Με ταχύτητα 120 χιλιομέτρων την ώρα «έτρεχε» η φωτιά σε Ραφήνα, Μάτι και Νέο Βουτζά σκορπώντας τον θάνατο σε δεκάδες ανυποψίαστους κατοίκους και παραθεριστές των περιοχών αυτών.
Σύμμαχός της στο καταστροφικό αυτό έργο, η αυθαίρετη δόμηση, οι εναλλαγές δασικών τμημάτων με κατοικίες (μεικτές χρήσεις), τα περιφραγμένα οικόπεδα με πολύ μεγάλο όγκο από ξερόχορτα κι άλλη καύσιμη ύλη, αλλά και οι στενοί – τυφλοί δρόμοι διαφυγής.
Την ίδια ώρα, σύμφωνα με δασικούς, στο έγκλημα συνετέλεσε και ο ανύπαρκτος μηχανισμός ενημέρωσης των πολιτών που έτρεχαν αλλόφρονες για να σωθούν χωρίς να γνωρίζουν πού να κατευθυνθούν με ασφάλεια! Η πορεία της φωτιάς ήταν Νταού Πεντέλης – Μονή Παντοκράτορος – Ρέμα Καλλιτεχνούπολης – Νέος Βουτζάς – Μάτι – Κόκκινο Λιμανάκι.
Το θερμικό φορτίο που αναπτύχθηκε ήταν τόσο μεγάλο που έλιωσαν ακόμη και οι ζάντες αυτοκινήτων (!) κάνοντας αβίωτο για τους κατοίκους και παραθεριστές το μικροκλίμα της περιοχής. Σημειώνεται πως οι θερμοκρασίες τήξης για το αλουμίνιο είναι από 600 έως 660 βαθμούς Κελσίου, για το γυαλί γύρω στους 730 βαθμούς και για το σίδερο 1.535 βαθμούς.
Το ρεύμα του θανάτου. Οπως εξηγεί ο διευθυντής ερευνών στο Εθνικό Αστεροσκοπείο Αθηνών Κώστας Λαγουβάρδος, το δυτικό – βορειοδυτικό ρεύμα που ξεκίνησε από τον Κορινθιακό σάρωσε όλη την Αττική, γι’ αυτό και σημειώθηκαν πυρκαγιές σε Δυτική και Ανατολική Αττική. Το μέτωπο που δημιουργήθηκε σάρωσε όλο τον Σαρωνικό και έφτασε μέχρι Ανδρο, Τήνο και Βόρεια Εύβοια. «Το ρεύμα αυτό δεν είχε καμία σχέση με τα μελτέμια (που πνέουν συνήθως από βόρεια κατεύθυνση) και πλήττουν κυρίως την Ανατολική Αττική» εξηγεί.
Οι ριπές ανέμου. Σύμφωνα με τον Κώστα Λαγουβάρδο, τη Δευτέρα επικρατούσαν θυελλώδεις δυτικοί – βορειοδυτικοί άνεμοι στην Ανατολική Στερεά και στην Αττική. Οπως προκύπτει, οι ριπές ανέμου –από το σύνολο των σταθμών στην Αττική –έφτασαν στα 100-120 χιλιόμετρα την ώρα σε αρκετές περιοχές της Αττικής, ενώ στο μεγαλύτερο μέρος της περιφέρειας οι ριπές ξεπέρασαν τα 60 χιλιόμετρα την ώρα.
Οπως λέει, «οι δυτικοί άνεμοι ως καταβάτες στις ανατολικές περιοχές της Αττικής έχουν ως αποτέλεσμα τη σημαντική αύξηση της θερμοκρασίας (πάνω από 37 βαθμούς Κελσίου) και χαμηλά επίπεδα υγρασίας, δημιουργώντας ιδανικές συνθήκες γρήγορης εξάπλωσης των πυρκαγιών».Σύμφωνα με τον ίδιο, το μεγάλο πρόβλημα αυτής της φωτιάς ήταν οι «στιγμιαίες ριπές ανέμου» που φούντωναν και αναζωπύρωναν τη φωτιά. Κατά τον δρα περιβαλλοντολόγο Φίλιππο Κυρκίτσο, «η ταχύτητα του ανέμου δεν ήταν προβλέψιμη».
Στο ίδιο έργο θεατές. Με το περίπου 47% της συνολικής έκτασης της Ελλάδας να καλύπτεται από δάση και δασικές εκτάσεις, οι πυρκαγιές αποτελούν δυστυχώς ένα ζήτημα που η χώρα μας καλείται να αντιμετωπίζει κάθε χρόνο.
Το θέμα ωστόσο, σύμφωνα με ειδικούς, δεν είναι οι δασικές πυρκαγιές αυτές καθαυτές: ειδικά σε δάση με πεύκα οι φωτιές είναι σχεδόν αναπόφευκτες. Το θέμα είναι ότι τα δάση, σύμφωνα με ειδικούς, έχουν μετατραπεί σε «πράσινες βόμβες» έτοιμες να εκραγούν.Κι αυτό διότι, όπως λένε, τα τελευταία χρόνια έχει συσσωρευτεί στα δάση πολλή καύσιμη ύλη –φέτος σημειώθηκαν και πολλές βροχές –με συνέπεια μια μικρή φωτιά να παίρνει γρήγορα μεγάλες διαστάσεις (ιδίως αν ευνοούν, όπως έγινε με αυτή τη φωτιά, μετεωρολογικές συνθήκες με δυνατούς ανέμους) και να είναι δύσκολα αντιμετωπίσιμη.