Προσπαθώντας να συγκεντρωθείς για να γράψεις με ειρμό όταν χορεύουν γύρω σου οι εικόνες του θανάτου και της καταστροφής, γρήγορα αισθάνεσαι ότι η προσπάθεια είναι επαχθής, μάταιη ή, ακόμα χειρότερα, περιττή. Η σκέψη κομματιάζεται, η αλληλουχία ανατρέπεται και το επιχείρημα χάνεται στην κοινοτοπία καθώς αντικρίζεις την τραγική συνθήκη. Καλύτερα να αφεθείς στον κατακερματισμό, στο κολάζ των εικόνων, των συναισθημάτων, των συμβολισμών και των σκέψεων.
Κυκλικός θάνατος. Η πιο δραματική είδηση ήταν ασφαλώς ο ομαδικός θάνατος των είκοσι έξι ανθρώπων που παγιδεύτηκαν στον γκρεμό της παραλίας του Ματιού. Η αφήγηση των συνεργείων διάσωσης είναι συγκλονιστική, τόσο που είναι αδιάφορο τι πραγματικά συνέβη, πράγμα που άλλωστε δεν θα μάθουμε ποτέ. Οι ενήλικοι έκαναν κύκλο και στη μέση έβαλαν τα παιδιά σαν να ήθελαν να φτιάξουν με τα σώματά τους έναν τοίχο προστασίας. Πέθαναν μαζί σαν σε έναν συλλογικό και αλληλέγγυο θάνατο. Σαν αυτούς που, όπως λένε, συμβαίνουν μόνο στον πόλεμο και στις μάχες, όταν η ατομικότητα και η μοναξιά έναντι του θανάτου χάνονται και ο διαρκής κίνδυνος οδηγεί σε πράξεις αυτοθυσίας, αδιανόητες στην καθημερινή ζωή. Αλλωστε, τι άλλο από βομβαρδισμένο τοπίο θύμιζαν οι εικόνες του καταστρεμμένου Ματιού; Και σε ποιες άλλες συνθήκες θα μπορούσαν να βρουν το θάρρος, τη ζωτικότητα και την αντοχή οι «άνθρωποι της διπλανής πόρτας» που ακούσαμε να διηγούνται υπεράνθρωπες πράξεις την ώρα της καταστροφής; Αυτό το αστικό – πολεμικό τοπίο ήταν η μεγάλη διαφορά σε σχέση με τις εικόνες παλαιότερων πυρκαγιών στην Αττική ή των «αγροτικών» που συμβαίνουν στην αραιοκατοικημένη επαρχία και στα δάση. Μπορεί αυτή η διαφορά και ο συλλογικός συγκλονισμός να κατανικήσουν τον συλλογικό μιθριδατισμό που έχει κάνει την Ελλάδα και ιδιαίτερα την Αττική «ανοχύρωτη περιοχή»; Αν κάτι τέτοιο συνέβαινε, ασφαλώς ο κυκλικός θάνατος των είκοσι έξι ανθρώπων στο Μάτι θα γινόταν σύμβολο μιας ουσιαστικής αλλαγής.
Μόνο πέντε πνίγηκαν. Πάντως αυτή η αλλαγή δεν θα γίνει επί των ημερών αυτής της κυβέρνησης, η οποία οδεύει προς το τέλος της. Η εξωφρενική διαχείριση της κρίσης, οι θεατρικές επιχειρησιακές συσκέψεις, το «πέντε μόνο πνίγηκαν» του Καμμένου θα την ακολουθούν για καιρό. Καλό θα είναι να το αντιληφθούν οι διαμορφωτές της επικοινωνιακής της πολιτικής. Εχει ανοίξει ένα βάραθρο, από τη μια, η κυβερνητική απειρία και ανικανότητα, από την άλλη, η διχαστική ρητορεία και η εμφυλιοπολεμική επιθετικότητα. Μέσα σε αυτό το βάραθρο, ο κυβερνητικός λόγος ακούγεται σαν αντίλαλος ηθικής αναλγησίας και τραμπούκικης αλαζονείας. Το μόνο που κάνει είναι να ενισχύει την ανερχόμενη απαίτηση «φύγετε». Χαμηλώστε τους τόνους, σύντροφοι, θα κάνει καλό σε εσάς και σε όλους μας!
