Τα γόνατα λυγίζουν. Η αναπνοή κόβεται, τα μάτια δακρύζουν και τα χέρια που θέλουν να τραβήξουν βίντεο και φωτογραφίες για την πληρότητα του ρεπορτάζ τρέμουν.
Είμαστε στο… Μάτι του κυκλώνα, εκεί όπου η πύρινη κόλαση κατέστρεψε τα πάντα και πήρε δεκάδες ανθρώπινες ζωές.
Μόλις στρίβεις από τη Λεωφόρο Μαραθώνος για έναν οικισμό που μέχρι προχθές ήταν παράδεισος, αντιλαμβάνεσαι το μέγεθος της τραγωδίας. Οι αναμνήσεις από έναν μοναδικό πνεύμονα πρασίνου με πανέμορφα σπίτια και γραφικές παραλίες σε κατακλύζουν. Ομως η ομορφιά του τοπίου είναι πλέον παρελθόν. Και ποτέ στο μέλλον δεν θα μπορέσει να ξαναγίνει όπως ήταν.
Δεν είναι υπερβολή να πει κανείς ότι οι εικόνες που έβλεπε κανείς από τις πρώτες πρωινές ώρες θύμιζαν ένα αριστούργημα του παγκόσμιου κινηματογράφου.
Είναι η νέα «Αποκάλυψη τώρα», και είναι ίδιες με τις σκηνές όπου οι βόμβες ναπάλμ μετατρέπουν το φυσικό τοπίο σε κρανίου τόπο.
Ολοι οι δρόμοι από τη Λεωφόρο Μαραθώνος μέχρι την παραλία στο Μάτι είναι γεμάτοι δεξιά κι αριστερά με όμορφα σπίτια, μόνιμες κατοικίες και παραθεριστικά, πνιγμένα στο πεύκο και τη βλάστηση. Ηταν, γιατί τώρα δεν έχει μείνει τίποτε όρθιο.
Βλέπουμε μια ηλικιωμένη γυναίκα να προσπαθεί να περισώσει ό,τι έμεινε από το βιος της.
«Δεν μου έμεινε τίποτε. Χάθηκαν οι κόποι μιας ζωής», μας λέει.
Πλησιάζουμε στο ξενοδοχείο Ramada Attica Riviera, το οποίο έχει γλιτώσει. Οι φλόγες έγλειψαν το συγκρότημα αλλά κατέστρεψαν ό,τι είναι γύρω από αυτό. Ενα μοντέρνο ξενοδοχείο χάσκει παράταιρο σε ένα σκηνικό απόλυτου χάους.
Ο δρόμος αυτός οδηγεί σε δύο ταβέρνες, η μία κατεστραμμένη ολοσχερώς, η δεύτερη δεν έπαθε τίποτε.
Ενα λυκόσκυλο, ένας εκπληκτικά όμορφος σκύλος κάθεται σε μια γωνιά και είναι τόσο φοβισμένος. Διψάει, πεινάει, είναι… δακρυσμένος. Το αφεντικό του κάηκε μέσα σε λίγα λεπτά, κι αυτός τον περιμένει…
Σε όλη τη διαδρομή κάτοικοι κλαίνε βουβά. Δεν φωνάζουν, δεν καταγγέλλουν, δεν βρίζουν. Μόνο περιμένουν, αγωνιούν για τους συγγενείς και τους φίλους τους. Κρατούν το κεφάλι τους, είναι σε απόγνωση γιατί έχασαν τα πάντα.
Ενας μεσήλικος πλησιάζει. Κρατά στα χέρια του φωτογραφίες συγγενών του. «Μήπως τους είδατε;», ρωτάει τους αστυνομικούς και τους πυροσβέστες. Καμιά απάντηση, και η σιωπή είναι μαχαιριά στην καρδιά του.
«Είναι αγνοούμενοι» λέει και κλαίει με πικρό δάκρυ.
