Είναι γνωστό ότι εδώ και πολλά χρόνια ο κορμός και το στήριγμα της ανάπτυξης της χώρας ήταν και είναι οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις και τα μεσαία εισοδηματικά νοικοκυριά, αυτό που αποκαλούμε ουσιαστικά μεσαία τάξη.
Παρ’ όλα αυτά, με τις αλλεπάλληλες περικοπές μισθών και συντάξεων από την αρχή της οικονομικής κρίσης αλλά και με την επίμονη διακυβέρνηση της λιτότητας και της υπερφορολόγησης μισθωτών και ελεύθερων επαγγελματιών, η μεσαία τάξη έχει οδηγηθεί σε κατάρρευση, με απρόβλεπτα αποτελέσματα στη δυναμική του ΑΕΠ για τα επόμενα χρόνια στην Ελλάδα.
Η ανισοκατανομή του πλούτου από το 2009 ως σήμερα διευρύνεται όλο και περισσότερο, με αποτέλεσμα πάνω από τα μισά νοικοκυριά να απειλούνται με φτωχοποίηση, ενώ ο κίνδυνος της παιδικής φτώχειας φαίνεται ότι δεν μειώνεται και έχει επηρεάσει σημαντικά την κοινωνική συνοχή, καθώς ήδη πάνω από 700.000 συνάνθρωποί μας που ήταν ενεργοί εργαζόμενοι πριν από 8 με 9 χρόνια πλέον όχι μόνο είναι άνεργοι, αλλά εντελώς αποκλεισμένοι κοινωνικά.
Εκτός αυτού, ο μεγαλύτερος κίνδυνος για τη χώρα, κάτι που φαίνεται να αγνοεί παντελώς η κυβέρνηση, είναι ότι πέραν της μαζικής φυγής στο εξωτερικό με το brain drain, η ηλικιακή ομάδα μέχρι 24 ετών, που θα έπρεπε να είναι η πλέον παραγωγική, βρίσκεται σε τεράστια οικονομική δυσκολία, με αποτέλεσμα να αποτελούν εξαρτώμενο μέλος ενός νοικοκυριού, να ζουν με επιδόματα ανεργίας ή ακόμη και με συσσίτια της πρόνοιας ή φιλανθρωπικών οργανισμών.
Αρα το πρόβλημα στη χώρα δεν είναι μόνο το υψηλό ποσοστό ανεργίας που συντηρείται άνω του 20%, αλλά η αδυναμία πρόσβασης των νέων και πολύ νέων ανθρώπων στην αγορά εργασίας, με αποτέλεσμα ένα μέρος των νυν εργαζομένων να είναι σύντομα συνταξιούχοι, χωρίς όμως να αντικαθίστανται με νέους παραγωγικούς εργαζομένους οι οποίοι θα μπορούσαν να εισφέρουν στα ασφαλιστικά ταμεία.
Οι δείκτες τόσο εισοδηματικής απόκλισης όσο και απασχόλησης ανά ηλικιακή ομάδα στις χώρες του ΟΟΣΑ είναι ιδιαίτερα επιβαρυντικοί για την Ελλάδα, γεγονός που δεν συνάδει με τις δηλώσεις της κυβέρνησης περί εξόδου από το Μνημόνιο και οικονομικής κυριαρχίας της χώρας, όταν ήδη τα χρέη των νοικοκυριών έχουν ξεπεράσει τα 130 δισ. ευρώ.
Ο Μελέτης Ρεντούμης είναι οικονομολόγος τραπεζικός