Μιθριδατισμοί. Το πρόβλημα όμως θα παραμείνει και μετά τη θητεία αυτής της κυβέρνησης. Η ελληνική κοινωνία έχει αναπτύξει μια συμπεριφορά μιθριδατισμού έναντι των φυσικών καταστροφών. Ο Μιθριδάτης έπαιρνε ελεγχόμενες δόσεις δηλητηρίου για να συνηθίσει τον οργανισμό του και να επιζήσει από ενδεχόμενες δολοφονικές απόπειρες εναντίον του. Εμείς από σεισμό σε πλημμύρα και από πλημμύρα σε πυρκαγιά αναπτύξαμε αντισώματα που μας κάνουν να ξεχνάμε γρήγορα την καταστροφή και να συνεχίζουμε όπως πριν. Ιδιαίτερα ανθεκτικοί έχουν γίνει οι κάτοικοι του λεκανοπεδίου της πρωτεύουσας, παρότι η περιοχή χαρακτηρίζεται από τις πιο εκτεθειμένες σε φυσικούς κινδύνους. Ο εφησυχασμός εκδηλώνεται σε όλα τα επίπεδα: στις κρατικές υπηρεσίες, στην κυβέρνηση, στα κόμματα, αλλά και στην κοινωνία, με αποτέλεσμα οι εικόνες και τα λόγια από καταστροφή σε καταστροφή να έχουν μια αποκαρδιωτική επαναληπτικότητα. Κι έτσι το έκτακτο αποδραματοποιείται, γίνεται κοινότοπο και περαστικό.
Γιατί στους σεισμούς και όχι στις πυρκαγιές. Ασφαλώς κατά καιρούς γίνονται βελτιωτικά βήματα. Τα πάμε καλύτερα στους σεισμούς από όσο στις πυρκαγιές και τις πλημμύρες, γεγονός που αναδεικνύει ότι το μείζον πρόβλημα είναι η σχέση κράτους – πολιτικού συστήματος – οργανωμένων συμφερόντων. Οι αυστηρότερες ρυθμίσεις αντισεισμικής δόμησης, ιδίως μετά τους καταστροφικούς σεισμούς της Αθήνας, μπόρεσαν να επιβληθούν βελτιώνοντας σαφώς την κατάσταση. Γιατί; Γιατί οι αποδέκτες της ρύθμισης ήταν ο μεμονωμένος ιδιοκτήτης, που πλήρωνε λίγο περισσότερο, και οι μηχανικοί, που εξ αντικειμένου αναλάμβαναν ατομικά την ευθύνη της κατασκευής βάζοντας την υπογραφή τους. Στην περίπτωση των πλημμυρών και των πυρκαγιών το κράτος βρίσκεται αντιμέτωπο όχι μόνο με τη δική του ανεπάρκεια, αλλά και με τα ισχυρά οργανωμένα τοπικά συμφέροντα, τους τοπικούς πολιτικούς παράγοντες, και συχνά τις δικαστικές Αρχές. Το όλον αλληλοτροφοδοτείται και ακυρώνει κάθε προσπάθεια μεταρρύθμισης. Αυτός δεν ήταν άλλωστε ο πυρήνας του προβλήματος της μεταπολιτευτικής Ελλάδας που οδήγησε και στη χρεοκοπία; Η ευτυχέστερη περίοδος λειτουργίας των δημοκρατικών θεσμών κατά τον 20ό αιώνα συμπλέχτηκε με συμπεριφορές ιδιωτικής ιδιοποίησης του «δημοσίου» υπονομεύοντας σταθερά το κύρος των θεσμών. Το ισχυρό εθνικό και δημοκρατικό «εμείς» δεν μπόρεσε να παραγάγει ένα ισχυρό κρατικό «εμείς». Αυτό μένει ως κεντρικό ζητούμενο για την εθνική ανασυγκρότηση της χώρας.