Μαζικός τάφος
Πλησιάζουμε στον τόπο της ανείπωτης τραγωδίας. Εκεί όπου χάθηκαν μέσα σε λίγα λεπτά 26 ανθρώπινες ζωές, άνδρες, γυναίκες και παιδιά.
Δεκάδες αυτοκίνητα κατεστραμμένα ολοσχερώς. Ορισμένα έχουν σωθεί, οι ιδιοκτήτες άφησαν τα κλειδιά πάνω στη μηχανή, ούτε τα προσωπικά τους αντικείμενα δεν μπόρεσαν να πάρουν. Ετρεξαν να πέσουν στη θάλασσα. Κάποιοι τα κατάφεραν, κάποιοι όχι…
Κι έρχεται η στιγμή που ακόμη και οι πιο σκληροί άνδρες βάζουν τα κλάματα. Σε πολύ μικρή απόσταση είναι το οικόπεδο που έγινε «μαζικός τάφος» για 26 άτομα.
Κι εκεί αντιλαμβάνεσαι πώς αυτοί οι άνθρωποι εγκλωβίστηκαν και χάθηκαν.
Εγκατέλειψαν τα αυτοκίνητά τους, πήραν τα παιδιά στην αγκαλιά τους, βοήθησαν ηλικιωμένους ανθρώπους να σταθούν στα πόδια τους κι άρχισαν να τρέχουν προς τη θάλασσα. Η απόσταση δεν είναι μεγαλύτερη από 300-400 μέτρα, όμως οι φλόγες τούς πρόλαβαν.
«Αγκαλιασμένα παιδιά με τους γονείς τους κάηκαν ζωντανοί λίγα μέτρα από τον μικρό γκρεμό που οδηγούσε στην παραλία» λέει ένας πυροσβέστης και λυγίζει. Πόσες φορές στη ζωή του θα δει 26 σορούς απανθρακωμένες; Πόσες φορές θα ξαναδεί μια τέτοια εικόνα;
O κύριος Κώστας, ένας βιοπαλαιστής που έφτιαξε ένα σπίτι στο Μάτι, μας πλησιάζει, λίγα μέτρα από την απίστευτη τραγωδία. Κρατά στα χέρια του δύο πλαστικές σακούλες, ό,τι απέμεινε από την περιουσία του. Μας λέει: «Ημουν σε μια ομάδα πολιτών και τρέχαμε να σωθούμε. Δυστυχώς μια κυρία δεν τα κατάφερε, πέθανε μπροστά στα μάτια μας. Γλίτωσα εγώ και μια κυρία με την κόρη της».
Κι ακόμη ένας κάτοικος μας επιβεβαιώνει την τραγική ιστορία του ιερέα που χάθηκε χθες.
Ο παπα-Σπυρίδων Παπαποστόλου, με καταγωγή από το Αγρίνιο, ανασύρθηκε νεκρός από τη θάλασσα όπου κατέφυγε για να σωθεί από την πυρκαγιά στο Μάτι καθώς βρισκόταν στο εξοχικό του με τη σύζυγό του και συγγενικά του πρόσωπα.
Καμιά οργάνωση
Αν είναι κάτι που έκανε εντύπωση σε όσους πήγαν στον τόπο της καταστροφής ήταν η πολυπληθής παρουσία πυροσβεστών και αστυνομικών. Υπήρχαν παντού, όμως… δεν έκαναν απολύτως τίποτε. Περίμεναν οδηγίες, περίμεναν εντολές αλλά επί ώρες δεν είχαν να προσφέρουν τίποτε. Μια κυρία, μάλιστα, τους φώναξε: «Ελάτε, αναζωπυρώθηκε η φωτιά στο σπίτι μου». Κι ένας πυροσβέστης της απάντησε: «Να έρθουμε αλλά… δεν έχουμε νερό».
Μόλις μετά το μεσημέρι πήραν εντολή να ψάχνουν σπίτι – σπίτι για αγνοούμενους. Ηταν όμως αργά…
Πλήρης ανοργανωσιά, κανένα σχέδιο όχι για την πρόληψη τόσων θανάτων αλλά και για την επόμενη ημέρα.