυναίκες που αντιμετωπίζουν αυτού του είδους τα προβλήματα και πρέπει να τα παλέψουν. Δεν πρέπει να λέμε “ναι” σε πράγματα που δεν θέλουμε γιατί ψάχνουμε μια δουλειά ή κάποιον απλά για να μην είμαστε μόνες μας. Είναι πολύ θλιβερό. Είναι αυτό επίσης το πρόβλημα, που πολλές γυναίκες δεν είναι τόσο δυνατές και δεν είχαν τις επιρροές για να γίνουν τόσο δυνατές μεγαλώνοντας. Αν μπορούμε να τις βοηθήσουμε, αν μπορούμε να τους στείλουμε τα σωστά μηνύματα, μπορούμε να το κάνουμε μέσα από την τέχνη» επισημαίνει η Ρατσβελισβίλι.
Μιας και η ίδια ερμηνεύει την Κάρμεν τα τελευταία οκτώ χρόνια, ανάμεσα στις επιτυχημένες εμφανίσεις της στη Σκάλα του Μιλάνου, τη Μετροπόλιταν Οπερα της Νέας Υόρκης και την Οπερα του Παρισιού, έχει ασπαστεί στο σύνολό τους τις λεπτές αποχρώσεις του φανταστικού χαρακτήρα της Κάρμεν. Γι’ αυτό και προσπαθεί να τις αποδώσει, σπάζοντας τα κλισέ του ρόλου. «Αυτό που προσπαθώ να κάνω σε κάθε νέα παραγωγή όπου συμμετέχω είναι να φέρω αυτή την ενέργεια της Κάρμεν. Συνήθως βλέπουμε μια Κάρμεν που περιφέρεται, παίζει με τους άντρες, αλλά δεν είναι καθόλου αυτό. Αυτό που έχει η συγκεκριμένη παραγωγή, αν το θέσεις με σωστό τρόπο, είναι το μήνυμα της ελευθερίας. Της έκφρασης και του λόγου. Ο σκηνοθέτης πραγματικά τοποθέτησε με σωστό τρόπο όλα αυτά τα μηνύματα. Ποτέ δεν επικεντρώνομαι στο να δείχνω όμορφη ή σέξι. Πραγματικά δεν με νοιάζει, γιατί το να είσαι σέξι είναι κάτι μέσα σου, κάτι συναρπαστικό που βγαίνει και το βλέπει ο άλλος στα μάτια. Δεν το βλέπει στο όμορφο κορμί. Είναι ηλίθιο να πιστεύεις κάτι τέτοιο. Αυτό που νομίζω ότι είναι σημαντικό είναι να φέρω αυτή την ομορφιά της εξωτερικά, χωρίς όμορφα φορέματα ή με το στήθος έξω. Ή να έχω ένα τριαντάφυλλο στα μαλλιά ή κόκκινο κραγιόν. Δεν έχει να κάνει με όλα αυτά. Το σημαντικό είναι η φλόγα που έχεις μέσα σου, να τη βγάλεις στους ανθρώπους και να τους το δείξεις. Να τους δείξεις ότι είναι απλώς μια γυναίκα σαν όλες τις άλλες μέσα σε ένα σπίτι» καταλήγει η μέτζο σοπράνο.