Παρασκευή 27 Ιουλίου 2017. Ούτε πέντε ημέρες δεν έχουν περάσει από εκείνη την ώρα που η φωτιά έγραψε μια από τις πιο μαύρες σελίδες της σύγχρονης ελληνικής ιστορίας. Δεκάδες νεκροί και τραυματίες, απίστευτες καταστροφές και μια πόλη, το Μάτι, φάντασμα.
Το οδοιπορικό των ΝΕΩΝ στον τόπο της τραγωδίας, στην περιοχή που έχει μετατραπεί σε ένα μαύρο – γκρίζο τοπίο, καταγράφει την εικόνα, δεν μπορεί, όμως, να καταγράψει την οσμή.
Η μυρωδιά του θανάτου αναμεμειγμένη με τις στάχτες και τα αποκαΐδια μιας ολόκληρης περιοχής, μιας ολόκληρης ζωής.
Πρωί της Παρασκευής και το Μάτι προσπαθεί να επανέλθει σε κανονικούς ρυθμούς. Δεν είναι εύκολο.
Τα πάντα είναι διαλυμένα, οι υποδομές ανύπαρκτες, ο κόσμος σε απόγνωση αναζητά τις υπηρεσίες για να απευθυνθεί.
Η αλήθεια είναι ότι υπάρχει μια προσπάθεια να κινηθούν οι διαδικασίες, όμως, το χάος παραμένει, η έλλειψη συντονισμού είναι φανερή βήμα – βήμα στα καμένα. Πυροσβεστικά οχήματα, απορριμματοφόρα, τζιπ του στρατού, αυτοκίνητα της περιφέρειας, υδροφόρες, ανακατεύονται στους στενούς δρόμους του Ματιού προκαλώντας σε κάποια σημεία κυκλοφοριακό χάος. Αυτό στους κεντρικούς δρόμους γιατί στα στενά ο… ήχος της σιωπής είναι εκκωφαντικός. «Είναι ο ήχος του θανάτου», μας λέει κάτοικος της περιοχής που αναζητά ακόμη συγγενείς και φίλους. Απελπισμένος, αποκαμωμένος, ψάχνει στα συντρίμμια του σπιτιού του να βρει προσωπικά αντικείμενα, ρούχα, οτιδήποτε μπορεί να σώθηκε από την πύρινη λαίλαπα.
Δύο είναι τα κύρια στοιχεία που μπορεί να αντικρίσει κανείς στην πόλη. Το πρώτο είναι η απελπισία στα μάτια των ανθρώπων. Είτε αυτών που έχουν νεκρούς ή αγνοούμενους, είτε όσους είδαν την περιουσία τους να καταστρέφεται ολοσχερώς ή μερικώς.
Το δεύτερο είναι ο βουβός πόνος που σιγά – σιγά δίνει τη θέση του στην οργή. Ειδικά μετά από όσα άκουσαν χθες από τον Πάνο Καμμένο και τους δύο θλιβερούς υπουργούς που επιχείρησαν να εξηγήσουν τα ανεξήγητα και να ρίξουν όλο το βάρος στον άνεμο και στην πολεοδομική αναρχία.
«Οταν η φωτιά φτάνει στα 40 μέτρα δεν μπορείς να κάνει κάτι. Ομως, μπορούσαν να την σταματήσουν πιο ψηλά. Το εγκληματικό λάθος ήταν ότι οδήγησαν τον κόσμο από τη Λεωφόρο Μαραθώνος στα στενά δρομάκια του Ματιού», λέει ο κύριος Λάζαρος διαψεύδοντας τους αρχηγούς της Πυροσβεστικής και της Αστυνομίας που τα είδαν όλα καλά και είναι περήφανοι για τη δουλειά τους.
Ομως, ο καταλογισμός των ευθυνών θα έρθει, αυτό που προέχει, όπως λένε όλοι, είναι να επιστρέψει η ζωή στο Μάτι. Αν δεν είχε μεσολαβήσει η καταστροφή, σήμερα η πόλη θα ήταν γεμάτη κόσμο που θα έκανε τα μπάνια του και θα γέμιζε τα μαγαζιά.
Τώρα είναι στάχτη και αποκαΐδια και ένας οικισμός γεμάτος από κόσμο που ψάχνει στα συντρίμμια του σπιτιού του, μένει στα ξενοδοχεία της περιοχής, τρώει στα μαγαζιά που έμειναν όρθια κι ελπίζει…