Για σημαντικούς δείκτες παρουσίας υδρογονανθράκων κάνει λόγο η Στρατηγική Μελέτη Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων των ερευνών για υδρογονάνθρακες στη θαλάσσια περιοχή δυτικά και νοτιοδυτικά της Κρήτης που τέθηκε την Πέμπτη σε δημόσια διαβούλευση από την Ελληνική Διαχειριστική Εταιρία Υδρογονανθράκων (ΕΔΕΥ).
Πρόσφατα, υπενθυμίζεται, με αποφάσεις του υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Γιώργου Σταθάκη ορίστηκε η Κοινοπραξία των Ελληνικών Πετρελαίων με την Total και την Exxon Mobil ως επιλεγείς αιτών για την παραχώρηση των θαλάσσιων περιοχών Δυτικά και Νοτιοδυτικά της Κρήτης για έρευνες υδρογονανθράκων.
Η μελέτη περιλαμβάνει εκτενή καταγραφή των χαρακτηριστικών της περιοχής, αναλύει τους πιθανούς κινδύνους κατά τη διάρκεια των ερευνών ή / και της εκμετάλλευσης και υποδεικνύει μέτρα που θα πρέπει να ληφθούν για την ασφάλεια της περιοχές.
Συνολικά, επισημαίνεται ότι «Το έργο θα συμβάλει στην ανάπτυξη της εθνικής οικονομίας, στην κοινωνική ευημερίας της Χώρας και στην απεξάρτηση της χώρας από τις εισαγωγές πετρελαίου συμβάλλοντας έτσι στην εθνική ενεργειακή ασφάλεια. Ωστόσο η υλοποίηση του Προγράμματος συνδέεται με σημαντικές περιβαλλοντικές προκλήσεις οι οποίες δύναται με κατάλληλα μέτρα τόσο στο πλαίσιο της παρούσας ΣΠΕ (Στρατηγική Περιβαλλοντική Εκτίμηση) όσο και στην ΕΠΕ (Εκτίμησης Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων) των επιμέρους υποσταδίων του προγράμματος να αντιμετωπιστούν».
Σε ό,τι αφορά την ύπαρξη υδρογονανθράκων επισημαίνεται ότι «η παρουσία των λασποηφαιστείων κατά μήκος της ζώνης καταβύθισης και η εμφάνιση ενός μεγάλου αριθμού συμπλεγμάτων λεπιώσεων και πτυχώσεων» αποτελούν σημαντικούς δείκτες παρουσίας υδρογονανθράκων στην περιοχή. Τονίζεται ακόμη ότι «Τα λασποηφαίστεια που βρίσκονται μέσα στην ελληνική ΑΟΖ εκπέμπουν φυσαλίδες φυσικού αερίου», ότι «σε χώρους σύγκρουσης λιθοσφαιρών πλακών … δεν θα πρέπει κατά κανόνα να αναμένουμε ύπαρξη γιγαντιαίων κοιτασμάτων υδρογονανθράκων, αντίθετα, ο συνολικός όγκος συσσωρευμένων αποθεμάτων στο σύνολο των πιθανών επί μέρους γεωλογικών παγίδων θα μπορούσαν να είναι σημαντικός».
Σύμφωνα με τη μελέτη, οι μεγαλύτερες περιβαλλοντικές προκλήσεις που αναδύονται από την υλοποίηση του Προγράμματος σχετίζονται με:
– τον υποθαλάσσιο θόρυβο ο οποίος ενδέχεται να επηρεάσει κυρίως τα κητώδη είδη και είναι δυσκολότερα διαχειρίσιμος από τον θόρυβο από ένα αντίστοιχο χερσαίο Πρόγραμμα
– τη μεταφορά, την ασφαλή αποθήκευση και διάθεση ουσιών που θα χρησιμοποιηθούν για την υλοποίηση του Προγράμματος λαμβανομένων υπόψη των χαρακτηριστικών της περιοχής του έργου πχ μεγάλα θαλάσσια βάθη
– τη διαχείριση των παραγόμενων υγρών και στερεών αποβλήτων
– τον περιορισμό των εκπομπών αέριων ρύπων
– την αποφυγή της ατυχηματικής ρύπανσης
Ειδικά για το τελευταίο, δηλαδή το ενδεχόμενο διαρροής και πετρελαιοκηλίδας η μελέτη επιτάσσει την εκπόνηση σχεδίων έκτακτης ανάγκης που θα καλύπτουν τις διαδικασίες καθαρισμού σε περίπτωση διαρροής ενώ για μεγαλύτερες διαρροές θα μπορούσαν να τεθούν σε εφαρμογή και σχέδια που περιλαμβάνουν την μοντελοποίηση πετρελαιοκηλίδων, την εκπαίδευση ειδικών στην αντιμετώπιση διαρροών καθώς και συμβάσεις για βοήθεια από ειδικούς ανάδοχους στην αντιμετώπιση πετρελαιοκηλίδων. Περαιτέρω προβλέπεται η Σύνταξη Εξωτερικών Σχεδίων αντιμετώπισης καταστάσεων έκτακτης ανάγκης και ετοιμότητα για την αντιμετώπιση καταστάσεων έκτακτης ανάγκης που θα καλύπτουν όλες τις υπεράκτιες εγκαταστάσεις υδρογονανθράκων ή συνδεδεμένες υποδομές, καθώς και περιοχές που ενδέχεται να πληγούν.
Ο φορέας εκμετάλλευσης καλείται επίσης να έχει άμεσα διαθέσιμα υπολογιστικά ομοιώματα διασποράς για την περίπτωση πετρελαιοκηλίδας, να σημάνει αμέσως συναγερμός σε περίπτωση έκτακτης ανάγκης, να ενημερώνει το προσωπικό και τις αρμόδιες αρχές, να διαθέτει το απαιτούμενο εξειδικευμένο προσωπικό, υλικά και εξοπλισμό σε επαρκή ποσότητα (συμπεριλαμβανομένων σκαφών και αεροσκαφών σε ετοιμότητα), κ.α.