«Στην κηδεία μου να δείτε τι έχει να γίνει». Ετσι έλεγε, προφανώς αυτοσαρκαζόμενος, ο Μάνος Ελευθερίου στους στενούς φίλους του, σχολιάζοντας την αγάπη που του έδειχνε ο κόσμος. Και αποδείχθηκε ότι είχε δίκιο. Περισσότερα από δύο χιλιάδες άτομα βρέθηκαν χθες –ημέρα γενικού πένθους λόγω των πυρκαγιών –στο Α’ Νεκροταφείο Αθηνών όπου κηδεύτηκε στην αίθουσα πολιτικών τελετών. Τους περίμενε κοιτάζοντάς τους μέσα από τη φωτογραφία του, το πορτρέτο του που δημοσιεύτηκε προχθές στα «ΝΕΑ» και η ίδια η αδελφή του Λιλή ζήτησε για την κορνίζα πάνω στο φέρετρο. Μια φωτογραφία με το διφορούμενο βλέμμα και το χέρι μπροστά στο στόμα του όπως κάνουν τα παιδιά όταν, τάχα, τους ξεφεύγει μια «κακή» λέξη.

Αλλωστε ήταν ωσεί παρών αφού ανάμεσα στους χαιρετισμούς των φίλων και των συνεργατών του ακουγόταν η δική του φωνή να απαγγέλλει ποιήματά του. Πρώτη η υπουργός Πολιτισμού Λυδία Κονιόρδου αναφέρθηκε στην παρακαταθήκη που αφήνει στις επόμενες γενιές. Ο Θοδωρής Γκόνης έριξε φως στην ποιητικότητα των αντιφάσεών του, ο Θανάσης Θ. Νιάρχος περιέγραψε τον τρόπο με τον οποίον εξίσωνε το μείζον με το έλασσον χωρίς να υποτιμά το σημαντικό. Ο γιατρός του καρδιοχειρουργός Σωτήρης Πράπας μίλησε για το σχεδόν μεταφυσικό προνόμιο που είχε να μπορεί να δει την καρδιά ενός ανθρώπου σαν τον Ελευθερίου. Και ο δήμαρχος Σύρου Γιώργος Μαραγκός τον ευχαρίστησε για τον καθοριστικό ρόλο του στην ανάδειξη της ιστορίας του νησιού

Οταν ολοκληρώθηκαν οι επικήδειοι και όσο ο κόσμος που περίμενε έξω από την αίθουσα έμπαινε σιγά σιγά μέσα για να ακουμπήσει το φέρετρό του, άρχισαν από τα μεγάφωνα να ακούγονται τα τραγούδια του. «Είν’ αρρώστια τα τραγούδια που αγαπάς να λέω, αναμμένο καρβουνάκι που κρατώ και κλαίω». «Το σεργιάνι μας στον κόσμο ήταν δέκα μέτρα γης, όσο πιάνει ένα σπίτι και ο τοίχος μιας αυλής». «Τα λόγια και τα χρόνια τα χαμένα και τους καημούς που σκέπασε καπνός, η ξενιτιά τα βρήκε αδελφωμένα». «Ολα μου λεν πως έχεις κιόλας φύγει και ας λάμπει η ξενοιασιά της εκδρομής, εσύ όπου να πας, σ’ όποιο ταξίδι, σε λάθος στάση θα κατεβείς». Καθώς έβγαζαν το φέρετρο η μουσική δυνάμωσε και το χειροκρότημα έγινε παλαμάκι που κρατούσε τον ρυθμό του τραγουδιού. Τα λόγια απλώθηκαν από χείλη σε χείλη, σε δευτερόλεπτα όλοι τραγουδούσαν δυνατά με μια φωνή «…πώς έγινε με τούτο τον αιώνα και γύρισε καπάκι η ζωή, πώς το ‘φεραν οι μήνες και τα χρόνια να μην ακούσεις έναν ποιητή».

«ΤΗΣ ΦΡΑΓΚΟΓΙΑΝΝΟΥΣ ΤΑ ΠΑΘΗ». Το ύστατο χαίρε, δικό του τραγούδι κι αυτό. Γραμμένο λες για την περίσταση. «Τώρα που θα φύγεις πάρε μαζί σου για φυλαχτό, μυρτιά και πικροδάφνη και της Φραγκογιαννούς τα πάθη» (αλήθεια, όσοι τον ήξεραν –προσωπικά ή μέσα από το έργο του –διαισθάνονται ότι πιθανότατα αν ο Μάνος Ελευθερίου έπαιρνε μαζί του ένα βιβλίο, θα ήταν η «Φόνισσα» του Παπαδιαμάντη). Ο κόσμος συνέχισε να τραγουδάει και τα «Αντίο Μάνο» ακούγονταν σαν σπαθιές μέσα από τα λόγια του τραγουδιού. Η πόρτα της νεκροφόρας έκλεισε, η Λιλή, η μόνη πλέον εν ζωή από τα τέσσερα αδέλφια Ελευθερίου, ακολούθησε για λίγο το αυτοκίνητο που απομακρυνόταν σιγά σιγά.