Οπισθοδρομήσεις. Η αντίδραση στις φυσικές καταστροφές φωτίζει απότομα σαν αστραπή παλαιές και νέες καταστάσεις. Οι νεκροί του Ματιού ανέδειξαν το μέγεθος του εγχειρήματος ανάταξης της χώρας. Κατ’ αρχάς γελοιοποίησαν την ιδέα (ή την προπαγάνδα) ότι επίκειται η υπέρβαση της κρίσης και ότι η υπέρβαση θα σημαίνει επιστροφή στην «κανονικότητα». Γιατί ζούμε ως κοινωνία πολλαπλές «κανονικότητες», μερικές από τις οποίες λέγονται απλώς παθογένειες. Μπορεί να φάνηκε υπερβολική και κατ’ εξαίρεση η κυβερνητική ασχετοσύνη, αλλά οι παθογένειες και οι μιθριδατισμοί που φωτίστηκαν από την καταστροφή στο Μάτι έχουν μακρύ παρελθόν, και όσο δεν αντιμετωπίζονται ως τέτοιοι θα έχουν και μακρύ μέλλον. Κυρίως όμως φάνηκαν και πάλι οι πολλαπλές οπισθοδρομήσεις που έχουν σημειωθεί στη διάρκεια της κρίσης, και μάλιστα τα τελευταία χρόνια. Η υποβάθμιση των υποδομών και των υλικών μέσων, η απώλεια της τεχνογνωσίας των κρίσεων που είχε αποκτηθεί, η απουσία ενός ενεργητικού δημόσιου λόγου για την αντιμετώπιση αυτών των καταστάσεων. Και πάνω από όλα, η αποθάρρυνση της κοινωνίας και η προσαρμογή της σε ένα χαμηλό επίπεδο προσδοκιών, ελπίδων και απαιτήσεων.
Ελπίδες; Τελικά, όχι μόνο εξακολουθούμε να ζούμε μέσα στη «μεταπολιτευτική συνθήκη», αλλά ζούμε τις σκοτεινές της όψεις χωρίς τις επιτυχίες της. Η Ελλάδα έκανε πολλή φασαρία στη διάρκεια της κρίσης, λίγο όμως άλλαξε. Τώρα που οι «φασαριόζοι» του χθες διαψεύδουν τις ελπίδες που γέννησαν, θα μπορέσει η κοινωνία να ξαναδεί κριτικά τον εαυτό της και να κινηθεί ομόρροπα σε μια πορεία ανασυγκρότησης και αλλαγών; Ο Μιθριδάτης έπαιρνε δηλητήριο για να αποφύγει τον θάνατο από δηλητηρίαση, οι δικοί μας μιθριδατισμοί της περιόδου της ευημερίας ανταμείβονταν με χρήμα, αυτοκίνητο, εξοχικό και ιδιωτικά λούσα εις βάρος συχνά των δημόσιων αγαθών. Τώρα το στοίχημα της εθνικής ανασυγκρότησης είναι να αντιστρέψουμε το μοντέλο. Να βελτιώσουμε τα ατομικά εισοδήματα κατά τρόπο συμβατό με την ισχυροποίηση του κοινωνικού δεσμού και των δημόσιων υποδομών. Οι «άνθρωποι της διπλανής πόρτας» στο Μάτι έδειξαν τι δυνάμεις κρύβουμε μέσα μας ατομικά. Πώς θα μπορέσουμε να τις κάνουμε συλλογική ανάταση;