Μια ιδέα να έχει κανείς για τον Ντάνιελ Κλόουζ, τον αμερικανό κομίστα που σε έργα όπως «Ghost World» ή «David Boring» καταπιάστηκε με τις υπαρξιακές και συναισθηματικές αναζητήσεις μεμονωμένων χαρακτήρων και ολόκληρων γενεών σε ένα αφηγηματικά και σχεδιαστικά ανάμεικτο φόντο, και το μότο του τελευταίου του κόμικ ακούγεται αναμενόμενο: «ένα συμπαντικό χωροχρονικό ταξίδι θανάτου στο αρχέγονο άπειρο της παντοτινής αγάπης» διαβάζει κανείς στο οπισθόφυλλο της «Υπομονής». Το στόρι συνηγορεί: η ομώνυμη νεαρή πρωταγωνίστρια (την λένε στα αλήθεια Υπομονή) και ο σύντροφός της, Τζακ, ζουν σε τέτοια οικονομική απόγνωση, που τρέμουν στην προοπτική να γίνουν γονείς· εκείνη δολοφονείται και ο Τζακ αποφασίζει να βρει τον ένοχο, κατορθώνοντας με τα πολλά να ταξιδέψει στο παρελθόν για να τον εξοντώσει εγκαίρως· παράλληλα όμως καταβυθίζεται σε μια πυρετώδη ενδοσκόπηση περί αφοσίωσης και εκδίκησης, περί κυνισμού και τρυφερότητας ή καλύτερα, σύμφωνα με τις δύο λέξεις που ο έλληνας μεταφραστής του κόμικ, ο δημοσιογράφος Δημήτρης Πολιτάκης επιλέγει για να το συνοψίσει, «περί αγάπης».
Κατά τη γνώμη του, η «Υπομονή» είναι ένα έργο λιγότερο αλλόκοτο από τα πρώιμα του Κλόουζ –τα τεύχη του «Eightball» λ.χ. ή εκείνα που απέπνεαν «μια ατμόσφαιρα σαν από b-movies της δεκαετίας του ’50». Ούτε μοιάζει βέβαια και με τα τελευταία του Αμερικανού, σαν το «Wilson», που ήταν «σαν αυτοβιογραφικές απόπειρες ενός μεσήλικου άνδρα με κατάθλιψη». Η «Υπομονή», όσο παράξενο κι αν μοιάζει μετά την τελευταία της σελίδα, «διαθέτει μια πιο αποστασιοποιημένη αφήγηση, ενώ είναι και λιγότερο κυνικό έργο, πιο ανθρώπινο ίσως», λέει ο μεταφραστής. Δεν έχει κι άδικο: παρόλο που πρόκειται για μια ιστορία φόνου, άδικης κάθειρξης και ενίοτε τυφλών αντιποίνων (συχνά εξόχως βίαιων), ακόμα και αν περιλαμβάνει ταξίδια στον χωρόχρονο (με τη βοήθεια σαχλών συσκευών) και ενώ οι διακλαδώσεις της οδηγούν τον ήρωα τόσο στην Αμερική του 2012, του 2029, του 1985, όσο και στον ψυχισμό της αγαπημένης του (που αποδεικνύεται ταυτόχρονα ευάλωτη, πνευματώδης, ασυγκίνητη αλλά και ιδεαλίστρια), η «Υπομονή», σε αντίθεση με πιο «μοιρολατρικά» κόμικ του Κλόουζ, άφησε στον Πολιτάκη «μια στιβαρή και βαθιά ρομαντική προδιάθεση».
ΛΑΒΥΡΙΝΘΟΣ. Τα έχει κάτι τέτοια η «παντοτινή αγάπη» που έλεγε και το οπισθόφυλλο, ειδικά αν για χάρη της, κάποιος απελπισμένος όσο ο Τζακ φτάνει να προσεγγίσει έναν μυστήριο επιστήμονα ονόματι Μπέρνι, να αποκτήσει τις σημειώσεις του, τα μαραφέτια του και εκείνο τον «χυμό» που τον βοηθούν να ταξιδέψει στο παρελθόν κι έπειτα να αναζητήσει τον πιθανό μελλοντικό δολοφόνο, έναν νταή ονόματι Αντι, να αναρωτηθεί αν πρέπει να σκοτώσει τη μητέρα του ή τον ίδιο (στην παιδική του εκδοχή) και, τέλος πάντων, να χαθεί σε ένα λαβύρινθο που πότε στο θυμό οδηγεί, πότε στον αναστοχασμό, πότε στο εσωτερικό σκοτάδι και πότε στο αδυσώπητο εξωτερικό φως. Κι όμως ούτε αποκλειστικά ιστορία επιστημονικής φαντασίας είναι η «Υπομονή» ούτε μόνο περιπετειώδης αστυνομική αναζήτηση: εκτός από τον χρόνο και τους κακούς, ο Τζακ και η αγαπημένη του επιχειρούν να τιθασεύσουν ενώπιόν τους την ευτυχία που τους αναλογεί. Σχεδιαστικά οι επιδιώξεις κι οι αγώνες τους αποτυπώνονται σε εικόνες επηρεασμένες ακόμα και από κλασικά υπερηρωικά κόμικ, του συχωρεμένου Στιβ Ντίτκο φέρ’ ειπείν ή του Τζακ Κίρμπι. Κι όμως: «Σε σύγκριση με προηγούμενες δουλειές όπου ενσωμάτωνε μια “ιστορία μέσα στην ιστορία” με διαφορετικό ύφος, εδώ ο Κλόουζ είναι πιο απλός κι ευθύς», λέει ο Πολιτάκης. «Από όλα τα κόμικ του, η “Υπομονή” μοιάζει το πιο έτοιμο, όχι εσκεμμένα, για να γίνει ταινία».
Οπως έγινε δηλαδή στο παρελθόν με το «Ghost World», με το «Art School Confidential» ή με το πρόσφατο «Wilson». Εκ των υστέρων πάντως, οι τρεις κινηματογραφικές μεταφορές αποδεικνύονται μάλλον φιλόδοξες, τουλάχιστον σε σύγκριση με την «Υπομονή», το πλέον πολυσέλιδο graphic novel του Κλόουζ, καθώς κι εκείνο με τους περισσότερους διαλόγους. Ως προς τους τελευταίους, το στοίχημα του μεταφραστή ήταν «όσο γίνεται να μην μοιάζουν παράταιροι στα ελληνικά», αν και για ένα τουλάχιστον αμερικανικό έντυπο, το «Spectator» για την ακρίβεια, το πρόβλημα ήταν άλλο: το ερώτημα «αν μπορούσες να πας πίσω στο χρόνο και να σκοτώσεις τη μάνα του Χίτλερ, θα το έκανες, έτσι;», που κάποια στιγμή απευθύνει ο Τζακ σε έναν άγνωστο, μυρίζει μισογυνισμό, γιατί δεν βάζει στο στόχαστρο τον ίδιο τον δικτάτορα. Ο Πολιτάκης δεν πολυσυμφωνεί: «Είναι κάπως παράλογος ο χαρακτηρισμός», λέει. «Μπορείς αν θέλεις να κρίνεις ένα καλλιτεχνικό έργο με στεγνά δικαιωματικούς όρους, συχνά όμως πρόκειται για μια περιοριστική προσέγγιση. Κι η “Υπομονή”, χωρίς να πατρονάρει, είναι απλώς ένα κόμικ γεμάτο συμπόνια».