Στην κηδεία παραβρέθηκαν ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας Προκόπης Παυλόπουλος, ο Δημήτρης Κουτσούμπας που κατά τη διάρκεια της τελετής καθόταν δίπλα στη Λιλή Ελευθερίου, ο Σταύρος Θεοδωράκης, ο Βαγγέλης Βενιζέλος, ο Κώστας Λαλιώτης, ο Αριστείδης Μπαλτάς, ο Νίκος Σηφουνάκης, ο συριανός βουλευτής Νίκος Ξυδάκης, ο Κώστας Γείτονας, ο Κυκλαδίτης Γιώργος Ανωμερίτης, ο Γρηγόρης Ψαριανός, ο σκηνοθέτης Λευτέρης Γιοβανίδης, ο Γιώργος Νταλάρας, ο Σταύρος Ξαρχάκος, ο Θάνος Μικρούτσικος, ο Λαυρέντης Μαχαιρίτσας, ο Γιώργος Κιμούλης, ο Βαγγέλης Χρόνης, ο εικαστικός Χάρης Λίθος, η Λίνα Νικολακοπούλου, ο Μιχάλης Μυτακίδης των Active Member, ο Πέτρος Φιλιππίδης, ο Χρήστος Χατζηπαναγιώτης, ο Γιώργος Κοτανίδης, ο (επίσης Συριανός) Στέλιος Μάινας, ο Μάνος Καρατζογιάννης, ο Διονύσης Τσακνής, ο Χρήστος Λεοντής, ο Γιώργος Ανδρέου, ο συνθέτης Νίκος Ξυδάκης, ο Χρήστος Νικολόπουλος, ο Αρης Δαβαράκης, ο Χρήστος Θηβαίος, ο Χρήστος Χωμενίδης, ο Θανάσης Χειμωνάς (στη μνήμη του πατέρα του ο Ελευθερίου είχε γράψει τον «Αμλετ της Σελήνης»), ο Μάκης Τσέλιος, ο Παντελής Θαλασσινός, η Ζυράννα Ζατέλη, η Μαρίζα Κωχ, η Αγαθή Δημητρούκα, ο Χριστόφορος Λιοντάκης, ο Ανδρέας Κατσιγιάννης, ο Μάριος Φραγκούλης, ο πρώην δήμαρχος Σύρου Γιάννης Δεκαβάλας, ο Γιάννης Τζανετάκης, ο Γιώργος Μεσσάλας, ο Νίκος Δαβέτας κ.ά.

Η τέφρα του Μάνου Ελευθερίου θα διασκορπιστεί στη θάλασσα και τα «στεναδάκια» (έτσι όπως τα έλεγε) της Σύρου. Του γενέθλιου τόπου δηλαδή που τόσο αγάπησε και «σουλούπωσε» την ιστορία του. Ετσι ακριβώς όπως το γράφει ο ίδιος στο εμπνευσμένο από το ομότιτλο βιβλίο του Βασίλη Βασιλικού τραγούδι του: «Το τελευταίο αντίο μου το ‘πες σε ένα πλοίο, πριν φύγεις για έναν κόσμο ξένο και μακρινό, εκεί που θα σου λείπει κάθε χαρά και λύπη κι αγέρας θα ‘χεις γίνει σ’ ένα μικρό στενό».
ΓΝΩΜΗ

«Ερχόταν από τον δρόμο των ποιητών»

Του Θοδωρή Γκόνη

Ο Μάνος Ελευθερίου ερχόταν από τον δρόμο των ποιητών, τον χωματένιο, άψογα ντυμένος και πάντα χαμογελαστός, αλλά με το χαμόγελο εκείνο της πικρίας που δεν ήταν και τόσο εύκολο να το αποκρυπτογραφήσεις. Είχε μυστικές εγκράτειες που δύσκολα υποψιαζόταν κανείς. Είχε ταιριασμένο για τους «δικούς του ανθρώπους» ζωντανούς και νεκρούς –κυρίως για αυτούς –ένα σφύριγμα, ένα σημάδι για να γνωρίζονται αναμεταξύ τους, και να βρίσκουν την «επαφή», τη «σύνδεση», να βρίσκουν το ποίημα, το τραγούδι, τους κρυφούς ρυθμούς, τους δρόμους εκείνους των ζωντανών και των νεκρών, γιατί πίστευε βαθιά πως οι νεκροί αλλάζουν την όψη της πόλης. Επαναλάμβανε τα λόγια τους ξανά και ξανά, σαν ξόρκι, σαν ηθοποιός που μαθαίνει τα μεγάλα κείμενα από στήθους, και εδώ είναι που ήρθε η στιγμή εκείνη της επιβάρυνσης και το στήθος αυτό τον πρόδωσε. Εβγαλε φτερά και πέταξε μακριά, για τον άλλο κόσμο. Ισως από εκεί δοκιμάσει ξανά τον σκοπό αυτό, το σφύριγμα εκείνο και βρει πάλι την «επαφή», τη «σύνδεση» με όλα αυτά που άφησε πίσω. Και αυτό θα γίνει.

Ο Θοδωρής Γκόνης είναι σκηνοθέτης, καλλιτεχνικός διευθυντής του Φεστιβάλ Φιλίππων